Η χθεσινή κατ’ιδίαν συνάντηση Τραμπ-Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο ανέδειξε την είδηση ότι το ερχόμενο Σάββατο, 12 Απριλίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν θα αρχίσουν απευθείας επαφές με στόχο την διευθέτηση του ελέγχου του πυρηνικού προγράμματος της κυβέρνησης της Τεχεράνης. Αυτό ανακοίνωσε ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την διάρκεια της μακράς δημόσιας συνομιλίας του με τους δημοσιογράφους, παρουσία του Ισραηλινού Πρωθυπουργού.
Όπως επεσήμανε ο αναλυτής του σταθμού μας για ζητήματα Μέσης Ανατολής, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ και του κυπριακού Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας (ΙΜΠΔ), Γαβριήλ Χαρίτος, μιλώντας στην ειδησεογραφική εκπομπή ALPHA Ενημέρωση με την Κάτια Σάββα, παρότι ο Πρόεδρος Τραμπ απέφυγε να αποκαλύψει πού ακριβώς θα πραγματοποιηθεί η συνάντηση της 12ης Απριλίου, σήμερα ιρανικά ΜΜΕ, επιβεβαιώνοντας την είδηση, μετέδωσαν ότι η συνάντηση του Υπουργού Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί, και του ειδικού απεσταλμένου του Λευκού Οίκου στη Μέση Ανατολή, Στίβεν Ουίτκοφ, θα πραγματοποιηθεί στο Σουλτανάτο του Ομάν. Η πληροφορία αυτή δεν εξέπληξε τα ισραηλινά ΜΜΕ, τα οποία ήδη πριν από δέκα μέρες μετέδωσαν ότι ΗΠΑ και Ιράν συνομιλούν επί πολλές εβδομάδες και αξιωματούχοι τους συναντώνται ανά τακτά διαστήματα στο Ομάν, μία χώρα η οποία διατηρεί παραδοσιακά στενές σχέσεις τόσο με την Ουάσιγκτον όσο και με την Τεχεράνη.
Τραμπ και Νετανιάχου συνεχίζουν να προωθούν το ‘σχέδιο εκκένωσης’ της Γάζας
Όσον αφορά την κατάσταση στη Γάζα, όπου οι χερσαίες ισραηλινές επιχειρήσεις συνεχίζονται, Τραμπ και Νετανιάχου επανέλαβαν ότι συνεχίζουν να προωθούν το λεγόμενο ‘σχέδιο εκκένωσης’. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο κ. Χαρίτος, αμφότεροι οι ηγέτες επιβεβαίωσαν ότι ‘πάνω από δέκα χώρες δηλώνουν πρόθυμες να δεχθούν στο έδαφός τους όσους Παλαιστινίους θα εκτοπισθούν εθελοντικά’, αποφεύγοντας ωστόσο να τις κατονομάσουν. Από την άλλη, συνεχίζονται οι προσπάθειες της Αιγύπτου για επίτευξη μίας συμφωνίας εκεχειρίας στη Γάζα στο γνωστό μοντέλο της απελευθέρωσης ομήρων έναντι 40 έως 70 ημερών εκεχειρίας. Παρότι βρίσκονται σε εξέλιξη επαφές αντιπροσωπειών τόσο της Χαμάς όσο και της Φατάχ στο Κάιρο, ο Γαβριήλ Χαρίτος τόνισε ότι στο Ισραήλ δεν τρέφουν μεγάλες προσδοκίες για την αποτελεσματικότητα των αιγυπτιακών κινήσεων.
«Ο καλός μου φίλος Ερντογάν»
Πράγματι, προκάλεσαν εντύπωση οι δηλώσεις του Προέδρου Τραμπ, ο οποίος αφ’ ενός εκθείασε την προσωπικότητα του Προέδρου της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και αφ’ ετέρου προσφέρθηκε να μεσολαβήσει προκειμένου να επιλυθούν οι διαφορές Τουρκίας-Ισραήλ για τον βαθμό της επιρροής τους στη Συρία, μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ. Η εκτενής αναφορά του Ντόναλντ Τραμπ στο πρόσωπο του Ερντογάν, κατά την εκτίμηση του κ. Χαρίτου, έδωσε σαφές στίγμα για το κλίμα που θέλει να καλλιεργήσει η Ουάσιγκτον ενόψει της κατ’ιδίαν συνάντησης των Τραμπ και Ερντογάν που προγραμματίσθηκε για τις επόμενες εβδομάδες στον Λευκό Οίκο.
Θα πρέπει να προβληματιστεί η Λευκωσία και η Αθήνα;
Ωστόσο, οι συγκεκριμένες εξαιρετικά κολακευτικές αναφορές του Αμερικανού Προέδρου προς τον Τούρκο ομόλογό του, δεν θα πρέπει να ανησυχούν τα κέντα αποφάσεων σε Λευκωσία και Αθήνα. Επεξηγώντας αυτήν του την εκτίμηση, ο κ. Χαρίτος σχολίασε την χρονική σύμπτωση της συνάντησης Τραμπ-Νετανιάχου με την δημοσιοποίηση από ελλαδικά κυρίως μέσα του περιεχομένου του αμερικανικού νομοσχεδίου περί θεσμοθέτησης της στρατιωτικής συνεργασίας Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ στο πλαίσιο του «σχήματος 3+1». Από τη μια, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αποτελεί το αποτέλεσμα της στενής και αγαστής συνεργασίας του ελληνικού και το εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ. Από την άλλη, δεν θα πρέπει να θεωρείται περίεργο ότι, ενώ σε Ελλάδα και Κύπρο, το ζήτημα αυτό έλαβε μεγάλη δημοσιότητα, αντιθέτως στο Ισραήλ η συγκεκριμένη σημαντική εξέλιξη δεν καλύφθηκε καθόλου από τα τοπικά ΜΜΕ. Κατά τον κ. Χαρίτο, το φαινόμενο αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι βρισκόταν πολύ ψηλά στην ατζέντα της συνάντησης Νετανιάχου-Τραμπ ο περιφερειακός ανταγωνισμός Τουρκίας-Ισραήλ όσον αφορά την «επόμενη μέρα» της Συρίας – και προφανώς η ισραηλινή πλευρά επεδίωξε την αμερικανική διαμεσολάβηση. Παράλληλα όμως, η προώθηση του αμερικανικού νομοσχεδίου – και μάλιστα με στήριξη τόσο εκ μέρους των Ρεπουμπλικανών όσο και των Δημοκρατικών – καταδεικνύει τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίον ‘διαβάζει’ την περιοχή μία υπερδύναμη, σε αντίθεση με τον τρόπο που ‘διαβάζουμε’ εμείς, οι μικρότερες χώρες, την ίδια την περιοχή μας. Συγκεκριμένα, κατά τον συλλογισμό του κ. Χαρίτου, οι ΗΠΑ επιδιώκουν, αφ’ενός, να αναβαθμίσουν τον στρατιωτικό και επιχειρηματικό ρόλο του άξονα Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ. Αφ’ετέρου όμως, δεν δείχνουν να ενοχλούνται από έναν ενδεχόμενο ρόλο τοποτηρητή για την Τουρκία σε ό,τι αφορά συγκεκριμένες περιοχές της Συρίας, χωρίς όμως να αμφισβητείται μία αντίστοιχη ισραηλινή παρουσία που θα εκτείνεται από το κέντρο της συριακής επικράτειας και νοτιότερα.
Όπως επεσήμανε ο Γαβριήλ Χαρίτος, η συγκεκριμένη διαφαινόμενη αμερικανική θεώρηση, ουσιαστικά συμφωνεί με σχετική δήλωση που είχε διατυπώσει πριν από μία 15ετία ο τότε Πρόεδρος του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, ο οποίος είχε εκφράσει τότε την άποψη πως «το Ισραήλ δεν χρειάζεται να θέσει στον εαυτό του το δίλημμα ‘είτε φιλία με την Τουρκία, είτε φιλία με την Ελλάδα και την Κύπρο’» , διευκρινίζοντας ότι «το Ισραήλ μπορεί να συνεργαστεί με τον ελληνικό παράγοντα για τα ζητήματα της ενέργειας, της ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και για τις σχέσεις του Ισραήλ με την Ευρώπη, ενώ παράλληλα με την Τουρκία θα μπορεί να συνεργαστεί για τα ζητήματα που βρίσκονται ‘ανατολικότερα’ του Ισραήλ όπως για παράδειγμα τα προβλήματα που σχετίζονται με το Ιράν και τον αραβικό κόσμο εν γένει».