Ο πόλεμος στην Ουκρανία απασχολεί καθημερινά με αμείωτη ένταση, από το Φεβρουάριο 2020, την παγκόσμια κοινή γνώμη. Ωστόσο οι ενέργειες και οι διακηρύξεις της Ρωσίας, στο πλαίσιο αυτής της ανεπιτυχούς μέχρι τώρα εκστρατείας, έχουν φέρει στην επιφάνεια με πρωτοφανή ένταση το ζήτημα των πυρηνικών όπλων, το οποίο μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου είχε περάσει χαμηλά στην ατζέντα του διεθνούς ανταγωνισμού.
Η απειλή χρησιμοποιήσεως τακτικών πυρηνικών όπλων από αξιωματούχους της Μόσχας, κατά καιρούς, για την υποστήριξη των επιχειρήσεων στην Ουκρανία, προκάλεσε αντιδράσεις σε ολόκληρο τον κόσμο αλλά και διαψεύσεις από τη ρωσική πλευρά. Η Ρωσία ανακοίνωσε την 25 Μαρτίου 2023, τον σχεδιασμό της για ανάπτυξη υπό τον έλεγχό της μη-στρατηγικών πυρηνικών όπλων στη Λευκορωσία και ολοκλήρωσε την εκπαίδευση λευκορωσικού στρατιωτικού προσωπικού στη χρησιμοποίησή τους.
Η συμφωνία Ρωσίας - Λευκορωσίας αποτελεί την πρώτη αυτού τους είδους, δηλαδή «πυρηνικού διαμοιρασμού», από το 1970 που τέθηκε σε εφαρμογή η συνθήκη περί μη Διαδόσεως των Πυρηνικών Όπλων, κατά παράβασή της. Η Βοηθός Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για τον Αφοπλισμό δήλωσε ότι, η απουσία διαλόγου και η διάβρωση της αρχιτεκτονικής τους αφοπλισμού και ελέγχου των πυρηνικών όπλων, σε συνδυασμό με επικίνδυνη ρητορική και κεκαλυμμένες απειλές, αποτελούν σταθερούς οδηγούς για ενδεχόμενο υπαρξιακό κίνδυνο και προσέθεσε ότι το ρίσκο χρησιμοποιήσεως τους βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από κάθε άλλη περίπτωση, από το πέρας του Ψυχρού Πολέμου.
Έχει λοιπόν τεθεί αναπόφευκτα εκ νέου επί τάπητος το ζήτημα της κατοχής και χρησιμοποιήσεως των πυρηνικών όπλων από τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Πρώτον, ως καθαρά επιθετικά όπλα, ενώ όλες οι κατέχουσες χώρες έχουν αποδεχθεί τον αμυντικό τους ρόλο, καθώς η εδαφική ακεραιότητα της Ρωσίας δεν απειλείται από κανέναν, αντιθέτως η ίδια έχει παραβιάσει κατάφωρα την έδαφος της Ουκρανίας.
Δεύτερον, έφερε στο προσκήνιο το θέμα της ισοτιμίας στην ασφάλεια, με την απειλή εναντίον χώρας η οποία δεν διαθέτει αυτού του είδους τα όπλα και συμμορφώνεται με τους όρους και τις προβλέψεις της συνθήκη περί μη Διαδόσεως των Πυρηνικών Όπλων, όπως η Ουκρανία. Έτσι προκλήθηκε μια υφέρπουσα συζήτηση για δυνατότητα μετασταθμεύσεως τακτικών πυρηνικών όπλων στο έδαφος μη πυρηνικών χωρών, που νοιώθουν να απειλούνται ή και της νομιμοποιήσεως της αποκτήσεως όπλων αυτής της κατηγορίας, ως αντιστάθμισμα στον κίνδυνο. Δηλαδή, ανοίγει το θέμα της διαδόσεως των πυρηνικών όπλων.
Τρίτον, οδήγησε τις ΗΠΑ (Πυρηνική Πολιτική - Οκτώβριος 2022), να μην υιοθετήσουν, παρά την ισχυρή δέσμευση του Προέδρου Μπάιντεν κατά την προεκλογική του εκστρατεία, τις πολιτικές αποφυγής πρώτης χρησιμοποιήσεως πυρηνικών όπλων (NFU – No First Use) και αποκλειστικού σκοπού (Sole Purpose), δηλαδή για την αποτροπή και αν απαιτηθεί για την ανταπόδοση σε περίπτωση πυρηνικής επιθέσεως εναντίον των ΗΠΑ και των συμμάχων της.
Τέταρτον, η Ρωσία ενισχύει την κλιμάκωση και δημιουργεί ανάγκη απαντήσεως. Στην παρούσα φάση η απάντηση της Δύσεως περιορίζεται στην ενεργοποίηση της παγκόσμιας κοινής γνώμης εναντίον της Ρωσίας. Όμως η στρατηγική κλιμάκωσης – αποκλιμάκωσης της Ρωσίας είναι δυνατόν να οδηγήσει σε εσφαλμένες εκτιμήσεις, στην αλλαγή στρατηγικής του ΝΑΤΟ και στην ενίσχυση της εντάσεως με κίνδυνο ατυχήματος.
Πέμπτον, η Ρωσία εκμεταλλευόμενη την τεχνολογική της υπεροχή στην πυραυλική τεχνολογία θεωρεί ότι το χαμηλό όριο των τακτικών πυρηνικών όπλων, την φέρνει σε πλεονεκτική θέση και της δίνει τη δυνατότητα διεξαγωγής πυρηνικού πολέμου περιορισμένης κλίμακας. Αυτό οδηγεί άλλους στη σκέψη να ενισχυθεί το κατώτερο πυρηνικό όριο, ώστε να αποτραπεί η πυρηνική σύγκρουση. Επομένως ενισχύεται ο ανταγωνισμός και στο πεδίο των μη στρατηγικών πυρηνικών όπλων.
Πέραν αυτών, τα τελευταία έτη έχουν δημιουργηθεί κενά, αμφισβητήσεις και προβληματισμοί στην παγκόσμια αρχιτεκτονική ασφαλείας, με ευθύνη λιγότερο ή περισσότερο όλων σχεδόν των συμμετεχόντων, οι οποίοι ενισχύουν τα πυρηνικά τους οπλοστάσια ποσοτικά, ποιοτικά ή και αμφότερα. Ωστόσο η στάση και η συμπεριφορά της Ρωσίας είναι αυτή που πρωτίστως έχει ανοίξει τους ασκούς του αιόλου και καθιστά επιτακτική την άμεση έναρξη διαπραγματεύσεων και οριοθετήσεως αυτού του πεδίου σε νέα βάση.
Κάποιοι θα θεωρήσουν ότι αυτά δεν αφορούν στην Ελλάδα η οποία δεν έχει πρόθεση ή δυνατότητες να καταστεί πυρηνική δύναμη. Όμως αν η κατάσταση ξεφύγει και οδηγηθούμε σε ένα καθεστώς χαλαρού χωρίς αρχές και κανόνες ελέγχου των πυρηνικών όπλων, ειδικά στα μη στρατηγικά, τότε και άλλες χώρες θα επιδιώξουν την κατοχή τέτοιων όπλων. Ο πρόεδρος Ερντογάν έχει εκφράσει αυτή την άποψη για την Τουρκία από το βήμα του ΟΗΕ, η οποία αναπτύσσει συστηματικά την πυραυλική και αποκτά πυρηνική τεχνολογία (εργοστάσιο Ακουγιου).
Με βάση τα ανωτέρω η Ελλάδα ως μέλος του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ πρέπει να παρακολουθεί στενά το θέμα και να στηρίζει μέσα από τα διεθνή φόρα, όπως πάντα, την επί βάσει αρχών και ελέγχων κατοχή και ανάπτυξη πυρηνικών όπλων, έως και την ευκταία εξάλειψή τους.
* Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι Στρατηγός ε.α. - Επίτιμος Α/ΓΕΣ