Τον Σεπτέμβριο του 2008, ο τότε απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους ο νεότερος, έχοντας να αντιμετωπίσει το ζήτημα της κατάρρευσης της Lehman Brothers και της οικονομικής κρίσης, κάλεσε τους υποψηφίους Μπαράκ Ομπάμα και Τζον Μακέιν να μετέχουν στις ενημερώσεις, δείχνοντας συνεργατικό πνεύμα.
Δώδεκα χρόνια αργότερα, ο σημερινός απερχόμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο δεν συνεργάζεται με τον διάδοχό του στον Λευκό Οίκο, Τζο Μπάιντεν αλλά περιπλέκει ακόμα περισσότερο το ζήτημα της - όπως όλα δείχνουν - ρωσικής κυβερνοεπίθεσης, η οποία χαρακτηρίζεται ως η μεγαλύτερη στην ιστορία των ΗΠΑ.
Αρχικά ο Τραμπ δήλωσε ότι «η κυβερνοεπίθεση είναι πολύ πιο σημαντική στα μέσα των «Fake News» παρά στην πραγματικότητα. Όλα είναι υπό έλεγχο. Ρωσία, Ρωσία, Ρωσία, είναι το σύνθημα που έρχεται κατά προτεραιότητα όταν συμβαίνει κάτι. Μπορεί να ήταν η Κίνα (μπορεί!)».
Η δήλωση του απερχόμενου προέδρου ότι η Κίνα είναι πιθανόν να βρίσκεται πίσω από την κυβερνοεπίθεση που έχει πλήξει ομοσπονδιακές υπηρεσίες, ήρθε σε αντίθεση με τις δηλώσεις του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και του Υπουργού Δικαιοσύνης Γουίλιαμ Μπαρ οι οποίοι έδειξαν τη Ρωσία ως «βασικό υπεύθυνο».
Την ίδια ώρα γινόταν γνωστό από το Associated Press ότι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου είχαν ετοιμάσει ανακοίνωση στην οποία αναφέρονταν στη Ρωσία για την κυβερνοεπίθεση, την οποία όμως απαγόρευσε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Εν εξελίξει μάλιστα αυτής της κατάστασης, η απόφαση του υπηρεσιακού υπουργού Άμυνας Κρίστοφερ Μίλερ να διακόψει μονομερώς τη συνεργασία με την ομάδα μετάβασης του Τζο Μπάιντεν, επικαλούμενος διάλειμμα "λόγω εορτών", προκάλεσε την οργή των συνεργατών του.
Παρότι λοιπόν, ο Τζο Μπάιντεν δήλωσε ότι θα τιμωρήσει παραδειγματικά τους υπεύθυνους της κυβερνοεπίθεσης και ο προσωπάρχης του Ρον Κλάιν τόνισε ότι τα αντίποινα θα είναι "κάτι παραπάνω" από κυρώσεις, τα σχέδια της κυβέρνησης Τραμπ, λίγο πριν την λήξη της θητείας της περιπλέκουν τα πράγματα.
Χαρακτηριστικά, ο υπηρεσιακός υπουργός Άμυνας Μιλερ προωθεί τον διαχωρισμό της Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας από την αρμόδια υπηρεσία κυβερνοασφαλείας, σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal.
H πρόταση αυτή έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση τόσο Δημοκρατικών όσο και Ρεπουμπλικάνων νομοθετών οι οποίοι ανέφεραν ότι η ιδέα αυτή είναι παράνομη και στερείται πολιτικής νομιμοποίησης.
Εν κατακλείδι, την κατάσταση αποτυπώνει η φράση του γνωστού διπλωμάτη Νικόλας Μπερνς, ο οποίος είπε "Οι ιστορικοί θα αναρωτηθούν πώς ήταν δυνατόν κατά τη διάρκεια μιας καταστροφικής πανδημίας και μιας μαζικής ρωσικής επίθεσης στον κυβερνοχώρο κατά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, ο Πρόεδρος Τραμπ να παραμένει σιωπηλός".