Η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στη δημοσιοποίηση του σχεδίου απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν ενδεικτικές των έντονων αντιδράσεων που αναμένονταν για το περιεχόμενο της. Η ταξινόμηση του φυσικού αερίου, αλλά κυρίως της πυρηνικής ενέργειας, στην «πράσινη» κατηγορία πυροδότησε έναν τεταμένο δημόσιο διάλογο για το ζήτημα. Παράλληλα με τις επίσημες διαβουλεύσεις, η πληθώρα των τοποθετήσεων δείχνει τον διχασμό στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο επίπεδο της ΕΕ είχε αναπτυχθεί μία φιλόξενη τροχιά για την υιοθέτηση της πυρηνικής ενέργειας. Αυτό άλλωστε διαφαινόταν από τον θεσμικό διάλογο με την Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (ΔΕΔΑ) και την πρόοδο που είχε ανακοινωθεί στις προδιαγραφές ασφάλειας, αλλά και προστασίας του περιβάλλοντος. Η ΔΕΔΑ είχε επικροτήσει το σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας αλλά και τις προσπάθειες απολιγνιτοποίησης της ΕΕ στο πλαίσιο των στόχων του ΟΗΕ. Ωστόσο, όσον αφορά στα κράτη, η κατάσταση είναι λιγότερο ξεκάθαρη.
Σίγουρα οι δύο τάσεις που έχουν διαφανεί είναι ανάμεσα στη Γαλλία που τάσσεται υπέρ της και τη Γερμανία που έχει απαγορεύσει τη συνέχιση λειτουργείας των πυρηνικών αντιδραστήρων. Πίσω από τις δύο ατμομηχανές της ευρωπαϊκής ενοποίησης έχουν στοιχηθεί οι περισσότερες χώρες, τασσόμενες υπέρ ή κατά, με διαφορετικούς βαθμούς έντασης η κάθε μία. Το ζήτημα βέβαια δεν φαίνεται ικανό να προκαλέσει μία ρήξη ανάμεσα τους. Ακόμα και στο εσωτερικό των δύο άλλωστε, το τοπίο παραμένει αβέβαιο.
Από τη μία στη Γαλλία, ο Εμμανουέλ Μακρόν έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της χρήσης και της επέκτασης της πυρηνικής ενέργειας, σχεδιάζοντας την κατασκευή περισσότερο αντιδραστήρων στη χώρα του. Ο ίδιος είχε υποστηρίξει με θέρμη την ταξινόμηση της πυρηνικής ενέργειας ως «πράσινης». Βάσει της δέσμευσης του στην πυρηνική ενέργεια, μπορεί κάποιος να εξηγήσει εν μέρει την ηχηρή αντίδραση του στην προμήθεια πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στην Αυστραλία από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία κι όχι από το Παρίσι. Ωστόσο, ο Γάλλος πρόεδρος έχει μπροστά του τις προεδρικές εκλογές του 2022, όποτε και η χρήση πυρηνικής ενέργειας μπορεί να προκύψει ως πολιτικό ζήτημα.
Αντίστοιχα, η Γερμανία μπορεί να έχει ταχθεί εναντίον της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, ωστόσο οι φωνές πληθαίνουν πως η Άνγκελα Μέρκελ μπορεί να βιάστηκε να λάβει αυτή την απόφαση. Ενδεχομένως αυτό να προκαλέσει δεύτερες σκέψεις στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Ωστόσο, ο συνασπισμός των σοσιαλδημοκρατών με τους Πρασίνους αναγκάζει τρόπον τινά τη γερμανική κυβέρνηση να παραμείνουν στο μοντέλο που έχει χαραχθεί.
Το Βερολίνο άλλωστε δεν άργησε να στηλιτεύσει την απόφαση της Κομισιόν. Τα μέλη των Πρασίνων στην «κυβέρνηση του φωτεινού σηματοδότη» στη Γερμανία έσπευσαν να επικρίνουν με δριμύτητα την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ ο συμπρόεδρος των Πρασίνων και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ρόμπερτ Χάμπεκ δέσμευσε το Βερολίνο να ηγηθεί των αντιδράσεων εναντίον της απόφασης.
Παρά την αντίθεση της Γερμανίας και το κλείσιμο των πυρηνικών αντιδραστήρων της, υπάρχει μία πλειοψηφία κρατών που θεωρούν πως η πυρηνική ενέργεια αποτελεί ένα κομβικό κομμάτι για την επίτευξη των στόχων της κλιματικής ουδετερότητας. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απεικονίζει αυτόν τον συνδυασμό των αντίρροπων δυνάμεων στο ευρωπαϊκό παζλ. Βέβαια, το τι θα αποφασισθεί στο μέλλον είναι ακόμα αβέβαιο.