Πρώτα επιστροφή στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και στη συνέχεια συζήτηση για τις άλλες απειλές που αποτελεί η Τεχεράνη: ο Τζο Μπάιντεν φαίνεται να αγνοεί τις εκκλήσεις να συνεχίσει την πολιτική άσκησης «μέγιστης πίεσης» στο Ιράν, την οποία ακολουθεί ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προκειμένου να αποσπάσει υποχωρήσεις από την Τεχεράνη.
Στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ο Δημοκρατικός υποψήφιος είχε δηλώσει ότι αν οι ιρανικές αρχές επιστρέψουν «στην αυστηρή τήρηση» των δεσμεύσεών τους βάσει της συμφωνίας του 2015, οι ΗΠΑ θα επιστρέψουν με τη σειρά τους σε αυτή και θα τη θεωρήσουν «σημείο εκκίνησης» για τις διαπραγματεύσεις «που θα ακολουθήσουν».
Μετά την εκλογή του επιμένει σε αυτή τη θέση. «Θα είναι δύσκολο, αλλά ναι», δήλωσε σε συνέντευξή του στους New York Times όταν ρωτήθηκε σχετικά.
«Ο καλύτερος τρόπος να πετύχουμε μια κάποια σταθερότητα στην περιοχή» είναι να ασχοληθούμε «με το πυρηνικό πρόγραμμα» της Τεχεράνης, εκτίμησε ο Μπάιντεν σε αυτή τη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε χθες Τετάρτη και στην οποία προειδοποίησε κατά μιας κούρσας στη Μέση Ανατολή για την απόκτηση ατομικής βόμβας.
Ο Τραμπ είχε αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, την οποία είχαν υπογράψει και η Κίνα, η Ρωσία, η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία, προκειμένου να αποτρέψουν την Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.
Παράλληλα ο Ρεπουμπλικάνος απερχόμενος πρόεδρος είχε επαναφέρει τις αμερικανικές κυρώσεις εναντίον του Ιράν, που είχαν αρθεί το 2015, προς απογοήτευση των Ευρωπαίων εταίρων της Ουάσιγκτον που επιθυμούν να σώσουν τη συμφωνία. Πρόσφατα η Τεχεράνη άρχισε να παραβιάσει κάποιους από τους όρους της.
Μόνο μετά την επιστροφή της Ουάσινγκτον και της Τεχεράνης στη συμφωνία «σε συνεργασία με τους συμμάχους και εταίρους μας, δεσμευόμαστε σε διαπραγματεύσεις και νέες συμφωνίες για να αυστηροποιηθούν και να παραταθούν οι περιορισμοί που έχουν τεθεί στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να συζητήσουμε το βαλλιστικό του πρόγραμμα», εξήγησε ο Μπάιντεν.
Αυτές οι νέες συνομιλίες, στις οποίες ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ θέλει να συμμετάσχουν και χώρες της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία, θα αφορούν και τις δραστηριότητες του Ιράν στη Μέση Ανατολή.
«Ιεράρχηση των προτεραιοτήτων»
Η στρατηγική του Μπάιντεν προβλέπει την άρση των αυστηρών κυρώσεων που επέβαλε ο Τραμπ με αντάλλαγμα την απλή επιστροφή του Ιράν στη συμφωνία, η οποία υπεγράφη όταν ο ίδιος ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μπαράκ Ομπάμα.
Η κυβέρνηση Τραμπ από την πλευρά της έχει δεσμευθεί να αυξάνει τις κυρώσεις εναντίον του Ιράν ως το τέλος της θητείας της. Η πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Νίκι Χέιλι έχει εκτιμήσει ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα διαπράξει «μεγάλο λάθος» αν «πέσει στην αγκαλιά των αγιατολάδων».
Ο δημοσιογράφος των New York Times Τόμας Φρίντμαν, που πήρε τη συνέντευξη από τον Μπάιντεν, τον προειδοποίησε κατά μιας απόπειρας απλώς να επιστρέψει στα παλιά σε μια Μέση Ανατολή που έχει αλλάξει. «Το Ισραήλ και οι Άραβες σύμμαχοί μας στον Κόλπο δεν θα ήθελαν οι ΗΠΑ να αποκηρύξουν τη σχέση τους με τις ευνοϊκές προς αυτές δυνάμεις» προκειμένου «να λάβουν από το Ιράν μια δέσμευση να σταματήσει να εξάγει τους πυραύλους ακριβείας του» οι οποίοι αποτελούν την πιο άμεση απειλή για εκείνους, είχε γράψει την προηγούμενη εβδομάδα ο Φρίντμαν.
Η δολοφονία στις 27 Νοεμβρίου στην Τεχεράνη του πυρηνικού επιστήμονα του Ιράν Μοχσέν Φαχριζαντέχ, για την οποία το Ιράν κατηγορεί το Ισραήλ, αποτελεί μια υπενθύμιση των εμποδίων που θα αντιμετωπίσει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ.
«Ο Μπάιντεν πρέπει να προσέξει να μην σπαταλήσει τις σχέσεις ευνοϊκής ισχύος που δημιουργήθηκαν χάρη στη στρατηγική της μέγιστης πίεσης», εκτίμησε ο Άλεξ Βατάνκα του Middle East Institute στην Ουάσινγκτον.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «κανείς στο Ιράν δεν πιστεύει ότι ο Μπάιντεν είναι ένας μαλθακός τύπος»: «όλοι περιμένουν ότι θα εκμεταλλευθεί στο έπακρο την κατάσταση», τουλάχιστον για να απομακρύνει τον κίνδυνο της πυρηνικής απειλής, που θεωρεί μεγαλύτερο.
Η συμφωνία του 2015 «έχει τραυματιστεί, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει» και η αναβίωσή της «δεν σημαίνει ότι θα θυσιαστούν άλλα ζητήματα, απλώς πρόκειται για μια ιεράρχηση των προτεραιοτήτων», επεσήμανε από την πλευρά του ο Ναϊσάν Ραφατί του International Crisis Group.
«Ο νέος πρόεδρος και η ομάδα του φαίνεται να έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αρχικά η ενίσχυση των θεμελίων αυτής της συμφωνίας είναι ο καλύτερος τρόπος για να φτάσουν και σε άλλα ζητήματα από το να μπουν όλα μαζί στο τραπέζι ταυτόχρονα με κίνδυνο να μην επιλυθεί τίποτα», πρόσθεσε.