Τα μεγάλα ντέρμπι δεν πάνε σχεδόν ποτέ όπως τα έχουν σχεδιάσει οι προπονητές. Αυτός είναι, άλλωστε, ο μεγάλος «πονοκέφαλος» για όσους κάθονται στον πάγκο. Δεν πρέπει να σκέφτονται μόνο το δικό τους σχεδιασμό, αλλά να προσπαθούν ταυτόχρονα να μπουν και στο μυαλό του αντιπάλου, εκεί όπου ο άλλος μπορεί ξαφνικά να βγάλει... λαγό από το καπέλο και να πάρει το ματς. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο ένας κόουτς ξάφνιασε καίρια τον άλλο, κατάφερε και κράτησε μυστική την ιδέα του σε μια εποχή που «ο ένας ξέρει απ έξω κι ανακατωτά τον άλλο» και τελικά... «τού έκλεψε την ταυτότητα, χωρίς να πάρει είδηση». Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα προπονητών που πλήρωσαν μια ήττα μετά από ένα ντέρμπι «αιωνίων».
Αλλωστε, σε τέτοια παιχνίδια δεν έχει τις περισσότερες φορές σημασία η θέση στον πίνακα, η κατάσταση κάθε ομάδας και τα σχέδια επί χάρτου που γίνονται από πριν. Τα ντέρμπι κρίνονται από μια στιγμιαία υπέρβαση ή ολιγωρία, από μια έμπνευση, μια γκάφα, ένα σφύριγμα του διαιτητή. Ενας παίκτης μπορεί να γίνει ήρωας ή αποδιοπομπαίος για μια φάση που θα τον αποθεώσει ή θα τον εκθέσει και θα τον κυνηγάει μετά σε όλη του τη ζωή. Συνήθως τα συστήματα και οι τακτικές ξεχνιούνται με το που θα αρχίσει το ματς.
Μια ακόμη ιδιαιτερότητα είναι ότι ακόμη και οι νεοφερμένοι, μπαίνουν αμέσως στο κλίμα, καθώς εκείνοι που θα τους υποδεχτούν, φροντίζουν να τους κατατοπίσουν για τις συνθήκες που κυριαρχούν. Είναι τέτοια η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που και ένα μόνο ματς να έχει παίξει κάποιος με τη φανέλα της μιας ομάδας, αισθάνεται σαν να βρισκόταν χρόνια στα αποδυτήρια.
Η ψυχολογία παίζει κυρίαρχο ρόλο από τη στιγμή που και οι μεν και οι δε μπαίνουν στο γήπεδο. Οτιδήποτε μπορεί να αλλάξει στη διάρκεια των 90 λεπτών, μία ή περισσότερες φορές, με τον πιο απρόοπτο τρόπο. Ενα ξαφνικό περιστατικό είναι δυνατόν ν' ανάψει σπίθες, να βάλει φωτιές, να γυρίσει τούμπα τα πράγματα, τροφοδοτώντας εντάσεις και ανατροπές που σε πολλές περιπτώσεις βάζουν σφραγίδα.
Καθοριστικός παράγοντας, ειδικότερα στα δικά μας, είναι η διαιτησία. Δεν είναι τυχαίο που όλη την εβδομάδα οι περισσότεροι ασχολούνται με το ποιος θα είναι ο ρέφερι, αν δίνει εύκολα ή δύσκολα πέναλτι, αν φορτώνει ή όχι με κάρτες και γενικότερα με ποια λογική αντιμετωπίζει τα πράγματα, ειδικότερα στα παράπονα και στις διαμαρτυρίες. Βέβαια, τώρα που έρχονται, πια, ξένοι η κουβέντα για το... στραγάλι έχει περιοριστεί κάπως. Ειδικά ο σημερινός, ο Σκοτσέζος Ρόμπερτ Μέιντεν, δεν έδωσε ως τώρα αφορμές για παράπονα. Το βιογραφικό του είναι σχεδόν άψογο και τουλάχιστον ως τις 7.30 το απόγευμα της Κυριακής κανείς δεν θα μιλάει γι αυτόν. Μετά... βλέπουμε. Σημασία έχει και ο VARίστας, ο Πορτογάλος Μπρούνο Εστέβες, καθώς από τη δική του ετυμηγορία μπορεί να κριθεί μια φάση ή και ολόκληρος αγώνας.
Απ' όποια πλευρά κι αν το δούμε, κανείς δεν μένει αδιάφορος σε τέτοια ματς. Ο Ολυμπιακός παραμένει αήττητος στο πρωτάθλημα και θα είναι παραπάνω από «ντροπή» να μην πάρει έστω ισοπαλία, ειδικά από αυτόν τον αντίπαλο. Ερχεται την Πέμπτη και το πρώτο ματς με την Αϊντχόφεν για το Europa League, στο οποίο αν νικήσει θα πάει με καλή ψυχολογία. Κι ο Παναθηναϊκός τρέχει ένα σερί οκτώ αγώνων χωρίς να χάσει οπότε λογικό οι οπαδοί του να το πάρουν βαριά αν «σπάσει» ειδικά σε αυτή τη συνάντηση.
Μιλάμε για «λεπτομέρειες», οι οποίες προδίδουν τον ενδόμυχο φόβο, που εκδηλώνεται πολλές φορές και ως σεβασμός του ενός προς τον άλλο. Μπορεί να μην βγαίνει την ώρα του παιχνιδιού, αλλα τον καταλαβαίνεις στις γενικότερες συμπεριφορές. Μάλιστα, εκφράζεται και από τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται ένας τέτοιος αγώνας απ' όλους. Οποιος παραβιάσει αυτόν τον κανόνα και κάνει το λάθος να το πάρει αψήφιστα, τις περισσότερες φορές το πληρώνει.