Η άνοδος της ακροδεξιάς και του λαϊκισμού στην Ευρώπη διαμορφώνουν ένα νέο πολιτικό σκηνικό στην ΕΕ μετά τη σαρωτική νίκη του κόμματος της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία άλλα και την πρωτοφανή άνοδο της AfD στη Γερμανία. Ωστόσο, σε ανάλυσή του, ο Economist εκτιμά ότι το ευρωπαϊκό Κέντρο προσπερνάει τον σκόπελο και αντέχει.
Οι εκλογές που διεξήχθησαν στις 6-9 Ιουνίου «τιμώρησαν» ορισμένα κόμματα, με πιο ξεκάθαρο τρόπο στη Γερμανία και κυρίως στη Γαλλία, όπου ο Εμανουέλ Μακρόν, στον απόηχο της νίκης του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού διέλυσε την Εθνοσυνέλευση και προκήρυξε πρόωρες εκλογές, οδηγώντας τη χώρα σε ένα ασαφές μέλλον. Παράλληλα, στη Γερμανία, ο Όλαφ Σολτς, ο οποίος είδε τα κόμματα του συνασπισμού του να κερδίζουν πενιχρά ποσοστά, είναι τώρα αντιμέτωπος με τη μεγάλη άνοδο της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) στις κάλπες. Μάλιστα, στην ανατολική Γερμανία η AfD προηγείται ακόμη και του CDU, στοιχείο σημαντικό, εν όψει εκλογών στα κρατίδια της Σαξονίας, της Θουριγγίας και του Βρανδεμβούργου το φθινόπωρο.
Η συνεχιζόμενη άνοδος των λαϊκιστικών κομμάτων στις δύο μεγαλύτερες χώρες της ΕΕ, ακόμη και το αποτέλεσμα δεν είναι το ίδιο σε άλλες χώρες, θα καταστήσει δυσκολότερο για τα κεντρώα κόμματα να έχουν «το πάνω χέρι» στα κύρια θεσμικά όργανα των Βρυξελλών, χωρίς την υποστήριξη εθνικιστών πολιτικών.
«Η πολιτική αστάθεια ποτέ δεν είναι κάτι καλό για την Ευρώπη. Τους επόμενους μήνες θα γίνουν πολλές αλλαγές», αναφέρει η Σοφί Πορνσλέγκελ, διευθύντρια έρευνας στο think tank «Ζακ Ντελόρ» στις Βρυξέλλες.
Περιορισμένα κέρδη για την Ακροδεξιά
Παρά τα αυξημένα ποσοστά σε Γαλλία και Γερμανία, οι προβλέψεις για μια ευρύτερη επικράτηση της Ακροδεξιάς στην ΕΕ δεν φαίνεται να έχουν επιβεβαιωθεί. Καθώς έρχονταν τα αποτελέσματα, οι προβλέψεις ήταν ότι οι ακροδεξιές δυνάμεις στο κοινοβούλιο, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων συμμάχων του AfD, της Eθνικής Συσπείρωσης και της πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι, θα αύξαναν ελάχιστα το ποσοστό των εδρών τους, από 17% σε 19%.
Παράλληλα, στην Ολλανδία, ο ακροδεξιός Γκερτ Βίλντερς που κέρδισε στις εθνικές εκλογές του Νοεμβρίου, έχασε από κεντρώους αντιπάλους στην ευρωπαϊκή κάλπη.
Επίσης, στο Βέλγιο, το ξενοφοβικό Vlaams Belang δεν κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή των δημοσκοπήσεων όπως αναμενόταν, ενώ οι Σουηδοί Δημοκράτες, επίσης ακροδεξιοί, δεν είχαν καλά αποτελέσματα.
Η επόμενη ημέρα
Πέρα από τον αντίκτυπο στο εσωτερικό των κρατών μελών, το πραγματικό νόημα των εκλογών της ΕΕ που διεξάγονται ανά πενταετία είναι ο διορισμός ενός νέου σώματος 720 ευρωβουλευτών, οι οποίοι θα είναι υπεύθυνοι, μαζί με τα αλλά θεσμικά όργανα της ΕΕ, για τη χάραξη πολιτικής της Ένωσης σε κρίσιμους τομείς.
Το πρώτο καθήκον των ευρωβουλευτών θα είναι να εγκρίνουν την επιλογή των ηγετών της ΕΕ για τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ισχυρού εκτελεστικού βραχίονα του μπλοκ. Η Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, θα έχει τώρα πιθανότατα την πρώτη ευκαιρία να παραμείνει στη θέση αυτή, αφού η κεντροδεξιά συμμαχία της, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, ήρθε πρώτη με περισσότερες από 180 έδρες, περίπου το ίδιο ποσοστό που πέτυχε το 2019. Οι 27 ηγέτες της ΕΕ θα συναντηθούν στις 17 Ιουνίου για να συζητήσουν τον προτεινόμενο υποψήφιο για την κορυφαία θέση.
Ωστόσο, ακόμη και η μέτρια αύξηση των εδρών που πηγαίνουν στην ακροδεξιά μπορεί να είναι αρκετή για να δυσκολέψει την επικύρωση στην αίθουσα των Βρυξελλών. Οι 400 περίπου έδρες που θα πάνε στα κόμματα που υποστήριξαν την Φον ντερ Λάιεν το 2019 μπορεί να μην είναι αρκετές για να εξασφαλίσει 361 ψήφους σε μια μυστική ψηφοφορία.
Οι επόμενες εβδομάδες αναμένεται να κυριαρχηθούν από το κατά πόσον η πρόεδρος της Κομισιόν θα μπορούσε να πείσει άτομα όπως η Ιταλίδα πρωθυπουργός να τη στηρίξουν. Τώρα, ωστόσο, όλη η προσοχή στρέφεται στη Γαλλία, όπου ο Μακρόν μπορεί σύντομα να δει το κύρος του να καταρρέει, σχολιάζει ο Economist.