Εμβρόντητη η κοινή γνώμη παρακολουθεί το γαϊτανάκι των αποκαλύψεων σχετικά με τις ευθύνες της ιεραρχικής δομής του δημόσιου οργανισμού σιδηροδρόμων, αναφορικά με το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη.
Οι συνομιλίες, τα έγγραφα και οι καταθέσεις διαφόρων παραγόντων, αποκαλύπτουν ένα δίκτυο συμφερόντων, τα οποία έχαιραν την προστασίας και της κάλυψης συνδικαλιστικών παραγόντων, ανεξαρτήτως του κόμματος στο οποίο φέρονταν πως ανήκουν.
Οι ρίζες αυτού του φαινομένου, χάνονται βαθιά μέσα στη λεγόμενη μεταπολίτευση. Ήταν η εποχή των «ρετιρέ των ΔΕΚΟ», όταν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, αιχμάλωτες των προεκλογικών τους υποσχέσεων, βρέθηκαν όμηροι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των οργανισμών του δημόσιου τομέα. Τότε ήταν που καθιερώθηκε η συνδιοίκηση των ΔΕΚΟ από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και έτσι καθιερώθηκε ένα σοβιετικού τύπου μοντέλου διοίκησης οργανισμών, από την εύρυθμη λειτουργία των οποίων εξαρτιόταν η καθημερινότητα εκατομμυρίων πολιτών αυτής της χώρας.
Η λογική της συνδιοίκησης, ενώ θεωρητικά αποσκοπούσε στην προστασία των εργαζομένων από τις αυθαιρεσίες της εργοδοσίας, κατέληξε στην ασύδοτη δράση συγκεκριμένων συντεχνιών σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Ουσιαστικά, είχαμε τη δικτατορία των προνομιούχων, οι οποίοι εργάζονταν σε ένα συνταγματικώς προστατευόμενο περιβάλλον, σε βάρος όλων εκείνων που προσπαθούσαν να επιβιώσουν σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, δηλαδή του ιδιωτικού τομέα.
Ποιος, για παράδειγμα, μπορεί να δικαιώσει τις απεργίες για ψύλλου πήδημα στις δημόσιες συγκοινωνίες και μάλιστα με αιτήματα καθαρά συντεχνιακά, οι οποίες προκαλούν ασφυξία στις μετακινήσεις των «υπόδουλων» εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα;
Υπάρχει, άραγε, κανείς που ξέχασε το κατέβασμα του διακόπτη από τους εργαζόμενους στην ΔΕΗ, την εποχή της παντοδυναμίας τους, αλλά και την ταλαιπωρία των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα και τη συνακόλουθη ζημιά των πάσης φύσεως επιχειρήσεων που αναγκάζονταν να διακόψουν τη λειτουργία τους;
Δεν χρειάζεται καν να αναφερθούμε στη στάση των συνδικαλιστών στον τομέα της παιδείας, αφού είναι ακόμη νωπές οι λουδιτικές τους απόψεις, σχετικά με τη χρήση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση. Κλασσικό παράδειγμα της ιδεολογίας της ήσσονος προσπάθειας.
Ο συνδικαλισμός ως θεσμός της ανοιχτής κοινωνίας, υπάρχει γιατί πρέπει να λειτουργεί ως καταφύγιο των εργαζομένων και ως ανάχωμα απέναντι στις αυθαιρεσίες της εργοδοσίας. Αντί για αυτό, έχουμε ένα περίκλειστο σύστημα μίας συνδικαλιστικής νομενκλατούρας, η οποίας για το μόνο που νοιάζεται είναι η αυτοαναπαραγωγή της και η διαιώνιση των σκανδαλωδών προνομίων της.
Αντί να υπερασπίζονται τους εργαζόμενους, το μόνο που τους νοιάζει είναι η αέναη επανεκλογή τους σε συνδικαλιστικά αξιώματα και η ψευδεπίγραφη «αγωνιστική τους ετοιμότητα».
Αυτός είναι ο λόγος της απαξίωσης του συνδικαλιστικού κινήματος στα μάτια των εργαζομένων και η αποχή τους από κάθε είδους δράσης που προκηρύσσουν τα σωματεία.
Για το λεγόμενο ΠΑΜΕ περιττεύει κάθε κριτική, αφού είναι γνωστό πως όποια μαζική οργάνωση δεν ελέγχει το ΚΚΕ αποκηρύσσεται ως «πουλημένη» και «όργανο της εργοδοσίας», τη στιγμή που η σεχταριστική του πολιτική οδηγεί σε αποδυνάμωση και απαξίωση κάθε εργατικής διεκδίκησης, ενώ, ταυτόχρονα, ενισχύει τα νακρισσιστικά συμπλέγματα των «πρωτοπόρων καθοδηγητών», οι οποίοι θεωρούν πως με μία πορεία κατά της ανεργίας, θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Στο δημόσιο πάντα.
Η επί πολλά χρόνια συνδιοίκηση των συνδικαλιστών αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες του σημερινού πολιτικού συστήματος. Η δράση κάθε διορισμένης από τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας, υπονομεύεται από το συνδικαλιστικό κατεστημένο, το οποίο ενδιαφέρεται μόνο για τη διατήρηση των «κεκτημένων του» φωνασκώντας και ασχημονώντας σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Εχθροί της προόδου, σήκωσαν πρώτοι το μπαϊράκι κατά της αξιολόγησης του ανθρώπινου δυναμικού, όντας πρωτοπόροι της ιδεολογίας της ήσσονος προσπάθειας και του κουκουλώματος κάθε παραπτώματος και ανομίας στο δημόσιο τομέα. Το ίδιο έκαναν και κάνουν σε κάθε προσπάθεια ψηφιοποίησης υπηρεσιών που διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών. Αντιμετωπίζουν τον πολίτη ως εχθρό και όχι ως εκείνο τον οποίον ορκίστηκαν να υπηρετούν κατά τη στιγμή της πρόσληψής τους στο δημόσιο.
Πρώτοι και καλύτεροι στις διεκδικήσεις συντεχνιακών συμφερόντων, βουβοί, και άβουλοι στο μεγάλο αίτημα του εκσυχρονισμού της κοινωνίας. Πιονέροι στη διατήρηση του προνομίου της μονιμότητας, αλλά ορκισμένοι εχθροί κάθε προσπάθειας αλλαγής αυτής της δουλοκτητικής νοοτροπίας.
Μια ματιά στις συγκεντρώσεις τους, αρκεί για να καταλάβει ακόμη και ο πλέον δύσπιστος πως το μόνο που τους αφορά, είναι η διαιώνιση του φαύλου αυτού συστήματος νομής και διανομής των προνομίων σε μία κλειστή κάστα προνομιούχων.
Πρωτοπόροι αυτούς του «κινήματος» οι συνδικαλιστές του δημόσιου τομέα, οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για τα στενά, πάντα οικονομικά και ποτέ πολιτικά (υπό την έννοια της βελτίωσης του υπάρχοντος συστήματος) αιτήματα της προνομιούχου συντεχνίας τους.
Και ενώ συμμετέχουν στις διοικήσεις δημόσιων οργανισμών, αντί να ενδιαφέρονται για την εύρυθμη και αποτελεσματική τους λειτουργία, αναλώνονται στο διορισμό ημετέρων σε θέσεις ευθύνης, προκειμένου να διατηρήσουν και να διευρύνουν τα δίκτυα της επιρροής του, προσφέροντάς τα στα κόμματα εξουσίας, έναντι ανταλλαγμάτων.
Ο συνδικαλισμός έτσι όπως κατάντησε σήμερα, αντί για προπύργιο και προμαχώνα των εργαζομένων για μια καλύτερη ζωή, έχει μετατραπεί σε μηχανισμό προάσπισης ιδιοτελών συμφερόντων μιας κρατικοδίαιτης ελίτ.
Μαζί με την εποχή των προνεοτερικών δικτύων που φεύγει με κατεύθυνση την αρχαιολογία της κοινωνίας, φεύγει και ο κοορπορατικός συνδικαλισμός ως διαστροφή και παρέκκλιση του υγιούς ανταγωνισμού των κοινωνικών τάξεων.
Είναι άγνωστο, ακόμη, τι θα τον αντικαταστήσει. Το μόνο σίγουρο είναι πως η σημερινή κατάσταση οδηγεί μόνο στον εκφυλισμό και την παρακμή. Και αυτό, ίσως, είναι το μεγάλο κέρδος, αφού μετά τον μαρασμό, κάτι καινούργιο θα πρέπει να γεννηθεί.