Σε πεδίο ανοιχτής αναμέτρησης μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ αναδεικνύεται η Συρία, όπου τα σχέδια του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την εγκαθίδρυση ενός ελεγχόμενου από την Άγκυρα καθεστώτος στη Δαμασκό, με τη φιλοδοξία να του ανοίξει τις πύλες του Λεβάντε, ως κληρονόμου της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσκρούουν στους Κούρδους και το Τελ Αβίβ.
Η Τουρκία, και συγκεκριμένα ο ίδιος ο Ερντογάν, από τις πρώτες ακόμη ημέρες του πολέμου στη Γάζα δικαιολογούσε την πλήρη ταύτισή του με τη Χαμάς, ισχυριζόμενος ότι η «απελευθερωτική» ομάδα μάχεται και για την Τουρκία, επειδή όπως έλεγε -και ακόμη λέει- στόχος του Ισραήλ είναι η ίδια η Τουρκία.
Διατύπωσε μάλιστα τον ισχυρισμό του αυτό ευθέως την 1η Οκτωβρίου από το βήμα της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, με αφορμή την ομιλία του για την έναρξη της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου. Ενίοτε δε εμπλουτίζει τη σχετική επιχειρηματολογία με βιβλικές αναφορές, μία πρακτική που αναπαράγεται σε καθημερινή βάση από κυβερνητικά στελέχη και πολιτικούς αναλυτές στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, δημιουργώντας τις κατάλληλες δυναμικές στο εσωτερικό, που καταλήγουν όμως να επηρεάζουν τη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής.
Μία άμεση αντιπαράθεση, ίσως ακόμη και στρατιωτική, μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ που εν πολλοίς φάνταζε μέχρι σήμερα ως μία ακόμη ρητορική υπερβολή -αν όχι γραφικότητα- του Ερντογάν, εμφανίζεται τώρα ως απτός κίνδυνος επί συριακού εδάφους. Καθώς η Τουρκία εμβαθύνει την παρουσία της στη Συρία οι συγκρούσεις με το Ισραήλ θα μπορούσαν να γίνουν αναπόφευκτες. «Εάν οι τουρκικές δυνάμεις κινηθούν κοντά σε ισραηλινές επιχειρήσεις ή συμμάχους, ο κίνδυνος ακούσιων συγκρούσεων θα αυξηθεί δραματικά» δήλωσε στο ισραηλινό πρακτορείο ειδήσεων TPS ο Δρ Χάι Έιταν Κοέν Γιανάροτζακ του «Κέντρου Μοσέ Νταγιάν» του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ.
Πριν από την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ, Τουρκία και Ισραήλ δεν είχαν γεωγραφική επαφή. Μέσω της επιρροής που ασκεί στην Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ, η Τουρκία έχει πλέον έμμεση παρουσία στα σύνορα του Ισραήλ, ενώ ο ρόλος που διαδραματίζει διευρύνεται στο σύνολο της συριακής επικράτειας, και δεν περιορίζεται μόνο στον Βορρά, όπου εδώ και χρόνια είχε ούτως ή άλλως και στρατιωτική παρουσία.
Εν ολίγοις το Ισραήλ απέκτησε τζιχαντιστές γείτονες που ελέγχονται από την Τουρκία, η οποία καταλαμβάνει τάχιστα τον πολιτικό χώρο που αφήνει πίσω του το Ιράν. Γεωγραφικά το Ισραήλ βρίσκεται πλέον πιο κοντά σε μία εχθρική Τουρκία.
Στην άλλη πλευρά της Συρίας, στον Βορρά, η Τουρκία έχει «δει» τα ισραηλινά μαχητικά πάνω στα σύνορά της, όταν στις 10 Δεκεμβρίου, το Τελ Αβίβ βομβάρδισε την αεροπορική βάση στη μεθοριακή πόλη του Καμισλί, στο πλαίσιο της επιχείρησης καταστροφής των συριακών στρατιωτικών υποδομών, ώστε αυτές να μην αποτελέσουν μελλοντική απειλή στα χέρια του νέου καθεστώτος. Η Τουρκία διέψευσε μεν τη σχετική πληροφορία που προήλθε από το πρακτορείο Reuters και κουρδικές πηγές, ωστόσο είναι γεγονός ότι οι στρατιωτικές και αεροπορικές δυνάμεις των δύο πλευρών έχουν ήδη έρθει επικίνδυνα κοντά, την ώρα που οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν φτάσει ίσως στο ιστορικά χαμηλότερο επίπεδο.
Το βήμα της Συνόδου Κορυφής της ομάδας D-8, των μεγαλύτερων μουσουλμανικών αναπτυσσόμενων χωρών, έδωσε χθες στον Ερντογάν μία ακόμη χρυσή ευκαιρία για να επιτεθεί στο Ισραήλ, βάζοντας αυτή τη φορά στο κάδρο, εκτός από τους Παλαιστίνιους, και τη Συρία: «Πιστεύω ότι εμείς, ως D-8, θα πρέπει να αντιδράσουμε πολύ πιο έντονα σε αυτές τις παράνομες πράξεις που απειλούν τη σταθερότητα της Συρίας και της περιοχής μας», είπε. Μία εβδομάδα νωρίτερα, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών κατηγορούσε το Ισραήλ ότι με τη στρατιωτική του επιχείρηση στα Υψώματα του Γκολάν «επιδεικνύει για άλλη μια φορά νοοτροπία κατοχής».
Το Ισραήλ σαφώς δεν έμεινε σιωπηλό στις συνεχείς αναφορές της τουρκικής πλευράς περί νοοτροπίας κατοχής. «Η τελευταία χώρα που μπορεί να μιλήσει για κατοχή στη Συρία είναι η Τουρκία» έχει αναφέρει με μία οργίλη ανακοίνωσή του το ισραηλινό υπουργείο Εξωτερικών και συγκεκριμένα τονίζει:
«Η Τουρκία έχει εισβάλει συστηματικά στο συριακό έδαφος, μια διαδικασία που ξεκίνησε με στρατιωτικές επιχειρήσεις το 2016, το 2018 και το 2019 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Η Τουρκία έχει δημιουργήσει ζώνες πληρεξουσίων όπου ένοπλες ομάδες, όπως ο Συριακός Εθνικός Στρατός, λειτουργούν υπό τον έλεγχό της. Επί του παρόντος, περίπου το 15% του εδάφους της Συρίας βρίσκεται υπό τον έλεγχο των υποστηριζόμενων από την Τουρκία δυνάμεων. Στις περιοχές αυτές χρησιμοποιείται το τουρκικό νόμισμα και λειτουργούν τουρκικά τραπεζικά υποκαταστήματα και ταχυδρομικές υπηρεσίες. Επιπλέον, ο τουρκικός στρατός βομβαρδίζει υποδομές στη βορειοανατολική αυτόνομη περιοχή της Συρίας χρησιμοποιώντας αεροσκάφη και μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Η Τουρκία υποστηρίζει τις τζιχαντιστικές δυνάμεις που δρουν εναντίον των Κούρδων στη Συρία».
Στόχος της Άγκυρας στη Συρία είναι η εξάλειψη του αυτόνομου κουρδικού παράγοντα. Η παρουσία των ελεγχόμενων από τους Κούρδους Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) και της κουρδικής παράταξης ΡYD στη βόρεια Συρία θεωρείται απειλή για την Τουρκία. Τη συνδέουν με την τρομοκρατία και το ΡΚΚ που δρα κατά της Τουρκίας. Απέναντί της η Τουρκία βρίσκει τις Ηνωμένες Πολιτείες που στηρίζουν με τη στρατιωτική τους παρουσία στη Συρία τους Κούρδους, στάση που χαρακτηρίζεται εχθρική από την Άγκυρα. Πίσω από αυτό το τρίγωνο Ηνωμένων Πολιτειών, Ισραήλ και Κούρδων στην περιοχή, η Τουρκία διαβλέπει έναν θανάσιμο κίνδυνο για τη δική της εδαφική ακεραιότητα.
Με την υλοποίηση όμως των σχεδίων της στη Συρία η Τουρκία θεωρεί ότι δεν αποτρέπει μόνο τον κίνδυνο αυτό, αλλά αντιθέτως μετατρέπει τη Συρία σε εφαλτήριο για την ανασύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για να πάρει δηλαδή σάρκα και οστά το «νεο-οθωμανικό» όραμα του Ερντογάν. Ένα όραμα, που για το Ισραήλ -όπως και άλλες χώρες της περιοχής- είναι εφιάλτης.
Από την πλευρά του Ισραήλ τα πράγματα τοποθετούνται σε πιο απλή βάση: Στη Συρία κρίνεται η ασφάλειά του Κράτους του Ισραήλ και κατ' επέκταση η ύπαρξή του. «Φυσικός σύμμαχος» στη Μέση Ανατολή για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος αυτός είναι, σύμφωνα με τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών, Γκιντεόν Σάαρ, οι Κούρδοι.
Κι ενώ ο Nτόναλντ Τραμπ, που αναλαμβάνει την προεδρία των ΗΠΑ την 20ή Ιανουαρίου, δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά του όσον αφορά στη στάση που θα κρατήσει στο θέμα της Συρίας, ο Αντονι Μπλίνκεν τον καλεί να διατηρήσει τις αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή αλλά και να στηρίξει τις κουρδικές δυνάμεις, οι οποίες είναι ο φραγμός στην επανεμφάνιση του Ισλαμικού Κράτους.
Παράλληλα, οι γερουσιαστές Κρις Βαν Χόλεν των Δημοκρατικών και Λίνζι Γκρέιαμ από την πλευρά των Ρεπουμπλικανών απειλούν να καταθέσουν διακομματικό νομοσχέδιο που θα προβλέπει κυρώσεις, εάν η Τουρκία δεν αποδεχτεί τους όρους για μια διαρκή κατάπαυση του πυρός με τους Κούρδους.
Οι τελευταίες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ, που πίστωσε στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό στην Άγκυρα, και παρουσιάστηκαν από τα φιλοκυβερνητικά μέσα ως αναγνώριση από τις ΗΠΑ της στρατιωτικής και διπλωματικής ισχύος της Άγκυρας και της προσωπικής επιτυχίας του Ερντογάν.
Ωστόσο, διπλωματικοί κύκλοι στην Άγκυρα παραμένουν επιφυλακτικοί για τις προθέσεις του Τραμπ, διακρίνοντας ορισμένοι εξ αυτών δυνατότητα διπλής ανάγνωσης πίσω από τις δηλώσεις του, καθώς -όπως υποστηρίζουν- θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ότι εμπεριέχουν μία κεκαλυμμένη προειδοποίηση ότι θεωρεί την Τουρκία υπόλογη για ό,τι συμβαίνει στη Συρία.
Σε κάθε περίπτωση, η εμπειρία από την προηγούμενή του θητεία δείχνει ότι ο Τραμπ προτάσσει τα αμερικανικά συμφέροντα και αυτά στη Μέση Ανατολή συνδέονται άρρηκτα με το Ισραήλ.
Κρίσιμος στην νέα αμερικανική κυβέρνηση θα είναι ο ρόλος του νέου υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, γνωστού για τις σκληρές θέσεις του έναντι της Τουρκίας, του οποίου η πρώτη διπλωματική αποστολή, σύμφωνα με τον Τόμας Φρίντμαν των New York Times, θα είναι να εξορθολογίσει τη διπλωματία του Τραμπ.