Σε δηλώσεις της που δημοσιεύτηκαν στους Financial Times την περασμένη Δευτέρα, η αντιπρόεδρος της Κομισιόν και υπεύθυνη για θέματα ανταγωνισμού, Μαργκρέτ Βεστάγκερ, έδωσε το πράσινο φως στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να αποκτήσουν «πακέτα» στρατηγικής σημασίας σε ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα, προκειμένου να αποτρέψουν την επιθετική εξαγορά τους από το εξωτερικό - κυρίως από τους Κινέζους. «Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε συνείδηση ότι υπάρχει πραγματικός κίνδυνος οι ευάλωτες επιχειρήσεις να γίνουν στόχοι εξαγορών», υπογράμμισε η -θεωρούμενη ως «σκληρή»- Δανέζα πολιτικός.
Μέχρις εδώ όλα καλά και κατανοητά - εξάλλου, αρκετές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, έχουν κάνει ήδη βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι, όμως, μόνο οι Κινέζοι οι οποίοι πρέπει να θεωρούνται «ύποπτοι» ή μήπως υπάρχουν και άλλοι που αντιμετωπίζουν την κρίση της πανδημίας ως χρυσή ευκαιρία για να επεκτείνουν τις μπίζνες τους; Κι ακόμη, στην περίπτωση που η Βεστάγκερ καταφέρει τελικώς να μπλοκάρει τις ανεπιθύμητες προσφορές εξαγορών που γίνονται διά της νόμιμης οδού, τι θα κάνει με εκείνες που εκτυλίσσονται στο παρασκήνιο, με άλλες μεθόδους και με διαδικασίες που έχουν να κάνουν με «ξέπλυμα μαύρου χρήματος» και ωμούς εκβιασμούς;
Τα ερωτήματα αυτά, όπως ίσως θα έχουν ήδη καταλάβει πολλοί, παραπέμπουν στη Μαφία. Την εγκληματική οργάνωση με τη μακρά ιστορία, τη μεγάλη οικονομική ισχύ και την εκτεταμένη επιρροή στον πολιτικό κόσμο και τους θεσμούς του κράτους και της αυτοδιοίκησης, για την οποία οι κρίσεις αποτελούν κυριολεκτικά «βούτυρο στο ψωμί της». Ακόμη κι αν οι κρίσεις αυτές πλήττουν και την ίδια, κάτι που συμβαίνει και σήμερα, μια και η απαγόρευση κυκλοφορίας και το «πάγωμα» της οικονομίας συνεπάγονται μεγάλες απώλειες τόσο από τη διακίνηση ναρκωτικών και τον παράνομο τζόγο όσο και από την προστασία και τον έλεγχο καταστημάτων και επιχειρήσεων.
Διαθέτει μακρά εμπειρία
Είναι κάτι άλλωστε που έχει αποδειχθεί πολλάκις στο παρελθόν. Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, την εποχή της ποτοαπαγόρευσης στις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν από έναν αιώνα. Ή κατά την επιδημία της χολέρας που είχε ξεσπάσει στη Νάπολη το 1884, οδηγώντας στον θάνατο πάνω από τον μισό πληθυσμό της πόλης. Ακόμη και στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, πάλι στην Ιταλία, όταν η Μαφία είχε διαλέξει το σωστό στρατόπεδο, στηρίζοντας τους Συμμάχους κατά του Μουσολίνι και αποκομίζοντας τεράστια ανταλλάγματα μετά την απελευθέρωση. «Η ιταλική Μαφία μπορεί να μετατρέπει τις απειλές σε ευκαιρίες», σημείωσε πρόσφατα μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο επικεφαλής της αρμόδιας κυβερνητικής υπηρεσίας, Τζουζέπε Γκοβερνάλε, για να προσθέσει με μία εύστοχη παρομοίωση: «Είναι σαν το νερό, κινείται για να γεμίσει ό,τι κενό υπάρχει».
Η Νάπολη, μάλιστα, φαίνεται πως βρίσκεται και σήμερα στο επίκεντρο ανάλογων διεργασιών. Οι αναφορές και τα ρεπορτάζ δείχνουν ότι η Καμόρα, η οποία δρα στην επαρχία της Καμπανίας, διεκδικεί ήδη μεγαλύτερο μερίδιο από την πίτα της οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας, ενώ κάτι ανάλογο κάνουν και οι «αδελφές» οργανώσεις, η ιστορική Κόζα Νόστρα στη Σικελία και η Ντράγκεντα στην Καλαβρία. Εκμεταλλευόμενες την πρωτόγνωρη και τεράστια σε έκταση ζημιά που προκαλεί το «πάγωμα» της κυκλοφορίας, της παραγωγής και των υπηρεσιών -υπολογίζεται, συγκεκριμένα, ότι κάπου το 65% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της Ιταλίας θα βρεθεί μπροστά στο φάσμα της χρεοκοπίας- οι «οικογένειες» του Νότου επιτίθενται κατά μέτωπο.
Συγκεκριμένα, κάθε μέρα που περνά προσπαθούν να θέσουν υπό τον έλεγχό τους όσες περισσότερες από αυτές τις επιχειρήσεις μπορούν, εκμεταλλευόμενες την άφθονη ρευστότητα που έχουν αποκομίσει τα προηγούμενα χρόνια από τις παράνομες και εγκληματικές δραστηριότητές τους (μόνο η Ντράγκεντα εκτιμάται ότι αποκομίζει 30 δισ. ετησίως από το εμπόριο κοκαΐνης). Συνήθως δε, χρησιμοποιούν μια γνωστή και δοκιμασμένη μέθοδο για να το καταφέρουν: Προσφέρουν δάνεια με ευνοϊκούς όρους -συχνά ευνοϊκότερους από τα κρατικά και χωρίς τυπικές διαδικασίες...- με αντάλλαγμα την πρόσληψη ενός ατόμου της άμεσης εμπιστοσύνης των «νονών», το οποίο επί της ουσίας θα είναι το νέο αφεντικό του εκάστοτε μαγαζιού, με καθήκον να το εντάξει σταδιακά και οργανικά στο μαφιόζικο δίκτυο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Η Μαφία γνωρίζει τι έχεις και τι θα χρειαστείς και το προσφέρει, με τους όρους της», είπε ο γνωστός συγγραφέας Ρομπέρτο Σαβιάνο, μιλώντας στην εφημερίδα la Repubblica.
Πολυεθνική δράση
Αν και η Ιταλία παραμένει το επίκεντρο της δράσης της Μαφίας, λόγω και της μακράς παράδοσης που έχει εκεί, τα τελευταία χρόνια έχει καταφέρει να διεισδύσει και σε αρκετές άλλες χώρες της Ευρώπης (ακόμη και ανεπτυγμένες, όπως λένε οι εκτιμήσεις των ειδικών). Φτάνοντας, μάλιστα, μέχρι τα ανώτερα κλιμάκια της πολιτικής εξουσίας για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς και τα συμφέροντά της.
Οι δε πρόσφατες δολοφονίες της δημοσιογράφου Δάφνη Γκαρουάνα Γκαλιτσία στη Μάλτα και του συναδέλφου της Γιαν Κούτσιακ στη Σλοβακία, που είχαν φτάσει πολύ κοντά σε συγκλονιστικές αποκαλύψεις για το εγκληματικό δίκτυο που είχε στηθεί στις δύο χώρες, αποδεικνύουν ότι χρησιμοποιεί παντού παρόμοιες μεθόδους και είναι αδίστακτη.
Χέρι στα κρατικά-κοινοτικά κονδύλια
Φυσικά, η Μαφία έχει αναπτύξει πολλούς εναλλακτικούς τρόπους που της επιτρέπουν να διευρύνει την επιρροή της, ειδικά στην Ιταλία. Ανάμεσα στα άλλα, καθώς έχουν ήδη αρχίσει να ρέουν κονδύλια πολλών δισ. ευρώ από την κεντρική κυβέρνηση για την αντιμετώπιση των άμεσων επιπτώσεων της κρίσης, στα οποία σύντομα θα προστεθούν και τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, που θα έχουν στόχο κυρίως τη στήριξη των επιχειρήσεων, ο μηχανισμός έχει τεθεί σε κατάσταση ύψιστου συναγερμού. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι έμμισθοι άνθρωποι της Μαφίας βρίσκονται σε πολλά καίρια πόστα και διασφαλίζουν εδώ και δεκαετίες ότι θα ανατίθενται σε εταιρείες-βιτρίνες της όλες οι καλές και κερδοφόρες δουλειές σε μια σειρά κλάδους - ανακύκλωση απορριμμάτων, συνεργεία καθαρισμού και απολύμανσης, καντίνες, γραφεία τελετών, μεταφορές, τουρισμός-ξενοδοχεία κ.λπ. Ολοι αυτοί, λοιπόν, μαζί με τις νέες... στρατολογίες που γίνονται εντατικά, θα επιχειρήσουν να κατευθυνθεί προς τα ταμεία των τριών βασικότερων οργανώσεων όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αυτών των ποσών.
Την ίδια στιγμή, όπως είναι φυσικό, η Μαφία ενδιαφέρεται και για το προφίλ της στον λαό, που της διασφαλίζει την αναγκαία κοινωνική αποδοχή ή ανοχή, στοιχεία απαραίτητα για να δρα πιο άνετα και συγκαλυμμένα. Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, άλλωστε, όποιος χτυπά την πόρτα και προσφέρει φαγητό, φάρμακα και υλικό αυτοπροστασίας (γάντια, μάσκες), αλλά και μετρητά ή κουπόνια, αντιμετωπίζεται ως ήρωας - και αυτό είναι ένα παιχνίδι που η Μαφία γνωρίζει πολύ καλά. Και μάλιστα όχι μόνο στην Ιταλία, όπως υπενθύμισε μιλώντας στην εφημερίδα The Guardian ένας από τους εισαγγελείς που ασχολούνται με αυτό το μέτωπο, Νίκολα Γκρατέρι: «Αναλογιστείτε τι έχει γίνει με τον Μεξικανό βαρόνο Ελ Τσάπο. Εχει διακινήσει τόνους κοκαΐνης και έχει δώσει εντολή για τη δολοφονία εκατοντάδων ανθρώπων, όμως στη γενέτειρά του είναι γνωστός για τη γενναιοδωρία του, επειδή πρόσφερε φάρμακα σε οικογένειες και έφτιαξε δρόμους. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και εδώ», είπε.
Το έργο της Μαφίας διευκολύνει και η τεράστια έκταση της «μαύρης οικονομίας» στην Ιταλία, κάτι που σημαίνει ότι εκατομμύρια άνθρωποι είναι κυριολεκτικά «αόρατοι» και δεν δικαιούνται ούτε καν αυτά τα πενιχρά κρατικά επιδόματα που χορηγούνται. Για του λόγου το αληθές, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, σε αυτή την κατηγορία ανήκουν περίπου 3,5 εκατ. άνθρωποι, σε σύνολο 25,5 εκατ. που αποτελούν το εργατικό δυναμικό της χώρας. Εξ αυτών, περίπου ένα εκατ. βρίσκεται στον Νότο, διευκολύνοντας τη Μαφία να αισθάνεται ότι παίζει στο... γήπεδό της.
Υπάρχει, άραγε, αντίδοτο απέναντι σε αυτή την απειλή; Θεωρητικά ναι - η ταχεία και αποτελεσματική κάλυψη όλων των ζωτικών αναγκών που προκαλεί και αυτή η κρίση από το κράτος, έτσι ώστε να περιοριστεί ο ζωτικός χώρος δράσης της Μαφίας, σε συνδυασμό φυσικά με την ένταση του κυνηγητού εναντίον της. Στην πράξη, όμως;