Εκτίναξη του ελληνικού ελατηρίου που μαζί με τα τεράστια κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης θα φέρουν σταθερές επιδόσεις ανάπτυξης 4% ετησίως στην Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια, βλέπει μιλώντας στο Liberal ο γνωστός οικονομικός αναλυτής Ζολτ Ντάρβας.
Εκτιμά ότι η ευκαιρία για τη χώρα είναι μοναδική, δηλώνει ότι δεν τον ανησυχεί η διόγκωση του ελληνικού χρέους και τονίζει ότι αυτό που πρέπει να απασχολεί την ελληνική κυβέρνηση είναι πως θα αντιμετωπίσει τα «πάγια ζητήματα», δηλαδή να κάνει την οικονομία πιο παραγωγική και ανταγωνιστική μέσα από μεταρρυθμίσεις.
Τον ανησυχεί η εμμονή της Γερμανίας για αυστηρή δημοσιονομική πολιτική από το 2023, βλέπει ότι η αύξηση του πληθωρισμού παγκοσμίως θα είναι παροδική και θεωρεί ότι η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει την ευχάριστη έκπληξη στην Ευρωζώνη.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Στις εαρινές της προβλέψεις, η Κομισιόν αναθεώρησε προς τα πάνω τις εκτιμήσεις της για την Ευρωζώνη, ενώ ειδικά για την Ελλάδα «βλέπει» ανάπτυξη 4,1% φέτος και 6% για το 2022. Εξαιρετικά θετικές είναι και οι προβλέψεις ξένων αναλυτών. Μπορεί η Ελλάδα να αποτελέσει την ευχάριστη έκπληξη της Ευρωζώνης;
Έχει σημασία καταρχήν να πούμε ότι η Κομισιόν βλέπει αυτό που βλέπει και η πραγματική οικονομία στην Ευρώπη αλλά και παντού.
Η πανδημία αρχίζει να τίθεται υπό έλεγχο, οι εμβολιασμοί «τρέχουν», οι επιχειρήσεις έχουν προσαρμοστεί στη νέα κατάσταση, η τηλεργασία αποδίδει, η Κίνα ανακοίνωσε ανάπτυξη ρεκόρ για το πρώτο τρίμηνο, ενώ σε αντίστοιχη φάση βρίσκονται οι ΗΠΑ, μετά και το κολοσσιαίο πακέτο τόνωσης της οικονομίας.
Στο σύνολό της η παγκόσμια οικονομία είναι έτοιμη για το μεγάλο rebound, με κάποιες ίσως χώρες, όπου η πανδημία βρίσκεται σε έξαρση, όπως η Ινδία, να ακολουθούν με μια υστέρηση.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, εφόσον επαληθευτεί η εκτίμηση της Κομισιόν για ανάπτυξη 6% το 2022 θα είναι η 2η υψηλότερη επίδοση στην Ευρωζώνη. Τρεις μόνο ακόμη χώρες προβλέπεται να πετύχουν τέτοιους ρυθμούς, η Λετονία, η Κροατία και η Μάλτα. Καλύτερη όλων, προβλέπεται η Ισπανία με 6,8%.
Προσωπικά θεωρώ ως πιο λογική τη φετινή πρόβλεψη της Κομισιόν για την Ελλάδα, αυτήν για ανάπτυξη 4% και κρατώ κάποιες επιφυλάξεις ως προς το 6%. Αλλά από την άλλη σκεφτείτε ότι μιλάμε για μια χώρα που έχει ζήσει επί μια 10ετία την πλήρη απαξίωση, φτωχές οικονομικές επιδόσεις και βαθιά κρίση.
Στο ερώτημα σας λοιπόν, υπάρχουν δύο παράγοντες, ικανοί να κάνουν πραγματικότητα το σενάριο της «ευχάριστης έκπληξης».
Ο πρώτος είναι η μεγάλη συμπίεση του ελληνικού «ελατηρίου» επί μια και πλέον δεκαετία. Βραχυπρόθεσμα, η εκτίναξη του θα είναι τέτοια ώστε να καλύψει μέρος από το χαμένο έδαφος της μακράς κρίσης.
Ιστορικά, είναι πιο εύκολο για μια οικονομία που βίωσε πρωτοφανή κρίση να ανακτήσει μέρος από τις απώλειες παρά να πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης που δεν είχε δει ποτέ. Η εκτίναξη επομένως του ελληνικού «ελατηρίου» θα έχει ως αποτέλεσμα η χώρα να δει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης για τουλάχιστον 3 χρόνια -ενδεχομένως και πολλά περισσότερα.
Ο δεύτερος παράγοντας συνδέεται με τα τεράστια για τα ελληνικά δεδομένα ευρωπαϊκά κεφάλαια που θα εισρεύσουν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και τα οποία, μόνο σε ό,τι, αφορά τις επιδοτήσεις, ανέρχονται στο 12% του ελληνικού ΑΕΠ.
Τα κεφάλαια είναι πάρα πολλά. Είναι στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης να μην αφήσει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω, είναι καλά σχεδιασμένο, επομένως εναπόκειται στην Ελλάδα να χρησιμοποιήσει σωστά την ελευθερία κινήσεων που της παρέχει η συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης, προκειμένου να αξιοποιήσει προς όφελός της τους πόρους.
Εσείς ποιο θεωρείτε το πιο πιθανό σενάριο για την ανάπτυξη της χώρας τα επόμενα χρόνια;
Ένα πιο ρεαλιστικό νούμερο για την Ελλάδα σε σχέση με την εκτίμηση για 6%, είναι ένας ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης 3%-4% για τα επόμενα χρόνια. Σαν επίδοση δεν είναι καθόλου κακή, αν σκεφτεί κανείς που βρισκόταν η χώρα στο πρόσφατο παρελθόν και που μπορεί ενδεχομένως να βρεθεί, εφόσον συμβούν τα παραπάνω.
Πρέπει να ανησυχούμε για το ελληνικό χρέος που έχει φτάσει στο 200% του ΑΕΠ;
Εκτιμώ ότι το χρέος δεν είναι αυτό που πρέπει να απασχολεί την ελληνική κυβέρνηση. Το ελληνικό χρέος παρά την εκτίναξη του λόγω πανδημίας, είναι και θα παραμείνει βιώσιμο, εφόσον η κυβέρνηση αντιμετωπίσει τα πάγια ζητήματα της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή να την κάνει πιο παραγωγική, πιο ανταγωνιστική, πιο ελκυστική μέσα από αρκετές και γενναίες μεταρρυθμίσεις.
Όσο για το ελληνικό χρέος, αυτό παραμένει βιώσιμο αφενός λόγω των χαμηλών επιτοκίων με τα οποία δανείζεται η Ελλάδα από τις αγορές, αφετέρου επειδή βρίσκεται κυρίως στα χέρια ευρωπαϊκών κρατών, ενώ τα δάνεια του ESM και του EFSF έχουν μακρά περίοδο αποπληρωμής.
Η αιτία βέβαια για την οποία η Ελλάδα δανείζεται με χαμηλά επιτόκια οφείλεται στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ. Κάποια στιγμή θα λήξει.
Η Ελλάδα απολαμβάνει ιστορικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού λόγω της συμμετοχής της στο Pandemic Emergency Purchase Programme - PEPP.
Όταν τον Μάρτιο του 2022 αυτό θα έχει ολοκληρωθεί, τότε η Ελλάδα, ακριβώς επειδή δεν έχει «επενδυτική βαθμίδα» κινδυνεύει να μείνει εκτός των μέτρων στήριξης της ΕΚΤ.
Σίγουρα, ένα ερώτημα είναι τι θα συμβεί τότε, ωστόσο εκτιμώ η ΕΚΤ εξετάζει διάφορα σενάρια, ενώ πολλά θα εξαρτηθούν και από τη γενικότερη πορεία της ελληνικής οικονομίας καθώς και το αν οι αναβαθμίσεις θα έρθουν ταχύτερα, του αναμενόμενου.
Το επόμενο ερώτημα συνδέεται με το προηγούμενο και αφορά το κατά πόσο θα αναθεωρηθούν ή όχι οι δημοσιονομικοί κανόνες. Σε παλαιότερη συζήτησή μας, είχατε εκφράσει επιφυλάξεις κατά πόσο θα καταστεί εφικτό να συμφωνηθεί μεταξύ των 27 μια ουσιαστική τους αναθεώρηση, όπως και του Συμφώνου Σταθερότητας. Έχει αλλάξει έκτοτε κάτι;
Η άποψή μου δεν έχει μεταβληθεί. Ούτε και τα δεδομένα. Επιμένω ότι η αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την ΕΕ και ότι αυτοί θα πρέπει να απλοποιηθούν, ωστόσο δε διαβλέπω διάθεση για γενναίες αλλαγές.
Μόλις πριν μερικές ημέρες, ο υπ. Οικονομικών της Γερμανίας Όλαφ Σολτς δήλωσε ότι η χώρα του θα πρέπει να επιστρέψει στην αυστηρή δημοσιονομική πολιτική ήδη το 2023.
Αντιλαμβάνεστε ότι αν αυτή είναι η θέση της Γερμανίας, πόσο δύσκολη θα είναι μια συζήτηση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας.
Η ελπίδα επομένως για μια γενναία μεταρρύθμιση αδυνατίζει και μάλλον αυτό που θα πρέπει να αναμένουμε είναι κάποιες μικρές τροποποιήσεις, όπως η εξαίρεση από τους κανόνες των «πράσινων» δημόσιων δαπανών, κάτι που ωστόσο δε θα αλλάξει σημαντικά τη γενική εικόνα.
Αυτός είναι ένας πραγματικός λόγος ανησυχίας για μια χώρα σαν την Ελλάδα, εφόσον κληθεί να επανέλθει στον δημοσιονομικό στόχο που είχε συμφωνηθεί με τους εταίρους της για υψηλά ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα.
Διεθνώς υπάρχει κλίμα ανησυχίας για την άνοδο του πληθωρισμού. Μπαίνουμε σε μια μακρά περίοδο αύξησης του πληθωρισμού και αν ναι τι σημαίνει αυτό;
Επί πολλά χρόνια ο πληθωρισμός στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία διατηρούνταν πολύ χαμηλά και κάτω του στόχου που είχε τεθεί. Εκτιμώ ότι για μερικά χρόνια θα δούμε τον πληθωρισμό να ανεβαίνει και να πιάνει τον στόχο, φαινόμενο που θα γίνει πιο αισθητό σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας.
Σίγουρα, μέρος από τα τεράστια ποσά που έχουν αποταμιευτεί στη διάρκεια της πανδημίας θα μετατραπούν σύντομα σε μαζικές αγορές αγαθών, αυτοκινήτων, κατοικιών, καταναλωτικών προϊόντων, ταξίδια.
Για ένα διάστημα μερικών ετών, ναι, θα έχουμε υψηλότερο πληθωρισμό, ωστόσο η τάση δε θα διατηρηθεί. Σε βάθος χρόνου, ο πληθωρισμός θα παραμείνει χαμηλά. Δε με φοβίζει μια παροδική αύξηση του πληθωρισμού μετά την πανδημία.
Άλλες είναι οι μεγάλες προκλήσεις της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας. Ο μετασχηματισμός και η προσαρμογή στη νέα εποχή με τις μικρότερες δυνατές απώλειες σε επίπεδο ανεργίας, η πράσινη ανάπτυξη, το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ του ανεπτυγμένου και του αναπτυσσόμενου κόσμου.
* O Ζολτ Ντάρβας είναι οικονομικός αναλυτής του Ινστιτούτου Bruegel