Η υποστήριξη σε λαϊκιστικά κόμματα και λαϊκιστές πολιτικούς μειώθηκε δραστικά στη διάρκεια της πανδημίας, μερικές φορές σε σημείο κατάρρευσης, σύμφωνα με μία νέα μεγάλη διεθνή μελέτη από το Κέντρο για τη Μελέτη της Δημοκρατίας (CFD) του βρετανικού Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Πρόκειται για την πρώτη παγκόσμια έρευνα για το πώς η Covid-19 επηρέασε τις πολιτικές αντιλήψεις και γενικότερα το πολιτικό σκηνικό σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η έρευνα, που αφορούσε τις απόψεις άνω του μισού εκατομμυρίου ανθρώπων σε 109 χώρες (μεταξύ των οποίων η Ελλάδα) κατά την περίοδο 2020-21, βρήκε σαφείς ενδείξεις ότι το λαϊκιστικό κύμα που είχε προηγηθεί ανακόπηκε από την πανδημία, εν μέρει εξαιτίας της αδιάφορης ή εσφαλμένης διαχείρισης της κρίσης του κορονοϊού από πολλούς λαϊκιστές ηγέτες (Τραμπ, Μπολσονάρο κ.ά.), καθώς και από τη διάχυτη στους πολίτες επιθυμία για σταθερότητα, που είχε ως αποτέλεσμα μία μείωση στις πολωτικές απόψεις και μία άνοδο των κεντρώων αντιλήψεων.
Η μελέτη θεώρησε κεντρικές λαϊκιστικές απόψεις τις εξής τέσσερις: Η χώρα είναι διχασμένη ανάμεσα σε κανονικούς ανθρώπους και σε διεφθαρμένες ελίτ - Η βούληση του λαού πρέπει να καθοδηγεί την πολιτική - Ειδικά συμφέροντα μπλοκάρουν την πρόοδο - Πληροφορίες αποκρύπτονται σκοπίμως από το κοινό.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ρομπέρτο Φόα, συν-διευθυντή του CFD, επισημαίνουν ότι οι απειλές της πανδημίας επέφεραν μία «τεχνοκρατική» μετατόπιση και αντίστοιχη απομάκρυνση από τον λαϊκισμό, με παράλληλη αύξηση της εμπιστοσύνης στις κυβερνήσεις και τους ειδικούς όπως οι επιστήμονες.
Όπως ανέφερε ο Φόα, «η ιστορία της πολιτικής κατά τα πρόσφατα χρόνια χαρακτηρίστηκε από την ανάδυση αντικαθεστωτικών πολιτικών που άνθησαν εν μέσω μίας αυξημένης έλλειψης εμπιστοσύνης στους ειδικούς. Από τον Ερντογάν και τον Μπολσονάρο μέχρι τους αυταρχικούς ηγέτες της ανατολικής Ευρώπης, ο πλανήτης γνώρισε ένα κύμα πολιτικού λαϊκισμού. Η Covid-19 φαίνεται να έβαλε ένα τέλος σε αυτό το κύμα». Πρόσθεσε ότι «η εκλογική υποστήριξη σε λαϊκιστικά κόμματα έχει καταρρεύσει σε όλον τον κόσμο με τρόπο που δεν έχουμε δει για τους πιο συμβατικούς πολιτικούς. Υπάρχουν, πλέον, σοβαρές ενδείξεις ότι η πανδημία περιόρισε σοβαρά την άνοδο του λαϊκισμού».
Τα ποσοστά αποδοχής των λαϊκιστών ηγετών ανά τον κόσμο άρχισαν να πέφτουν σχεδόν μόλις «χτύπησε» ο κορονοϊός και έκτοτε συνέχισαν να μειώνονται. Κατά μέσο όρο, οι λαϊκιστές ηγέτες έχουν εμφανίσει μία πτώση κατά 10% μεταξύ της άνοιξης του 2020 και του τελευταίου τριμήνου του 2021, ενώ αντίθετα τα ποσοστά αποδοχής των μη λαϊκιστών έχουν επιστρέψει (πάλι κατά μέσο όρο) περίπου στα προ πανδημίας επίπεδά τους.
Ανάλογη «βουτιά» έχει σημειώσει η αποδοχή των λαϊκιστικών κομμάτων, με το φαινόμενο να είναι πιο ορατό στην Ευρώπη, όπου το ποσοστό όσων δηλώνουν πλέον ότι θα ψηφίσουν κάποιο λαϊκιστικό κόμμα να έχει πέσει κατά μέσο όρο 11 ποσοστιαίες μονάδες, στο 27%.
Αυτό παρατηρείται τόσο στα λαϊκιστικά κόμματα που βρίσκονται στην κυβέρνηση, όπως τα «Πέντε Αστέρια» στην Ιταλία και το «Fidezs» (του Όρμπαν) στην Ουγγαρία, όσο και αυτά στην αντιπολίτευση, στα οποία η υποστήριξη κατά τη διάρκεια της πανδημίας έπεσε κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες, κατά μέσο όρο στο 11%. Αντίθετα, κόμματα μη λαϊκιστικά στην αντιπολίτευση κέρδισαν «πόντους» εν μέσω πανδημίας.
Τον Ιούνιο του 2020 η έγκριση από τους πολίτες του τρόπου χειρισμού της πανδημίας από τις κυβερνήσεις ήταν κατά μέσο όρο 11 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερη στις χώρες με λαϊκιστές ηγέτες σε σχέση με εκείνες που είχαν πιο κεντρώες κυβερνήσεις και έως το τέλος του 2020 αυτή η «ψαλίδα» είχε διευρυνθεί στις 16 μονάδες.
«Η πανδημία ενίσχυσε ένα αίσθημα κοινού στόχου που μείωσε την πολιτική πόλωση, την οποία είχαμε δει κατά την τελευταία δεκαετία. Αυτό βοηθά να εξηγηθεί γιατί οι λαϊκιστές ηγέτες πασχίζουν, πλέον, να κερδίσουν υποστήριξη», δήλωσε ο ερευνητής δρα Ξαβιέ Ρομέρο-Βιδάλ.
Σχεδόν σε όλες τις χώρες με λαϊκιστικές απόψεις, όπως «οι διεφθαρμένες ελίτ χωρίζουν το έθνος μας» ή «η βούληση του λαού πρέπει να γίνεται σεβαστή», μεταξύ 2019 και 2021 έχουν χάσει σημαντικό έδαφος, π.χ. κατά 9% στην Ιταλία, 10% στη Γαλλία και 8% στη Βρετανία. Σύμφωνα με τον Φόα, εν μέρει αυτό οφείλεται στο ότι «το κλείσιμο των συνόρων λόγω Covid-19 σταμάτησε τη μετανάστευση και το παγκοσμιοποιημένο εμπόριο πιο αποτελεσματικά από κάθε λαϊκιστική κυβέρνηση».
Από την άλλη πλευρά, όμως, σύμφωνα με την έρευνα, η λαϊκιστική υποχώρηση δεν φαίνεται να έχει συνοδευτεί από μία ανανεωμένη πίστη στη φιλελεύθερη δημοκρατία. Μάλλον οι πολίτες τείνουν να υποστηρίξουν πιο τεχνοκρατικές λύσεις, ευνοώντας τη λήψη αποφάσεων από μη πολιτικούς ειδικούς. Η πεποίθηση ότι οι ειδικοί πρέπει να παίρνουν αποφάσεις «σύμφωνα με αυτό που θεωρούν το καλύτερο για τη χώρα τους», έχει αυξηθεί από το καλοκαίρι του 2020 έως το τέλος του 2021 στην Ευρώπη κατά 14%, φθάνοντας το 62%, και στις ΗΠΑ κατά 8%, φθάνοντας το 57%.
Ενώ η εμπιστοσύνη στις κυβερνήσεις έχει αυξηθεί στη διάρκεια της πανδημίας κατά 3,4% κατά μέσο όρο παγκοσμίως, η πίστη στη δημοκρατία ως πολιτικό σύστημα δεν έχει αυξηθεί, αντίστοιχα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, «η ικανοποίηση με τη δημοκρατία έχει ανακάμψει μόνο ελαφρά σε σχέση με το μεταπολεμικό ναδίρ του 2019 και σήμερα είναι ακόμη αρκετά κάτω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο».
Μεγάλες μειώσεις στη δημοκρατική υποστήριξη εν μέσω πανδημίας παρατηρήθηκαν στη Γερμανία, στην Ισπανία, στην Ελλάδα και στην Ιαπωνία, χώρες με μεγάλο πληθυσμό ηλικιωμένων, ιδιαίτερα ευάλωτο στον κορονοϊό. Στις ΗΠΑ το ποσοστό όσων θεωρούν τη δημοκρατία «κακό» τρόπο διακυβέρνησης υπερδιπλασιάστηκε από 10,5% στο τέλος του 2019 σε σχεδόν 26% στο τέλος του 2021.
Συνεπώς, κατά τον Φόα, «η πανδημία έφερε καλά και κακά νέα για τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Η θετική πλευρά είναι ότι βλέπουμε μία μείωση του λαϊκισμού και μία αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Η αρνητική πλευρά είναι ότι μερικές αντι-φιλελεύθερες απόψεις κερδίζουν έδαφος και η ικανοποίηση από τη δημοκρατία παραμένει πολύ χαμηλή».