Η εκτόξευση ενός πυραύλου από τις Ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις εναντίον ενός αεροδιαστημικού βιομηχανικού συγκροτήματος, στην πόλη Ντνίπρο της Ουκρανίας, την 21 Νοεμβρίου, προκάλεσε παγκόσμιο συναγερμό. Οι πρώτες αναφορές έκαναν λόγο για διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο, για να υποβαθμιστούν στη συνέχεια.
Ειδικοί εκτίμησαν ότι ο πύραυλος εβλήθη από απόσταση περίπου 1.000 χλμ, την οποία διήνυσε σε 15 λεπτά και έφερε έξι (6) κεφαλές και εκάστη έξι (6) υποπυρομαχικά. Κατέστη αμέσως ορατό ότι η χρησιμοποίηση ενός τέτοιου όπλου δεν ήταν «απάντηση» στην πρόσφατη αποδέσμευση και χρησιμοποίηση των πυραύλων ATACMS, και Storm Shadow, πολλώ δε μάλλον για την προσβολή του συγκεκριμένου στόχου, όταν η Ρωσία είχε για αυτό στη διάθεσή της πολλαπλές επιλογές. Το παιχνίδι ήταν ευρύτερο και ήταν σαφές ότι συνιστούσε «μήνυμα» της Ρωσίας.
Την επομένη ημέρα, ο πρόεδρος Πούτιν, σε ένα ολιγόλεπτο διάγγελμα προς το ρωσικό έθνος, αποκάλυψε ότι πρόκειται για δοκιμή ενός νέου υπερηχητικού συμβατικού πυραύλου μέσου βεληνεκούς, με το κωδικό όνομα Oreshnik (Φουντούκι). Επίσης, ανέφερε ότι η ταχύτητά του ήταν 10 Mach, ενώ τα δυτικά αντιβληματικά συστήματα δεν μπορούσαν να τον αντιμετωπίσουν. Και αφού τελείωσε με τα τεχνικά θέματα, προχώρησε στην ουσία του ζητήματος, δηλώνοντας ότι: «Αναπτύσσουμε πυραύλους ενδιαμέσου και μικρότερου βεληνεκούς, ως απάντηση στα σχέδια των ΗΠΑ να παράγουν και να αναπτύξουν [αντίστοιχους] πυραύλους στην Ευρώπη και την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού.
Πιστεύουμε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν λάθος καταστρέφοντας μονομερώς τη Συνθήκη INF (Intermediate Nuclear Forces) το 2019 με ένα παρατραβηγμένο πρόσχημα». Και συνέχισε: «Η Ρωσία έχει αναλάβει τη δέσμευση μονομερώς και εθελοντικά και να μην αναπτύξει πυραύλους ενδιαμέσου και μικρότερου βεληνεκούς, μέχρις ότου αυτά τα όπλα των ΗΠΑ να εμφανισθούν σε οποιαδήποτε περιοχή του κόσμου».
Με μια πρώτη ανάγνωση των ανωτέρω, προκύπτει ότι η ρωσική απάντηση αφορά στα πυραυλικά συστήματα των ΗΠΑ, τα οποία καλύπτονται από το πλαίσιο της Συνθήκης INF (500 - 5.500 χλμ) και θα αναπτυχθούν στην Ευρώπη και στον Ειρηνικό. Επίσης, εμμέσως πλην σαφώς ανοίγει έναν έμμεσο διάλογο με τις ΗΠΑ, δηλώνοντας ότι δεν θα αναπτύξει τέτοια όπλα πριν οι ΗΠΑ το κάνουν οπουδήποτε στον πλανήτη, δίνοντας έτσι και μια παγκόσμια διάσταση στο ζήτημα.
Ποια είναι λοιπόν τα αμερικανικά όπλα στα οποία αναφέρθηκε ο Πούτιν; Στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ (9-11 Ιουλίου 2024), στην Ουάσιγκτον, οι ΗΠΑ και η Γερμανία συμφώνησαν να αναπτύσσεται σποραδικά στο έδαφος της τελευταίας, αρχής γενομένης από το έτος 2026, ένα Πολυχωρικό Τακτικό Συγκρότημα (MDTF - Multi Domain Task Force) των ΗΠΑ, με προοπτική τη μόνιμη εγκατάστασή του. Το Συγκρότημα, σύμφωνα με την εκδοθείσα ανακοίνωση του Λευκού Οίκου, θα έχει δυνατότητες βαθέως συμβατικού πλήγματος, ενώ η παρουσία του αποδεικνύει τη δέσμευση των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, και θα συμβάλει στην ενοποιημένη ευρωπαϊκή αποτροπή.
Όταν αποκτήσει πλήρη επιχειρησιακή ικανότητα, θα διαθέτει, μεταξύ άλλων, μονάδες με αντιβληματικούς πυραύλους SM-6 (βεληνεκές 450 χλμ), με πυραύλους κρούζ Tomahawk (βεληνεκές 1.600 χλμ) και με υπερηχητικά βαλλιστικά όπλα (βεληνεκές +3.700 χλμ). Δηλαδή, αμερικανικοί πύραυλοι κρούζ και βαλλιστικοί, επανέρχονται στο ευρωπαϊκό έδαφος ύστερα από περίπου 35 χρόνια, όταν η ανάπτυξή τέτοιων οπλικών συστημάτων, στη δεκαετία του 1980, προκάλεσε τεράστια κοινωνική αναταραχή αλλά και πολιτικές συγκρούσεις.
Ας συγκρατήσουμε ότι οι κεφαλές των όπλων τότε ήταν πυρηνικές, ενώ τώρα συμβατικές, χωρίς να μας διαφεύγει ότι μπορεί να αντικατασταθούν με πυρηνικές. Επίσης, στοιχεία του αμερικανικού Συγκροτήματος αναπτύχθηκαν στις Φιλιππίνες στο πλαίσιο διμερούς ασκήσεως από τον Απρίλιο 2024, ενώ πληροφορείς φέρουν ότι υπάρχουν διαβουλεύσεις για ενδεχόμενη ανάπτυξη στην Ιαπωνία και στην Αυστραλία.
Ένα εύλογο ερώτημα αναδύεται, πώς και γιατί θα επανέλθουν οι αμερικανικοί πύραυλοι στην Ευρώπη; Η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στο παρελθόν.
Τη δεκαετία του 1970, εν μέσω του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ και η Σοβιετική Ένωση κατέληξαν σε διευθετήσεις για τη μείωση των Στρατηγικών Πυρηνικών Όπλων (Συμφωνίες SALT I&II – Strategic Arms Limitation Talks). Κατόπιν αυτού, το ΝΑΤΟ εστράφη προς τη Σοβιετική Ένωση, ώστε να μειωθεί και ο αριθμός των Πυρηνικών Όπλων Μέσου (1000-3.500 χλμ) και Ενδιαμέσου (3.500-5.500 χλμ) βεληνεκούς, βελτιώνοντας έτσι και την ασφάλεια του ευρωπαϊκού χώρου.
Τον Δεκέμβριο 1979, το ΝΑΤΟ υιοθέτησε τη Στρατηγική των Δύο Αξόνων (Double-Track Strategy), διπλωματία και αποτροπή, παραλλήλων και συμπληρωματικών. Πρώτος άξονας, η διπλωματία, δηλαδή διαπραγματεύσεις με τη Σοβιετική Ένωση, με όριο το 1983, ώστε να συμφωνηθεί αμοιβαία μείωση των όπλων. Σε περίπτωση συμφωνίας, προσαρμογή στην ανάλογη οροφή, άλλως ανάπτυξη πυρηνικών όπλων νέας γενιάς από τις ΗΠΑ στο ευρωπαϊκό έδαφος. Οι συνομιλίες δυστυχώς απέτυχαν, έτσι ακολούθησε ο δεύτερος άξονας, δηλαδή η αποτροπή με την ανάπτυξη των όπλων.
Η ενέργεια αυτή πυροδότησε ένα τεράστιο αντιπυρηνικό και ειρηνιστικό κίνημα στην Ευρώπη, το οποίο τελικά δεν εμπόδισε τα κοινοβούλια ευρωπαϊκών χωρών να εγκρίνουν την εγκατάσταση των όπλων. Οι ΗΠΑ ανέπτυξαν σε ευρωπαϊκό έδαφος 108 συστήματα εκτοξεύσεως βαλλιστικών πυραύλων Pershing II, με βεληνεκές 1700 χλμ και πυρηνικές κεφαλές ισχύος 5-80 Kt και 464 χερσαίους πυραύλους κρουζ Tomahawk, με βεληνεκές 2.500 χλμ και κεφαλές ισχύος 10- 50 Kt.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα, συνεπικουρούμενο και από άλλα υψηλής τεχνολογίας των ΗΠΑ, άσκησαν πίεση στη Σοβιετική Ένωση και σε συνδυασμό με τα δικά της προβλήματα, οδήγησαν στην υπογραφή τον Δεκέμβριο 1987 της Συνθήκης INF, μεταξύ Ρήγκαν και Γκορμπατσώφ.
Η Συμφωνία αυτή πέτυχε την εξάλειψη όλων των χερσαίων (οι αεροπορικοί και οι ναυτικοί δεν περιλαμβάνονταν) συμβατικών και πυρηνικών πυραύλων, κρουζ και βαλλιστικών, με βεληνεκή από 500 έως 5.500 χλμ. Η Συνθήκη ήταν απόλυτα επιτυχής καθώς κατεστράφησαν περίπου 2.700 πύραυλοι, οι δυο χώρες εξάλειψαν μια ολόκληρη κατηγορία όπλων και η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη αποπυρηνικοποιήθηκε. Πρακτικά, η Συνθήκη INF, ανέτρεψε τη Στρατηγική των Δύο Αξόνων και οδήγησε στη λύση του Διπλού Μηδενισμού (Double – zero solution).
Από το 2011 άρχισαν να εμφανίζονται σύννεφα στην εφαρμογή της Συνθήκης, τα οποία εντάθηκαν μετά το 2014 (κατάληψη Κριμαίας από Ρωσία, συγκρούσεις στην Αν. Ουκρανία). Οι ΗΠΑ άρχισαν να κατηγορούν τη Ρωσία, η οποία ήταν η διάδοχη χώρα της Σοβιετικής Ενώσεως στη Συνθήκη, ότι την παραβιάζει. Η Ρωσία το αρνήθηκε και κατηγόρησε με τη σειρά της τις ΗΠΑ ότι και αυτές την παραβιάζουν. Η αναζήτηση υπευθύνου δεν έχει νόημα καθώς καμία πλευρά δεν αποκαλύπτει τα στοιχεία τα οποία τηρούνται διαβαθμισμένα.
Τελικά, στις 2 Αυγούστου 2019, ο πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε την αποχώρηση των ΗΠΑ, ενώ ο πρόεδρος Πούτιν ανακοίνωσε την αναστολή των υποχρεώσεων της Ρωσίας έναντι της Συνθήκης. Γενικότερα, η τόσο επιτυχημένη Συνθήκη INF θα μπορούσαμε να πούμε ότι έπεσε θύμα των νέων διεθνών συνθηκών ασφαλείας, καθώς και άλλες χώρες απέκτησαν παρόμοια όπλα, χωρίς να δεσμεύονται από αυτή π.χ. Κίνα, Ιράν, Ινδία κτλ, της θεωρούμενης από τις ΗΠΑ ανισορροπίας ισχύος με τη Ρωσία και τέλος της ακαμψίας της Συνθήκης, καθώς δεν επέτρεπε την αντιμετώπιση των νέων παραμέτρων ασφαλείας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Επανερχόμενοι στον πύραυλο Oreshnik και λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η εκτόξευσή του δεν έχει σχέση με την Ουκρανία και τις εν εξελίξει επιχειρήσεις. Απλώς χρησιμοποιήθηκε ως πεδίο δοκιμών. Οι ΗΠΑ κρατούν το ζήτημα εκτός συζητήσεως και το διασυνδέουν με την επιθετικότητα της Ρωσίας, η οποία ανακοίνωσε ότι προχωρά στη μαζική παραγωγή των συγκεκριμένων πυραύλων. Η Ρωσία αντιγράφει την πρακτική του ΝΑΤΟ το 1983, δηλαδή κλιμακώνει την αντιπαράθεση, ενώ στέλνει και ένα ισχυρό μήνυμα στον πρόεδρο Τραμπ, ενόψει της αναλήψεως των καθηκόντων του, για την απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συνθήκη INF. H εκτόξευση του πυραύλου Oreshnik είναι καταλυτική, ανοίγει μια νέα περίοδο πυραυλικού ανταγωνισμού, μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, στον ευρωπαϊκό χώρο.
Στην παρούσα φάση, η αντιπαράθεση εμφανίζεται με συμβατικά χαρακτηριστικά, πλην όμως η απόσταση για να εξελιχθεί και πάλι σε πυρηνική δεν είναι μακριά. Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνει το νέο πυρηνικό δόγμα της Ρωσίας. Επίσης, τα όπλα αυτά είναι εντελώς αντιοικονομικά, στη συμβατική τους έκδοση, δηλαδή τα αποτελέσματα τα οποία επιτυγχάνουν, είναι πολύ περιορισμένα, ώστε να υποστηρίξουν στρατηγικούς και πολιτικούς στόχους. Επομένως, ο πειρασμός προς την πυρηνική διολίσθηση είναι πολύ ισχυρός. Η δήλωση των ΗΠΑ ότι η ανάπτυξη τέτοιων όπλων επιβεβαιώνει τη δέσμευσή της προς το ΝΑΤΟ αλλά και συμβάλει στην ευρωπαϊκή αποτροπή, είναι συζητήσιμη. Μάλλον, εξυπηρετεί την αμερικανική ασφάλεια χρησιμοποιώντας την Ευρώπη ως ζώνη ασφαλείας.
Ενώπιον αυτής της καταστάσεως, η Ευρώπη δεν μπορεί να παρακολουθεί αμήχανα με μια άτολμη πολιτική εστιασμένη σε οικονομικές και πασιφιστικές παραμέτρους. Είναι επιβεβλημένο να διαμορφώσει πολιτική και στρατηγική για την ασφάλεια του χώρου της, να αναλάβει πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση και επίλυση των διεθνών προβλημάτων που την επηρεάζουν και το σημαντικότερο, πρέπει να αποκτήσει στρατιωτικές δυνατότητες, μεταξύ αυτών πυραυλικές και πυρηνικές, ικανές να υποστηρίξουν όλα αυτά, άλλως θα παραμείνει ένας χώρος μπρα ντε φερ ΗΠΑ-Ρωσίας.
*Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι Στρατηγός ε.α. Επίτιμος Α/ΓΕΣ