Ο αρχηγός του αντιπολιτευόμενου και μεγαλύτερου αλβανικού κόμματος στη Βόρεια Μακεδονία, της «Δημοκρατικής Ένωσης για Ένταξη» (DUI), Αλί Αχμέτι κάλεσε απόψε το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας να απορρίψει όλες τις προσφυγές που έχουν κατατεθεί σε αυτό, με τις οποίες αμφισβητείται ο νόμος που διέπει τη χρήση της αλβανικής γλώσσας στη χώρα.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο θα συνεδριάσει μεθαύριο Τετάρτη (11/12) για να εξετάσει τις 13 συνολικά προσφυγές που έχουν υποβληθεί σε αυτό κατά του νόμου. Τις προσφυγές αυτές έχουν καταθέσει ως επί το πλείστον σλαβικά δεξιά και εθνικιστικά κόμματα και οργανώσεις, μεταξύ των οποίων και το κόμμα VMRO-DPMNE του πρωθυπουργού της Βόρειας Μακεδονίας, Χρίστιαν Μίτσκοσκι.
🇲🇰 Albanian opposition supporters in North Macedonia gathered and set up tents, planning to stay overnight outside the Macedonian Constitutional Court.
— kos_data (@kos_data) December 8, 2024
They are protesting what they see as a threat to the status of Albanian language as an official language.
The court is set to… pic.twitter.com/lKTETqTUjZ
«Στις 11 Δεκεμβρίου ζητάμε από το Συνταγματικό Δικαστήριο, αν είναι πραγματικά Συνταγματικό Δικαστήριο που απονέμει δικαιοσύνη, αν είναι δικαστήριο που νοιάζεται για τη δημοκρατία στη χώρα, για την ειρήνη και τη σταθερότητα και όχι ένα δικαστήριο που ρίχνει λάδι στο φωτιά, να απορρίψει και τις 13 πρωτοβουλίες, να μας αφήσει ήσυχους και να πάμε στα σπίτια μας» ανέφερε ο Αλί Αχμέτι, μιλώντας σε υποστηρικτές του κόμματός του, οι οποίοι ξεκίνησαν από χθες το βράδυ ξεκίνησαν κινητοποιήσεις, με ολοήμερες και ολονύχτιες συγκεντρώσεις “υπεράσπισης”, όπως τις αποκάλεσε του νόμου, μπροστά από το κτήριο του Συνταγματικού Δικαστηρίου στα Σκόπια, οι οποίες θα διαρκέσουν τουλάχιστον μέχρι την Τετάρτη.
«Μακριά τα χέρια σας από το νόμο για την (αλβανική) γλώσσα, γιατί αλλιώς δεν θα υπάρξει ειρήνη στη χώρα» συμπλήρωσε ο Αχμέτι.
Ανέφερε ακόμη ότι ο νυν πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της έγινε μέλος του Δικαστηρίου μετά από πρόταση του πρώην προέδρου της χώρας, Γκιόργκι Ιβάνοφ (προερχόταν από το VMRO-DPMNE) ο οποίος είχε αρνηθεί να υπογράψει το προεδρικό διάταγμα για να τεθεί σε ισχύ ο νόμος για τη χρήση της αλβανικής γλώσσας.
Ο νόμος αυτός, ο οποίος ψηφίστηκε το 2019 από την προηγούμενη κεντροαριστερή κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας με πρωθυπουργό τότε τον Ζόραν Ζάεφ, προβλέπει, μεταξύ άλλων, πως σε όλα τα επίπεδα της κεντρικής εξουσίας και στον ευρύτερο δημόσιο αλλά και δικαστικό τομέα, η επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η «μακεδονική» (όπως αυτή αναφέρεται στο Σύνταγμα της χώρας) όπως και η γλώσσα που ομιλείται από ποσοστό άνω του 20% των πολιτών της χώρας (αλβανική γλώσσα).
Με βάση την τελευταία απογραφή που διεξήχθη στη Βόρεια Μακεδονία το 2021, οι Αλβανοί αποτελούν το 24,3% του πληθυσμού της χώρας.
Ο Μίτσκοσκι κατηγόρησε το αλβανικό DUI για υποκίνηση διεθνοτικών εντάσεων, επειδή όπως ισχυρίζεται το κόμμα αυτό δεν βρίσκεται πλέον στην εξουσία και δεν μπορεί «να κατακλέβει άλλο το κράτος, όπως έκανε τα προηγούμενα 20 χρόνια».
Το DUI συμμετείχε σε όλες τις κυβερνήσεις της χώρας από το 2002 έως και τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους (με εξαίρεση τη διετία 2006-2008).
Ο Χρίστιαν Μίτσκοσκι, μετά την μεγάλη νίκη του κόμματός του στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν στη χώρα τον περασμένο Μάιο επέλεξε ως εταίρο του στην κυβέρνηση τον αλβανικό συνασπισμό με την επωνυμία «Αξίζει», ο οποίος στις εκλογές είχε έρθει δεύτερος, μεταξύ των αλβανικών παρατάξεων της Βόρειας Μακεδονίας, μετά τον συνασπισμό «Ευρωπαϊκό Μέτωπο» του οποίου ηγείται το DUI.
Η επιλογή εκείνη του Μίτσκοσκι προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί τις έντονες αντιδράσεις του κόμματος του Αλί Αχμέτι, το οποίο κατηγορεί τον Μίτσκοσκι για “καταπάτηση” της βούλησης της πλειοψηφίας των Αλβανών ψηφοφόρων στη Βόρεια Μακεδονία.
Ακόμη, 250 Αλβανοί διανοούμενοι στη Βόρεια Μακεδονία, μεταξύ των οποίων και οι πρυτάνεις των τριών αλβανόφωνων κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα, με ανοιχτή τους επιστολή, κάλεσαν το Συνταγματικό Δικαστήριο «να μην παίζει πολιτικά παιχνίδια» και να μην πειράξει το νόμο για την αλβανική γλώσσα, ενώ δύο Αλβανοί δικαστές του Δικαστηρίου αυτού θα μποϋκοτάρουν τη μεθαυριανή συνεδρίασή του και δεν θα παραυρεθούν σε αυτήν.
Πάντως, παρατηρήσεις για το νόμο αυτό έχει διατυπώσει και η Επιτροπή της Βενετίας, το συμβουλευτικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης για θέματα συνταγματικού δικαίου και κράτους δικαίου, η οποία θεώρησε ότι κάποιες πτυχές του νόμου αυτού, κυρίως όσον αφορά τη χρήση του στο δικαστικό σύστημα της Βόρειας Μακεδονίας «υπερβαίνουν τα ευρωπαϊκά πρότυπα που ορίζονται από τη Σύμβαση Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων και την Ευρωπαϊκή Χάρτα για τις περιφερειακές και μειονοτικές γλώσσες».
Οι παρατηρήσεις της Επιτροπής της Βενετίας αφορούν κυρίως την εφαρμογή της “διγλωσσίας” στέκεται κυρίως στo δικαστικό σύστημα, το οποίο με τον τρόπο αυτό, όπως επισημαίνει η Επιτροπή θα γίνει δυσλειτουργικό. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, η διάταξη του νόμου για την εφαρμογή του στο δικαστικό σύστημα της Βόρειας Μακεδονίας, όπως και κάποιες άλλες διατάξεις δεν εφαρμόζονται, ελλείψει πόρων και επαρκούς στελεχιακού δυναμικού.
Η διεθνοτική ένταση που εγείρεται στη Βόρεια Μακεδονία ενόψει της μεθαυριανής συνεδρίασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου έπεται των επεισοδίων που είχαν σημειωθεί πριν από περίπου δέκα περίπου ημέρες, με το κάψιμο της κρατικής σημαίας της Βόρειας Μακεδονίας από Αλβανούς κοντά στο κέντρο των Σκοπίων. Την επομένη δε, σλαβικής καταγωγής άτομα, έκαψαν, μάλλον ως αντίποινα την αλβανική σημαία στην πόλη Πρίλεπ και πυρπόλησαν αυτοκίνητα Αλβανών στην πόλη Κουμάνοβο.
Παρά το γεγονός πως η ένταση στις διεθνοτικές σχέσεις στη Βόρεια Μακεδονία έχει αμβλυνθεί τα τελευταία χρόνια, αυτές παραμένουν εύθραυστες.
Το 2001 ένοπλοι Αλβανοί του UCK είχαν εμπλακεί σε πολύμηνες συγκρούσεις με τις κυβερνητικές δυνάμεις της τότε ΠΓΔΜ, που λίγο έλειψε να οδηγήσουν στον διαμελισμό της χώρας.
Οι συγκρούσεις εκείνες έλαβαν τέλος τον Αύγουστο του 2001 με την υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας της Οχρίδας, με την οποία ο αλβανικός πληθυσμός της χώρας απέκτησε δικαιώματα που διεκδικούσε από την ανεξαρτησία της χώρας, το 1991.
O Αλί Αχμέτι υπήρξε ο πολιτικός διοικητής του UCK και μετά τη συμφωνία της Οχρίδας προχώρησε στην ίδρυση του κόμματος DUI.