Δεν αναμένεται να προκύψουν συμφωνίες από τις συνομιλίες Πούτιν-Μπάιντεν
Κρεμλίνο

Δεν αναμένεται να προκύψουν συμφωνίες από τις συνομιλίες Πούτιν-Μπάιντεν

Η αυριανή συνάντηση ανάμεσα στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν στη Γενεύη είναι απίθανο να αποδώσει χειροπιαστές συμφωνίες, ωστόσο οι συνομιλίες θα είναι χρήσιμες, δήλωσε σήμερα ένας σύμβουλος του Κρεμλίνου.

Οι δύο ηγέτες θα συναντηθούν για πρώτη φορά από τότε που ο Μπάιντεν ανέλαβε την προεδρία με τις διμερείς σχέσεις να βρίσκονται στο χειρότερο σημείο των τελευταίων ετών.

Ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, Γιούρι Ουσακόφ, είπε στους δημοσιογράφους ότι η ατζέντα των συνομιλιών--πέραν των τελικών επίσημων ανακοινώσεων επιβεβαιώθηκε στο χθεσινό τηλεφώνημά του με τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν.

Η ισορροπία στα πυρηνικά, η κλιματική αλλαγή, η κυβερνοασφάλεια και η τύχη των Αμερικανών και ρώσων υπηκόων που κρατούνται σε φυλακές της Ρωσίας και των ΗΠΑ αντίστοιχα θα συζητηθούν κατά τη συνάντηση, είπε ο σύμβουλος του Κρεμλίνου.

«Δεν είμαι βέβαιος ότι θα προκύψουν συμφωνίες. Αντιμετωπίζω αυτή τη συνάντηση με αισιοδοξία», είπε ο Ουσακόφ στους δημοσιογράφους σε δηλώσεις του που έλαβαν άδεια δημοσίευσης σήμερα.

«Η κατάσταση είναι σχεδόν κρίσιμη. Φυσικά, κάτι θα πρέπει να γίνει σε αυτό το πλαίσιο», πρόσθεσε ο πρεσβευτής της Ρωσίας στις ΗΠΑ από το 1998 ως το 2008.

Ο Μπάιντεν, ο οποίος τον Μάρτιο είχε χαρακτηρίσει «δολοφόνο» τον Πούτιν, έναν πρώην πράκτορα της KGB, θεωρεί ότι η συμπεριφορά της Ρωσίας είναι απαράδεκτη σε πολλά μέτωπα. Έχει επίσης αναφερθεί στα «διλήμματα» της Ρωσίας--την μετασοβιετική οικονομική κατάρρευση, τον υπερβολικό ζήλο της--όπως τον έχει χαρακτηρίσει--ως προς τη Συρία και προβλήματα ως προς την COVID-19.

Οι αμερικανορωσικές σχέσεις βυθίστηκαν στο χαμηλότερο μεταψυχροπολεμικό επίπεδο έπειτα από την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία το 2014. Η Ουάσινγκτον έχει επίσης κατηγορήσει την Μόσχα για ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές του 2016 επιβάλλοντας κυρώσεις σε ρωσικές εταιρείες και πρόσωπα.