Παρατείνονται οι περιοριστικοί κανόνες του lockdown κατά τρεις εβδομάδες στη Γερμανία, έπειτα από συμφωνία των ομοσπονδιακών κρατιδίων, όπως αναφέρει το «Business Insider».
Σημειώνεται πως οι περιορισμοί του lockdown επρόκειτο να λήξουν την επόμενη Δευτέρα.
Οι ισχύοντες περιοριστικοί κανόνες για την αντιμετώπιση του κορονοϊού θα ισχύσουν μετά τη συμφωνία των κρατιδίων για την παράταση αυτή έως τις 9 Μαΐου και θα ισχύσουν στις περισσότερες περιοχές τους τα ακόλουθα: τα ψώνια επιτρέπονται μόνον εφόσον έχουν προηγηθεί ένα αρνητικό διαγνωστικό τεστ και ένα ραντεβού, τα σχολεία και οι παιδικοί σταθμοί θα είναι ανοιχτά σε περιορισμένο βαθμό, αλλά οι ιδιωτικές συναντήσεις είναι δυνατές μόνο σε πολύ περιορισμένο βαθμό.
Ο αθλητισμός, τα πολιτιστικά ιδρύματα, τα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια θα παραμείνουν στην ουσία κλειστά προς το παρόν, καθώς περισσότερα από τα δύο τρίτα όλων των περιοχών της Γερμανίας δεν πληρούν τις τιμές συχνότητας κρουσμάτων που είναι απαραίτητες για τα ανοίγματα σε αυτούς τους τομείς.
Με την απόφασή τους αυτή, τα ομοσπονδιακά κρατίδια αντιδρούν στα σχέδια της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για ένα ομοσπονδιακό «φρένο έκτακτης ανάγκης». Αυτό θα μπορούσε να τεθεί σε ισχύ την επόμενη εβδομάδα, καθώς αυτή τη στιγμή γίνεται η επεξεργασία της ανάλογης αλλαγής του νόμου. Τα κρατίδια φοβούνται ότι θα υπάρξει νομοθετικό κενό, και γι 'αυτό αντιδρούν ήδη από τώρα.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες της ηλεκτρονικής ειδησεογραφικής πύλης «Business Insider», η καγκελαρία εκτιμά ότι το ομοσπονδιακό «φρένο έκτακτης ανάγκης» θα ισχύει στις περιοχές όπου ο αριθμός των κρουσμάτων είναι αυξημένος, έως τα τέλη Μαΐου ή τα μέσα Ιουνίου. Και τούτο διότι η διαδικασία μόλυνσης μόνο τότε μπορεί να έχει τεθεί υπό έλεγχο κατά τον χριστιανοδημοκράτη (CDU) επικεφαλής της καγκελαρίας Χέλγκε Μπράουν.
Στο ίδιο κλίμα, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται η εφημερίδα «Tagesspiegel», το ενδεχόμενο να παραμείνει η χώρα σε lockdown έως τα μέσα Ιουνίου συζήτησε με τα επιτελεία των κρατιδιακών κυβερνήσεων ο προσωπάρχης της Καγκελαρίας Χέλγκε Μπράουν. Η κυβέρνηση αναμένει επιδείνωση της επιδημιολογικής κατάστασης, διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων έως έξι εβδομάδων.