Σε σημαντική διπλωματική νίκη για την Ινδία «μεταφράζεται» η κοινή διακήρυξη της G20 που -προς απογοήτευση του Κιέβου- αποφεύγει την άμεση κριτική στη Ρωσία για τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Η συναίνεση επί κοινής δήλωσης στο Νέο Δελχί φαινόταν σχεδόν αδύνατη, δεδομένου του πόσο βαθιά διχασμένη είναι η Ομάδα των «20» σχετικά με τη ρωσική εισβολή.
Εν τέλει οι εργασίες της Συνόδου Κορυφής ολοκληρώθηκαν με την έκδοση ενός ανακοινωθέντος που συγκέντρωσε την ομόφωνη υποστήριξη όλων των κρατών-μελών της G20, χωρίς ούτε μία διαφωνία.
Η ίδια η Ουκρανία, η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στη Σύνοδο Κορυφής, ήταν σαφώς δυσαρεστημένη -αν και βασικοί διεθνείς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ρωσίας και της Κίνας, επαίνεσαν το αποτέλεσμα.
Πώς κατάφερε, όμως, η Ινδία να εξασφαλίσει τη συναίνεση χωρών με εντελώς διαφορετικές απόψεις για την Ουκρανία; Μια προσεκτική ανάγνωση της κοινής διακήρυξης και ορισμένες γεωπολιτικές εξελίξεις εβδομάδες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής προσφέρουν κάποιες ενδείξεις, αναφέρει σε ανάλυσή του το BBC.
Το σχήμα των BRICS -στο οποίο μετέχουν η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα και η Νότια Αφρική- αποφάσισε να συμπεριλάβει έξι νέα μέλη κατά την ετήσια Σύνοδο Κορυφής του Αυγούστου. Τα νέα μέλη -Αργεντινή, Αιθιοπία, Αίγυπτος, Ιράν, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα- διατηρούν στενούς δεσμούς με την Κίνα.
Η διεύρυνση μπορεί να μην διαδραμάτισε άμεσο ρόλο στο αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής της G20, αλλά δεν είναι μυστικό ότι η Δύση είναι επιφυλακτική απέναντι στην αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, ιδίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο, τα τελευταία χρόνια.
«Δεν ήταν άμεσος παράγοντας, αλλά η Δύση, και ιδίως οι ΗΠΑ, έχει επίγνωση ότι η Κίνα προσπαθεί ουσιαστικά να δημιουργήσει μια εναλλακτική παγκόσμια τάξη που είναι αντιδυτική», επισημαίνει ο Πραμίτ Παλ Σαντχαρί, επικεφαλής του τμήματος Νότιας Ασίας του Eurasia Group.
Αυτό που επίσης δεν είναι μυστικό είναι ότι η Δύση βλέπει την Ινδία ως αντίβαρο στην Κίνα και δεν θα ήθελε η προεδρία του Νέου Δελχί να τελειώσει χωρίς κοινή διακήρυξη. Υπήρχαν, λοιπόν, περισσότεροι από ένας λόγοι για να βοηθήσει η Δύση την Ινδία να διαμορφώσει μια συναίνεση.
Το κύριο σημείο εμπλοκής ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία. Στη διακήρυξη της G20 στο Μπαλί πέρυσι γινόταν λόγος για «επιθετικότητα της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά της Ουκρανίας», σημειώνονταν ωστόσο οι αντιρρήσεις ορισμένων μελών για την εκτίμηση αυτή.
Φαινόταν αδύνατο ότι η Δύση θα συμφωνούσε σε μια διατύπωση πιο αδύναμη από αυτή που χρησιμοποιήθηκε στο Μπαλί, και η Ρωσία φυσικά είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα συμφωνούσε σε μία δήλωση που θα την κατηγορούσε για τον πόλεμο.
Χρειαζόταν μια τομή και η Ινδία ήταν σε θέση να μεσολαβήσει, καθώς διατηρεί καλές σχέσεις τόσο με τη Μόσχα, όσο και με τη Δύση. Η δήλωση τελικά κατέληξε σε διατύπωση που ικανοποιούσε τη Ρωσία, αλλά «έδινε» επίσης αρκετά στις δυτικές χώρες.
«Ήταν σαφές ότι η Δύση ήθελε όντως η Ινδία να έχει μια διπλωματική νίκη. Υπάρχει πάντα ένας συμβιβασμός. Αλλά οι ΗΠΑ και η Δύση δεν θα είχαν υπογράψει μια κοινή δήλωση αν υπήρχαν ζητήματα στη διατύπωση για τα οποία δεν μπορούσαν να καταλήξουν σε συμφωνία», λέει η Άντζελα Μαντσίνι της εταιρείας συμβούλων Control Risks.
Η διακήρυξη του Δελχί απέφυγε να κατηγορήσει τη Ρωσία για τον πόλεμο, μια στάση που θεωρείται από τους αναλυτές ως πιο επιεικής από εκείνη που υιοθετήθηκε στο Μπαλί. Ωστόσο, έδωσε έμφαση στον «ανθρώπινο πόνο και τις δυσμενείς επιπτώσεις της σύγκρουσης στην Ουκρανία στην παγκόσμια επισιτιστική και ενεργειακή ασφάλεια».
Οι ηγέτες των Ηνωμένων Πολιτειών, Ηνωμένου Βασιλείου και Γαλλίας τελικά φάνηκε να συμφωνούν με τη Ρωσία ότι η δήλωση ήταν ένα καλό αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής, στην οποία το Κρεμλίνο εκπροσωπήθηκε καπό τον επικεφαλής διπλωματίας Σεργκέι Λαβρόφ δεδομένου ότι εις βάρος του Βλαντιμίρ Πούτιν έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ICC) για εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία. Οι δύο πλευρές, ωστόσο, ερμήνευσαν ως ήταν αναμενόμενο διαφορετικά τις διατυπώσεις.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, δήλωσε ότι η διακήρυξη είχε «ισχυρή διατύπωση, υπογραμμίζοντας τον αντίκτυπο του πολέμου στις τιμές των τροφίμων και την επισιτιστική ασφάλεια». Ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, χαρακτήρισε από την πλευρά του χαρακτήρισε τη Σύνοδο Κορυφής στην Ινδία «ορόσημο».
Όμως η απροσδόκητη συμφωνία ήλθε ως ήταν εξίσου αναμενόμενο προς μεγάλη απογοήτευση της Ουκρανίας, λέγοντας ότι η G20 δεν κατέληξε σε τίποτα για το οποίο μπορεί να είναι υπερήφανη.
Η κρίση χρέους που αντιμετωπίζουν πολλές αναπτυσσόμενες χώρες αποτελούσε επίσης μείζονα ανησυχία εν όψει της Συνόδου Κορυφής.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν υποστηρίξει σταθερά ότι οι εύπορες πρέπει να αυξήσουν τη στήριξή τους για να βοηθήσουν τις οικονομίες τους που είχαν ήδη πληγεί από την πανδημία της Covid-19 και ο πόλεμος επιδείνωσε την κατάσταση. Η Παγκόσμια Τράπεζα είχε ανακοινώσει τον Δεκέμβριο ότι οι φτωχότερες χώρες του κόσμου οφείλουν 62 δισ. δολάρια σε ετήσια εξυπηρέτηση χρέους προς τους πιστωτές και τα δύο τρίτα αυτού του ποσού οφείλονται στην Κίνα.
Οι πρακτικές δανεισμού της Κίνας έχουν συχνά περιγραφεί ως ληστρικές από δυτικούς αξιωματούχους -ισχυρισμός που το Πεκίνο απορρίπτει. Η Κίνα, σταθερά ευθυγραμμισμένη με τη Ρωσία, θα μπορούσε ενδεχομένως να ασκήσει βέτο στη δήλωση, αλλά δεν το έπραξε. Ως προς την παράγραφο για την κρίση χρέους, δεν έχει καμία άμεση ή έμμεση αναφορά στην Κίνα.
«Σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους, δεν είδαμε καμία πρόοδο. Με πολλούς τρόπους, οποιαδήποτε κριτική στις πρακτικές δανεισμού θα είχε ερμηνευθεί ως κίνηση κατά της Κίνας», εξηγεί ο Παλ Σαντχαρί. Η διακήρυξη αναγνώρισε την κρίση και κάλεσε τα κράτη της G20 να επιταχύνουν την εφαρμογή του κοινού πλαισίου που συμφωνήθηκε το 2020 για να βοηθηθούν τα ευάλωτα κράτη.
Εν τω μεταξύ, η ομάδα συμφώνησε στον τριπλασιασμό της δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2030, αλλά δεν έθεσε σημαντικούς στόχους για τη μείωση των εκπομπών, παρά το γεγονός ότι οι χώρες της G20 ευθύνονται για σχεδόν το 80% των αερίων του θερμοκηπίου.
Καίριας σημασίας στοιχείο είναι επίσης ότι η διακήρυξη δεν περιέλαβε στόχους για τη μείωση της χρήσης αργού πετρελαίου και αντ' αυτού επικεντρώθηκε στη σταδιακή κατάργηση της χρήσης άνθρακα. Αυτό έρχεται προς ικανοποίηση των παραγωγών αργού πετρελαίου, όπως η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία. Ακόμα και η Ινδία και η Κίνα δεν αισθάνονται «άνετα» με τη Δύση που θέτει στόχους μείωσης των εκπομπών που οι ίδιες θεωρούν «μη ρεαλιστικούς».
Είναι σαφές ότι το Δελχί εργάστηκε σκληρά για να οικοδομήσει συναίνεση, ακόμη και αν αυτό είχε ως κόστος σοβαρούς συμβιβασμούς. «Δεδομένου του γεγονότος ότι έπρεπε να είναι ένα έγγραφο συναίνεσης, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι ορισμένες διατυπώσεις ήταν κάπως υποτονικές σε ορισμένους τομείς για να επιτευχθεί αυτή η συναίνεση», επισημαίνει η Άντζελα Μαντσίνι.
Ένα ζήτημα, πάντως, που «ένωσε» την ομάδα ακόμη και πριν από τη Σύνοδο Κορυφής ήταν η ένταξη της Αφρικανικής Ένωσης στην G20. Είναι μία κίνηση που επίσης ενισχύει περαιτέρω την προσπάθεια της Ινδίας δώσει στα αναπτυσσόμενα κράτη του Παγκόσμιου Νότου μεγαλύτερο λόγο στις παγκόσμιες πλατφόρμες.
Μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας ανέφερε ότι αυτή ήταν «μία από τις πιο δύσκολες Συνόδους Κορυφής της G20» στη σχεδόν 25χρονη ιστορία του φόρουμ. «Χρειάστηκαν σχεδόν 20 ημέρες για να συμφωνήσουμε στη δήλωση πριν από τη Σύνοδο Κορυφής και πέντε ημέρες [συζητήσεων] εδώ», δήλωσε η Σβετλάνα Λουκάς στο ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Interfax.
Μένει να διαφανεί εάν η G20 θα φέρει κοντά τις πλούσιες και τις αναπτυσσόμενες χώρες ή θα χωρίσει τον κόσμο σε δύο στρατόπεδα, είναι το σχόλιο με το οποίο καταλήγει στην ανάλυσή του το βρετανικό δίκτυο.