Δεν υπάρχει κυβέρνηση πάνω στον πλανήτη η οποία να μην διακατέχεται από άγχος για τις οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις της πανδημίας και να μην επιδιώκει την όσο το δυνατόν συντομότερη επιστροφή στην «κανονικότητα». Στην περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ, ωστόσο, δεν μιλάμε απλώς για άγχος, αλλά για μια κατάσταση η οποία κινείται πέρα από αυτό.
Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ενώ οι επιστήμονες σήμαιναν συναγερμό και τον καλούσαν να επιβάλει επειγόντως περιοριστικά μέτρα, κάπου στα μέσα Μαρτίου, αυτός διαβεβαίωνε με περισσή βεβαιότητα ότι οι όποιες δυσλειτουργίες στην οικονομία δεν θα διαρκούσαν πάνω από μία-δύο εβδομάδες. Αν και έπεσε έξω και αναγκάστηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών, χθες ξαναχτύπησε : Τη στιγμή που οι νεκροί στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνονται κατά χιλιάδες καθημερινά, ενώ τα επιβεβαιωμένα κρούσματα έχουν ξεπεράσει τις 600.000, ο πρόεδρος έχει έτοιμο σχέδιο με το οποίο θα βάλει ξανά μπροστά την μηχανή της οικονομίας και μάλιστα πριν από την Πρωτομαγιά.
Ταυτόχρονα, ο Τραμπ συνεχίζει να αναζητεί ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους για να τους φορτώσει την ευθύνη τόσο για την εκατόμβη των νεκρών όσο και για το πλήγμα στην οικονομία. Έτσι, τη μία στιγμή στρέφεται κατά του Άντονι Φάουτσι, του λοιμωξιολόγου που είναι επικεφαλής της ομάδας κρούσης στον πόλεμο κατά του Covid-19, αναπαράγοντας tweets που ζητούν την αποπομπή του. Και την επόμενη ρίχνει τα βέλη του στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (στον οποίο έκοψε και την χρηματοδότηση...) και την Κίνα, κατηγορώντας τους μάλιστα ότι έχουν συγκροτήσει αντιαμερικανική συμμαχία.
Τα ευτράπελα δεν λείπουν, φυσικά, ούτε σε αυτή την περίπτωση. Ένα από αυτά είναι και το γεγονός ότι ο Τραμπ αποφάσισε οι επιταγές που θα λάβουν οι Αμερικανοί για ενίσχυση, της τάξης των 1.200 δολαρίων κατ' άτομο θα αναγράφουν το όνομά του στη θέση του εντολέα – λες και τα χρήματα προέρχονται από την προσωπική του περιουσία και όχι από τον κρατικό προϋπολογισμό, δηλαδή από τους φορολογούμενους.
Η οικονομία πάει χάλια
Η παραπάνω εικόνα δεν είναι, φυσικά, τυχαία ούτε αποτελεί σύμπτωση. Πολύ απλά, διότι οι προεδρικές εκλογές απέχουν πλέον λιγότερο από επτά μήνες και ο Τραμπ γνωρίζει ότι η κατάσταση στο μοναδικό μέτωπο το οποίο θα μπορούσε να τον οδηγήσει σε ήττα σε αυτόν τον πόλεμο, δηλαδή στην οικονομία, πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Όσο για την ταχεία ανάκαμψη στην οποία ελπίζει, δεν είναι δεδομένη, παρά τα δύο και πλέον τρισ. δολάρια που έχει δεσμευτεί να ρίξει στην αγορά η κυβέρνησή του και η Fed.
Τα τελευταία στοιχεία-σοκ για τις λιανικές πωλήσεις, την βιομηχανική παραγωγή και την αγορά ακινήτων αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Το ίδιο και οι εκτιμήσεις για τη συρρίκνωση του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο, που σύμφωνα με την Goldman Sachs μπορεί να φτάσει και το 9% σε ετήσια βάση – ποσοστό που ισοδυναμεί με την χειρότερη επίδοση στο συγκεκριμένο διάστημα από το 1958!
Εξαιρετικά δυσοίωνα είναι, ταυτόχρονα, τα μηνύματα από έναν κλάδο ο οποίος θεωρείται από τα ισχυρά χαρτιά του Τραμπ – τον πετρελαϊκό. Η «βουτιά» στη ζήτηση την οποία έχει προκαλέσει παγκοσμίως η κρίση της πανδημίας, σε συνδυασμό με τον σύντομο αλλά οδυνηρό «εμφύλιο» στις τάξεις των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, με πρωταγωνιστές την Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία, έχουν τεράστιο κόστος για τις ΗΠΑ.
Παρά την πρόσφατη συμφωνία για μεγάλη μείωση της ημερήσιας παραγωγής, οι αγορές δεν δείχνουν να πείθονται, με αποτέλεσμα η τιμή του πετρελαίου να συνεχίζει την πτωτική της πορεία. Η συνέπεια αυτής της εξέλιξης είναι ότι τα γεωτρύπανα σε πολλές εγκαταστάσεις στο αμερικανικό έδαφος έχουν σιγήσει, καθώς η εκμετάλλευση των σχιστολιθικών κοιτασμάτων κρίνεται πλέον ως οικονομικά ασύμφορη. Έτσι, δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν χαθεί – για 240.000 εντός του 2020 κάνουν λόγο ειδικοί του κλάδου – προκαλώντας αναταράξεις και δυσφορία σε πολιτείες στις οποίες το επιτελείο του Τραμπ θεωρούσε την νίκη στις επικείμενες εκλογές «κλειδωμένη», όπως είναι το Τέξας.
Συσπειρώνονται οι Δημοκρατικοί
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση και μπροστά στην υπαρξιακή αγωνία του προέδρου και υποψηφίου των Ρεπουμπλικάνων, οι Δημοκρατικοί ανασκουμπώνονται, καθώς βλέπουν τις ελπίδες τους να έχουν αυξηθεί. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος της συσπείρωσης στο πρόσωπο του Τζο Μπάιντεν, τον οποίο πλέον στηρίζουν ανοιχτά και ο Μπέρνι Σάντερς και η Ελίζαμπεθ Γουόρεν και ο Μπαράκ Ομπάμα, που βγαίνει πάλι μπροστά και αναμένεται να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο όσο πλησιάζει η ώρα της αναμέτρησης.
Έτσι, ο πρώην αντιπρόεδρος, ο οποίος μέχρι πριν λίγες εβδομάδες θεωρούνταν κάτι σαν «κουτσό άλογο», που δεν είχε τίποτα καινούριο ή ελκυστικό να προσφέρει, τώρα έχει σοβαρές ελπίδες να μετατραπεί σε γκανιάν στην κούρσα για τον Λευκό Οίκο. Πώς τα φέρνει η ζωή καμιά φορά...
AP Photo/Alex Brandon