Ο μελλοντικός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν δεσμεύθηκε χθες Τρίτη να «επανεξετάσει άμεσα» τον χαρακτηρισμό των σιιτών ανταρτών Χούθι στην Υεμένη ως «τρομοκρατική οργάνωση», κάτι που αποφάσισε ο προκάτοχός του παρά τους φόβους για επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης και να τερματίσει την αμερικανική στήριξη στη στρατιωτική εκστρατεία που διεξάγει η Σαουδική Αραβία στην εμπόλεμη χώρα.
«Θα προτείνουμε να επανεξεταστεί αμέσως αυτό για να διασφαλίσουμε ότι αυτό που κάνουμε δεν εμποδίζει την πρόσβαση ανθρωπιστικής βοήθειας» στην Υεμένη, δήλωσε ο Μπλίνκεν στη διάρκεια ακρόασής του στη Γερουσία για την έγκριση του διορισμού του στο υπουργείο Εξωτερικών.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε χθες Τρίτη εξαιρέσεις στις κυρώσεις «για κάποιες συναλλαγές» που αφορούν την εξαγωγή αγροτικών προϊόντων, φαρμάκων και ιατρικού εξοπλισμού.
Παράλληλα εξαιρεί από τις κυρώσεις τις μη κυβερνητικές οργανώσεις που στηρίζουν «ανθρωπιστικά έργα» καθώς και «επίσημες δραστηριότητες» της αμερικανικής κυβέρνησης, του ΟΗΕ και της Διεθνούς Επιτροπής Ερυθρού Σταυρού «στο μέτρο που οι δραστηριότητες αυτές υπόκεινται στην αμερικανική δικαιοδοσία».
Η απόφαση της απερχόμενης κυβέρνησης των ΗΠΑ να περιλάβει τους Χούθι στον κατάλογο με τις τρομοκρατικές οργανώσεις τέθηκε σε ισχύ χθες, με Δημοκρατικούς κοινοβουλευτικούς να έχουν ήδη ζητήσει από τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο Τζο Μπάιντεν να την ανακαλέσει.
Ο απερχόμενος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο εκτίμησε ότι η ένταξη των Χούθι στον κατάλογο με τις τρομοκρατικές οργανώσεις, ασκώντας πίεση στους σιίτες αντάρτες, θα τους αναγκάσει να επανεκκινήσουν τις πολιτικές διαπραγματεύσεις που έχουν περιέλθει σε τέλμα για την εξεύρεση λύσης στην κρίση στην Υεμένη. Ο ΟΗΕ από την πλευρά του προειδοποίησε ότι η κίνηση αυτή κινδυνεύει να εμποδίσει τις προσπάθειες που διεξάγονται για την επανέναρξη των συνομιλιών, καθώς θα σκληρύνει τη στάση των Χούθι.
Οι εξαιρέσεις που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ έχουν στόχο να περιορίσουν τις επιπτώσεις που έχει ο χαρακτηρισμός των Χούθι ως τρομοκρατική οργάνωση στην παροχή διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας στην Υεμένη, καθώς ενδέχεται να επιβάλλονται κυρώσεις σε όσους έχουν σχέση με τους σιίτες αντάρτες.
Όμως ο Άντονι Μπλίνκεν, όπως και ο ΟΗΕ, εκτιμούν ότι οι εξαιρέσεις αυτές δεν αρκούν.
«Η θέση μας στο θέμα δεν έχει αλλάξει» και «ζητούμε από την κυβέρνηση να ανακαλέσει την απόφασή της», δήλωσε ο Στεφάν Ντιζαρίτς, εκπρόσωπος του ΟΗΕ στη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης του Τύπου.
«Η ανησυχία μας από την αρχή, και το δηλώσαμε ξεκάθαρα, είναι οι επιπτώσεις στον εμπορικό τομέα, την ώρα που η μεγάλη πλειονότητα των τροφίμων και άλλων βασικών προϊόντων που φτάνουν στην Υεμένη προέρχονται από τον εμπορικό τομέα», εξήγησε ο Ντιζαρίτς.
Κίνδυνος λιμού
Την προηγούμενη εβδομάδα πολλοί αξιωματούχοι του ΟΗΕ είχαν ζητήσει από την Ουάσινγκτον να ανακαλέσει την απόφασή της, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο στην Υεμένη να ξεσπάσει ο χειρότερος λιμός εδώ και σαράντα χρόνια.
Η κρίση που σπαράσσει την Υεμένη εδώ και περισσότερα από πέντε χρόνια έχει προκαλέσει τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, τον εκτοπισμό εκατομμυρίων και έχει φέρει τον πληθυσμό της χώρας στα πρόθυρα λιμού.
Ένας συνασπισμός υπό τη Σαουδική Αραβία στηρίζει την κυβέρνηση της Υεμένης εναντόν των ανταρτών Χούθι. Η αμερικανική στήριξη σε αυτό τον συνασπισμό, κυρίως μέσω της παροχής στρατιωτικού εξοπλισμού, έχει επικριθεί επανειλημμένα από οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και Αμερικανούς κοινοβουλευτικούς.
«Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι θα πάψουμε να στηρίζουμε τη στρατιωτική εκστρατεία που διεξάγει η Σαουδική Αραβία στην Υεμένη», δήλωσε ο Μπλίνκεν χθες. «Θα το κάνουμε πολύ γρήγορα».
Ο ίδιος εκτίμησε ότι αν και οι Χούθι φέρουν «μεγάλη ευθύνη» για την ανθρωπιστική κρίση στην Υεμένη, «τη χειρότερη παγκοσμίως», ο σαουδαραβικός συνασπισμός «επίσης συνέβαλε σημαντικά στην κατάσταση αυτή».