Επτά ημέρες μετά την ορκωμοσία του ως 47ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ν. Τραμπ δείχνει πολύ διαφορετικός από την προηγούμενη θητεία του. Ακολουθώντας ένα καλά προετοιμασμένο σχέδιο, δείχνει ότι επιδιώκει από την πρώτη στιγμή να ελέγξει τους «αρμούς της εξουσίας» στην Ουάσιγκτον.
Το «βαθύ κράτος», το οποίο βρέθηκε στο επίκεντρο της προεκλογικής καμπάνιας του και το οποίο θεωρούσε υπεύθυνο για την «αρπαγή» της προεδρίας του στις εκλογές του 2020, όπου νικητής αναδείχθηκε ο Τ. Μπάιντεν, έχει ήδη αισθανθεί τα πρώτα χτυπήματα από τον Ν. Τραμπ. Ο ίδιος δεν δείχνει να αρκείται στο σύνθημα «να κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά», αλλά φαίνεται να θέλει να αλλάξει ακόμη και βασικά χαρακτηριστικά της χώρας.
Ο Ν. Τραμπ έχει ξεκινήσει αυτή τη δεύτερη θητεία του με ισχυρά ατού στα χέρια του: Τη μεγάλη εκλογική νίκη του, την εμπιστοσύνη μιας ευρείας πλειοψηφίας των Αμερικανών πολιτών ότι θα εκπληρώσει τις υποσχέσεις του και τον πολύτιμο έλεγχο του Κογκρέσου, αλλά και του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Έτσι, θέλει να δώσει από την πρώτη στιγμή το μήνυμα ότι θα τηρήσει πιστά τις υποσχέσεις που έδωσε. Με βάση ένα καλά οργανωμένο σχέδιο, το οποίο απουσίαζε από την πρώτη θητεία του, προχωρά σε κινήσεις που προσδίδουν μια διαφορετική φυσιογνωμία στη νέα θητεία του. Στόχος του είναι να εκμεταλλευθεί τις ιδανικές συνθήκες που επικρατούν αυτή τη στιγμή, οι οποίες όμως δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα διατηρηθούν μακροπρόθεσμα.
Ήδη, στη Γερουσία, κατά τη διαδικασία ακρόασης του νέου υπουργού Άμυνας, παρατηρήθηκαν ρήγματα μεταξύ των γερουσιαστών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Αυτά τα ρήγματα ενδέχεται να παραμείνουν ή και να διευρυνθούν, ώστε να μην υπάρχει «λευκή επιταγή» στις πολιτικές του. Στη Γερουσία, ο αντιπρόεδρος Τ. Ν. Βανς υποχρεώθηκε να ψηφίσει υπέρ του διορισμού του Π. Χέγκσεθ ως υπουργού Άμυνας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλειοψηφία μιας ψήφου, καθώς τρεις γερουσιαστές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ήταν αντίθετοι με την επιλογή Τραμπ.
Ο καταιγισμός των διαταγμάτων και των προεδρικών αποφάσεων που υπέγραψε το πρώτο 24ωρο ο Ν. Τραμπ, αλλά και οι παρεμβάσεις του, κυρίως στο μεταναστευτικό, δείχνουν ότι δεν έχει χρόνο για χάσιμο. Σκοπεύει από την αρχή της θητείας του να συγκροτήσει έναν σκληρό και ελεγχόμενο από τον ίδιο προσωπικά μηχανισμό ελέγχου του κράτους και της οικονομίας. Παρεμβαίνει ακόμη και σε λεπτά κοινωνικά θέματα και υιοθετεί μια ιδιότυπη εξωτερική πολιτική.
Με αποφάσεις του, μετακινούνται ή απολύονται δεκάδες δημόσιοι υπάλληλοι, θέτει υπό αμφισβήτηση τη λειτουργία συγκεκριμένων δημόσιων οργανισμών και φορέων που θεωρεί ότι ήταν εχθρικοί προς την προεδρία του κατά την περίοδο 2017-2021. Παράλληλα, με προεδρικά διατάγματα ανατρέπει πλήθος κανονισμών, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα από περιβαλλοντικούς κανονισμούς, μέχρι τον τρόπο κτήσης ιθαγένειας.
Δεν δίστασε, μάλιστα, αγγίζοντας τα όρια της νομιμότητας, να απονείμει χάρη σε σχεδόν 1.500 υποστηρικτές του, που συμμετείχαν στην επίθεση της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, το εμβληματικό σύμβολο της αμερικανικής Δημοκρατίας.
Από τις πρώτες ημέρες της θητείας του, είχε ξεκινήσει η επιχείρηση σύλληψης και απέλασης μεταναστών που για χρόνια ζουν στις ΗΠΑ χωρίς επίσημα χαρτιά, και κάνοντας μια ακόμη επίδειξη δύναμης, απειλεί ότι θα καταργήσει τον οργανισμό FEMA για παροχή βοήθειας σε φυσικές καταστροφές, επιρρίπτοντας ευθύνες για τη διαχείριση των κρίσεων σε Β. Καρολίνα και Λος Άντζελες.
Με προεδρική απόφαση καταργούνται όλοι οι οργανισμοί που ασχολούνταν με το DEI (διαφορετικότητα, ισότητα, συμπερίληψη) ωθώντας σε απόλυση τους υπαλλήλους στα προγράμματα αυτά..
Οι αντίπαλοί του ήδη τον κατηγορούν ότι ορισμένες πρωτοβουλίες του έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα των ΗΠΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη υπήρξαν προσφυγές από πολλές Πολιτείες εναντίον του διατάγματος για την αλλαγή του τρόπου κτήσης ιθαγένειας, καταργώντας το δίκαιο του εδάφους, όπου όποιο παιδί γεννιέται στις ΗΠΑ λαμβάνει την αμερικανική ιθαγένεια.
Επίσης, κατηγορούν τον Ν. Τραμπ ότι, χωρίς να υπολογίζει την πόλωση που πυροδοτεί στο εσωτερικό της χώρας, ενδιαφέρεται περισσότερο να μεταμορφώσει τη χώρα σύμφωνα με τις δικές του αντιλήψεις και με εκδικητική μάλιστα διάθεση προς τους αντιπάλους του.
Αυτό το «ρεσάλτο» του Ν. Τραμπ στους «αρμούς της εξουσίας» είναι μέρος ενός καλά οργανωμένου σχεδίου που επεξεργάστηκαν συντηρητικοί σύμμαχοί του, κατά τη διάρκεια των τεσσάρων ετών που έμεινε μακριά από τον Λευκό Οίκο.
Δεν είναι τυχαία η εκδικητική «μανία» που εκδηλώνεται με την αφαίρεση των αδειών ασφαλείας δεκάδων αξιωματούχων των υπηρεσιών ασφαλείας, οι οποίοι είχαν εμπλακεί στην υπόθεση του γιου του πρώην Προέδρου, Χάντερ Μπάιντεν. Αφαίρεσε επίσης τις φρουρές ασφαλείας από τρεις πρώην αξιωματούχους εθνικής ασφάλειας, οι οποίοι έχουν δεχθεί απειλές από το Ιράν, μεταξύ αυτών ο Μ. Πομπέο και ο Τ. Μπόλτον, αλλά και από τον πρώην αρχίατρο των ΗΠΑ, Δρ Άντονι Φάουτσι. Ο Φάουτσι ήταν ο κορυφαίος κυβερνητικός σύμβουλος για θέματα υγείας κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19, με την απόφασή του αυτή να «κλείνει το μάτι» σε ψηφοφόρους που ανήκουν στο αντιεμβολιαστικό κίνημα.
Παράλληλα, επανέφερε και αποκατέστησε όλους τους αξιωματικούς των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων που είχαν απομακρυνθεί λόγω της άρνησής τους να εμβολιαστούν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και κατάργησε όλα τα προγράμματα DEI στις Ένοπλες Δυνάμεις..
Στις «εκκαθαρίσεις» περιλαμβάνεται και η απομάκρυνση από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας αξιωματούχων καριέρας, τους οποίους θεωρεί ότι δεν είναι «πιστοί». Αυτοί θα αντικατασταθούν από σχεδόν 100 νέα πρόσωπα σε θέσεις εθνικής ασφάλειας, που θα αποτελούν δική του επιλογή.
Όπως ανέφερε το Reuters, πολλές από τις πρώτες επιλογές του Τραμπ παραπέμπουν στο σχέδιο που έχει καταρτίσει το λεγόμενο «Project 2025», από το υπερσυντηρητικό think tank The Heritage Foundation, που τα τελευταία δύο χρόνια διαμόρφωσαν μια πολιτική πρόταση διακυβέρνησης σε περίπτωση επανεκλογής του Τραμπ.
Ο ίδιος ο Αμερικανός Πρόεδρος αποστασιοποιήθηκε από το «Project 2025», αν και πολλοί παλιοί συνεργάτες του συμμετείχαν σε αυτό. Στις προτάσεις συμπεριλαμβάνονταν και η αποχώρηση των ΗΠΑ από τον WHO και τη Συνθήκη των Παρισίων για το περιβάλλον, κινήσεις στις οποίες προχώρησε ήδη από τις πρώτες ώρες της προεδρίας του.
Ο Ν. Τραμπ, πάντως, δείχνει αποφασισμένος να αποδείξει από τις πρώτες ημέρες της θητείας του ότι όσα είχε υποσχεθεί δεν ήταν απλώς ρητορική. Προσπαθεί να συσπειρώσει ακόμη περισσότερο τους οπαδούς του, δείχνοντας ότι αποδίδει έργο από την πρώτη στιγμή.
Άλλωστε, ούτε ο ίδιος γνωρίζει αν θα διατηρήσει τη σημερινή δυναμική του και στα υπόλοιπα χρόνια της θητείας του, ούτε αν, μετά από ενδιάμεσες εκλογές, θα έχει ακόμη τον θεωρητικό έλεγχο του Κογκρέσου. Έτσι, δεν αφήνει λεπτό να πάει χαμένο, αλλάζοντας την Αμερική και την εικόνα με την οποία γνωρίζαμε μέχρι τώρα την υπερδύναμη…