Δασμοί στις εισαγωγές από την Ευρώπη, νέες πιέσεις για αύξηση των αμυντικών δαπανών, περικοπές στη βοήθεια προς την Ουκρανία; Πολλές ήταν οι προεκλογικές εξαγγελίες του Ντόναλντ Τραμπ που έχουν προκαλέσει «πονοκέφαλο» στο Βερολίνο. Λεπτομέρειες δεν έχουν γίνει γνωστές. Το σίγουρο είναι πως ό,τι κι αν κάνει ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, θα επηρεάσει τον προεκλογικό αγώνα στη Γερμανία σε μία κρίσιμη συγκυρία, καθώς απομένουν πέντε εβδομάδες μέχρι την κάλπη.
Σε κίνδυνο εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας;
Ο μεγαλύτερος φόβος που επικρατεί στη Γερμανία αφορά το διεθνές εμπόριο. Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εξαγγείλει την επιβολή δασμών στις εισαγωγές, για να προστατεύσει την εγχώρια βιομηχανία. Κάτι τέτοιο θα επηρέαζε κατ' εξοχήν τη Γερμανία, η οποία στηρίζει την οικονομική ευρωστία της στις εξαγωγές.
«Εάν πραγματικά επιβληθούν αυτοί οι δασμοί, κινδυνεύουν θέσεις εργασίας στη Γερμανία» προειδοποιεί ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Ρολφ Μίτσενιχ. Επικαλούμενη στοιχεία του Ινστιτούτου Prognos, η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung ανέφερε προ ημερών ότι στη Γερμανία περίπου 1,2 εκατομμύρια θέσεις εργασίας εξαρτώνται από τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ και 300.000 από αυτές βρίσκονται σε κίνδυνο, εφόσον ο Τραμπ υλοποιήσει τα όσα είχε εξαγγείλει προεκλογικά.
Ιδιαίτερα οδυνηρές, σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, θα ήταν οι συνέπειες για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που ούτως ή άλλως αντιμετωπίζει προβλήματα. Σήμερα μία στις τρεις νέες Porsche και μία στις έξι BMW κατευθύνονται στη βορειοαμερικανική αγορά, ενώ η Volkswagen, η Audi και η Mercedes-Benz εξάγουν γύρω στο 12-15% της παραγωγής τους στις ΗΠΑ.
Εύλογη είναι η απάντηση της ΕΕ: Εάν πράγματι υλοποιηθούν οι απειλές περί δασμών οι Ευρωπαίοι θα απαντήσουν, επιβάλλοντας με τη σειρά τους δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα. Αλλά ακόμη και αν αποφευχθεί τελικά ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, η επιβολή δασμών από την Ουάσινγκτον στην Κίνα θα είχε επίσης σοβαρές συνέπειες για τους Ευρωπαίους, γιατί σε αυτή την περίπτωση οι Κινέζοι θα κατέβαλαν ακόμη πιο έντονη προσπάθεια να διεισδύσουν στις ευρωπαϊκές αγορές.
Το ζήτημα της Ουκρανίας
Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα ο Ντόναλντ Τραμπ υπερηφανευόταν ότι είναι σε θέση να τερματίσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία «μέσα σε 24 ώρες». Σήμερα παραδέχεται ότι «μπορεί να χρειαστεί και μισός χρόνος». Κυκλοφορεί το σενάριο ότι ο νέος πρόεδρος ίσως περιορίσει τη βοήθεια προς τους Ουκρανούς για να τους αναγκάσει να προσέλθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μία τέτοια εξέλιξη θα προκαλούσε έντονο προβληματισμό στο Βερολίνο, που αυτή τη στιγμή είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος πάροχος στρατιωτικής βοήθειας στο Κίεβο μετά τους Αμερικανούς.
Παρά ταύτα, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς δηλώνει αισιόδοξος ότι θα βρεθεί κοινό έδαφος. «Δεν θεωρώ ότι οι ΗΠΑ θα περικόψουν την στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία» δήλωσε την περασμένη Παρασκευή ο καγκελάριος. Εντός της «συγκυβέρνησης» του Βερολίνου παραμένουν ωστόσο οι διαφωνίες για το αν θα εγκριθεί πριν τις εκλογές περαιτέρω βοήθεια ύψους τριών δισεκατομμυρίων ευρώ προς το Κίεβο. Ο ίδιος ο Σολτς θα την ενέκρινε μόνο εάν μπορούσε να αναστείλει το συνταγματικά κατοχυρωμένο «φρένο του χρέους». Αντιθέτως οι συγκυβερνώντες Πράσινοι, το Κόμμα των Φιλελευθέρων (FDP), αλλά και το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης (CDU) αναζητούν δυνατότητες «έκτακτης» χρηματοδότησης.
Αμυντικές δαπάνες 5% του ΑΕΠ;
Ένα ακόμη σημείο τριβής μεταξύ Γερμανίας και ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει το ύψος των αμυντικών δαπανών. Ήδη κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του ο Ντόναλντ Τραμπ καλούσε τους νατοϊκούς εταίρους- και ιδιαίτερα τους Γερμανούς- να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους σε ποσοστό 2% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Τώρα απαιτεί μία ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ.
Η Γερμανία εκπλήρωσε τον στόχο του 2%, αν και οριακά, για πρώτη φορά το 2024. Μία αύξηση στο 5% θα σήμαινε ότι, το 2025 ο αμυντικός προϋπολογισμός της χώρας θα ξεπερνούσε τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ. Ο Όλαφ Σολτς έχει ξεκαθαρίσει ότι κάτι τέτοιο «θα γινόταν μόνο με μαζικές αυξήσεις φόρων ή με δραστικές περικοπές σε πολλές προτεραιότητες που θεωρούμε σημαντικές» και γι' αυτό αποκλείεται. Αυτό δεν σημαίνει ότι το Βερολίνο δεν παίρνει στα σοβαρά τις απαιτήσεις του Ντόναλντ Τραμπ. Οι περισσότεροι ωστόσο- μεταξύ αυτών ο «πράσινος» αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ, αλλά και ο πρόεδρος των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) Μάρκους Ζέντερ- εκτιμούν ότι θα επέλθει συμβιβασμός σε ένα ποσοστό 3 με 3,5% του ΑΕΠ.
Προεκλογικές αιχμές κατά του Τραμπ
Γενικότερα ο Όλαφ Σολτς φαίνεται αποφασισμένος να πάει «κόντρα» στον Ντόναλντ Τραμπ, τουλάχιστον στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα. Μόλις έγιναν γνωστές οι αξιώσεις του νέου Αμερικανού προέδρου απέναντι στη Γροιλανδία και τον Παναμά, ο καγκελάριος ήταν ο πρώτος ευρωπαίος ηγέτης που άσκησε δημόσια κριτική.
Αντιθέτως, η χριστιανοδημοκρατική αντιπολίτευση επιδεικνύει εγκράτεια. Ο Γιούργκεν Χαρντ, στέλεχος της CDU για θέματα Eξωτερικής Πολιτικής, παρέστη στην τελετή ορκωμοσίας του νέου προέδρου στην Ουάσινγκτον, ενώ ο πρόεδρος του κόμματος, Φρίντριχ Μερτς, έχει δηλώσει ότι θα συγχαρεί με ιδιόχειρη επιστολή τον Τραμπ. «Δεν βοηθάει να σηκώνουμε το δάχτυλο κάνοντας παρατηρήσεις» λέει ο «εν αναμονή καγκελάριος». «Χρειάζεται συντονισμός, συνεργασία και εκπόνηση στρατηγικής».
Πηγή: Deutsche Welle