Νέα στοιχεία για τη χρηματοδότηση της Χαμάς φέρνει στο φως με σημερινό δημοσίευμά της η Jerusalem Post, σύμφωνα με την οποία νοτιοαφρικανικές οργανώσεις και εταιρείες «βιτρίνα» εμπλέκονται στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της τρομοκρατικής οργάνωσης μέσω του Ιδρύματος Al-Quds, χρησιμοποιώντας λογαριασμούς που είναι εγγεγραμμένοι σε μεγάλες τράπεζες της Νότιας Αφρικής: Standard Bank, Nedbank και Absa.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα του Bloomberg, Ισραηλινοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι η Χαμάς λαμβάνει 8 έως 12 εκατ. δολάρια το μήνα μέσω διαδικτυακών δωρεών, μεγάλο μέρος των οποίων μέσω οργανώσεων που παριστάνουν τις φιλανθρωπικές οργανώσεις για να βοηθήσουν τους αμάχους στη Γάζα.
Το Ίδρυμα Al-Quds
Το Διεθνές Ίδρυμα Al-Quds (γνωστό και ως Al-Quds International Institute ή QII) ιδρύθηκε στη Βηρυτό το 2001 από μέλη της Χαμάς για να συγκεντρώσει κεφάλαια για την τρομοκρατική οργάνωση με το πρόσχημα της φιλανθρωπίας. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, η ηγεσία της Χαμάς διαχειρίζεται όλες τις υποθέσεις του ιδρύματος μέσω μελών της που συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο και σε άλλες διοικητικές επιτροπές, ενώ όλα τα έγγραφα, τα σχέδια, οι προϋπολογισμοί και τα έργα συντάσσονται από αξιωματούχους της Χαμάς. Επιπλέον, αρκετά ανώτερα στελέχη της Χαμάς, συμπεριλαμβανομένων των τρομοκρατών Mousa Abu Marzook και Osama Hamdan, υπηρέτησαν στο ΔΣ του Al-Quds.
Το ίδρυμα αποτελεί μέρος του εκτεταμένου δικτύου οργανώσεων που συνδέονται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και μέχρι πρόσφατα πρόεδρός του ήταν ο σεΐχης Yusuf Al-Qaradawi, Καταριανός με καταγωγή από την Αίγυπτο, ισλαμιστής λόγιος και θεολόγος, ευθυγραμμισμένος με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και ο οποίος κήρυττε υπέρ της φετφά (ισλαμική νομική απόφαση) που επιδοκιμάζει και επικροτεί τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας.
Επικεφαλής του ιδρύματος είναι σήμερα ο σεΐχης Hamid bin Abdullah Al-Ahmar, ένας επιχειρηματίας από την Υεμένη με έδρα την Τουρκία, ο οποίος είναι ηγετικό στέλεχος του κόμματος Αλ-Ισλάχ στην Υεμένη, το οποίο αποτελεί πολιτικό παρακλάδι του κινήματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στη χώρα.
Σύμφωνα με τη Jerusalem Post, το ίδρυμα υπέστη κυρώσεις από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ το 2012 επειδή «ελέγχεται και ενεργεί για λογαριασμό της Χαμάς», οι οποίες περιλαμβάνουν τη δέσμευση όλων των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει το ίδρυμα υπό τη δικαιοδοσία των ΗΠΑ και την απαγόρευση σε όλους τους πολίτες των ΗΠΑ να συμμετέχουν σε συναλλαγές με το ίδρυμα. Ήδη από το 2019, το Ισραήλ έθεσε παράνομο το Ίδρυμα Al-Quds, για παρόμοιους λόγους.
Δραστηριότητες στη Νότια Αφρική
Παρά την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, το ίδρυμα συνεχίζει τις δραστηριότητές του σε όλο τον κόσμο, διαθέτοντας περίπου δεκατρία παραρτήματα σε διάφορες χώρες, ενίοτε με διαφορετικά ονόματα. Στη Νότια Αφρική, υπάρχει επίσης ένας εγγεγραμμένος οργανισμός με την ονομασία «Al-Quds Foundation SA», ο οποίος παραδέχεται ανοιχτά στον νέο του ιστότοπο ότι είναι «παράρτημα του ιδρύματος Al-Quds με έδρα τον Λίβανο».
Η ίδια η οργάνωση διαφημίζει τις δραστηριότητες συγκέντρωσης χρημάτων, ισχυριζόμενη ότι τα κεφάλαια θα μεταφερθούν στους άπορους στη Γάζα, αναφέρει η εφημερίδα. Στην ιστοσελίδα του ιδρύματος αναφέρεται ως διευθυντής ο Σεΐχης Ebrahim Gabriels, ο οποίος ηγείται του νοτιοαφρικανικού παραρτήματος από το 2019.
Ο Gabriels ήταν παλαιότερα πρόεδρος του Μουσουλμανικού Δικαστικού Συμβουλίου της Νότιας Αφρικής (MJC) και του Ενωμένου Συμβουλίου Ουλάμα της Νότιας Αφρικής (UUCSA). Σύμφωνα με το Meir Amit Intelligence and Terrorism Information Center, το MJC αποτελεί μέρος της Ένωσης του Καλού, μιας οργάνωσης-ομπρέλας που αποτελείται από περισσότερες από 50 φερόμενες φιλανθρωπικές οργανώσεις σε όλο τον κόσμο, οι οποίες συμμετέχουν στη συγκέντρωση και χρηματοδότηση δραστηριοτήτων της Χαμάς.
Το 2017, ο Gabriels συναντήθηκε με αντιπροσωπεία της Χαμάς με επικεφαλής τα μέλη του πολιτικού γραφείου της τρομοκρατικής οργάνωσης, Mohammad Nazzal και Maher Obeid. Συναντήθηκε επίσης με τον ηγέτη της Χαμάς Ismail Haniyeh στη Γάζα το 2011.
Μεταφορά κεφαλαίων μέσω τριών κορυφαίων τραπεζών
Το νοτιοαφρικανικό παράρτημα του Ιδρύματος Al-Quds φαίνεται να έχει αντιμετωπίσει εμπόδια στη μεταφορά κεφαλαίων στη Χαμάς, δήλωσε μια πηγή. Επικαλούμενη επαφή εντός του ιδρύματος, πηγή σχολίασε ότι υπήρχαν «κάποια προβλήματα» με τον τραπεζικό λογαριασμό του ιδρύματος Al-Quds που ήταν εγγεγραμμένος στην τράπεζα Absa, και έτσι, για να δεχτούν χρήματα από το εξωτερικό, χρησιμοποίησαν αντ' αυτού έναν λογαριασμό που ανήκε σε μια άλλη ομάδα, με την ονομασία Baitul Maqdis Foundation.
Αυτή η κάλυψη ενισχύεται περαιτέρω από μια αφίσα από τον Οκτώβριο του 2023 που δείχνει τραπεζικά στοιχεία για μια δωρεά προς το Ίδρυμα Al-Quds SA, το οποίο χρησιμοποιεί έναν λογαριασμό στην Standard Bank με το όνομα Baitul Maqdis, και σύμφωνα με πηγές, διεκπεραιώνει μεταφορές σε δολάρια ΗΠΑ καθώς και σε νοτιοαφρικανικά ραντ.
Το Ίδρυμα Baitul Maqdis ισχυρίζεται ότι είναι εγγεγραμμένη ΜΚΟ, ωστόσο, δεν βρέθηκε καμία οργάνωση με αυτό το όνομα ή αριθμό στα επίσημα αρχεία και το όνομά του δεν εμφανίζεται σχεδόν πουθενά εκτός από μια σχεδόν ανενεργή σελίδα στο Facebook. Επιπλέον, δεν μπόρεσε να βρεθεί καμία πληροφορία σχετικά με τους ιδρυτές, τους εργαζόμενους ή τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, αναφέρει η Ισραηλινή εφημερίδα.
Εκτός από τον λογαριασμό της Standard Bank, η Baitul Maqdis διαθέτει επίσης τραπεζικό λογαριασμό στη Nedbank, τον οποίο χρησιμοποιεί επίσης, όπως επαληθεύτηκε από την πηγή, για τη μεταφορά κεφαλαίων από το εξωτερικό στο Al-Quds Foundation South Africa.
Το Ίδρυμα Baitul Maqdis φαίνεται να παρέχει κάλυψη στο Ίδρυμα Al-Quds στην προσπάθειά του να μεταφέρει χρήματα στη Χαμάς μέσω των λογαριασμών του στη Standard Bank και τη Nedbank - αντί για τον λογαριασμό του Absa, ο οποίος, όπως παραδέχονται, αντιμετώπιζε κάποια «προβλήματα», γράφει η εφυμερίδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τρεις τράπεζες είναι μεταξύ των τεσσάρων κορυφαίων τραπεζών της Νότιας Αφρικής όσον αφορά το ενεργητικό τους, με τη Standard Bank να βρίσκεται στην κορυφή της λίστας με γραφεία, συνεργασίες και μετοχές σε τράπεζες στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Αργεντινή, την Τουρκία και σε όλη την αφρικανική ήπειρο αξίας περίπου 170 δισ. δολαρίων.
Μια πηγή δήλωσε ότι ο σεΐχης Hamid Al-Ahmar είναι υπεύθυνος για το σύνολο των συναλλαγών από τη Νότια Αφρική προς το λιβανέζικο κέντρο της ομάδας που συνδέεται με τη Χαμάς. Πρόκειται για εξέχοντα επιχειρηματία από τη Σανάα της Υεμένης. Στην προσωπική του ιστοσελίδα αναφέρει ότι έχει διατελέσει ιδιοκτήτης της τράπεζας Saba' και του τηλεπικοινωνιακού ομίλου Sabafon της Υεμένης, ήταν αντιπρόεδρος της αραβικής εταιρείας τουρισμού στις περιοχές του Κόλπου και της Υεμένης, μέλος της επιτροπής πετρελαίου και ανάπτυξης στο κοινοβούλιο της Υεμένης και μάλιστα επίτιμος γενικός πρόξενος της Φινλανδίας στην Υεμένη.
Στις 8 Οκτωβρίου, μία ημέρα μετά την επίθεση της Χαμάς, ο σεΐχης κάλεσε τους Χούθι στην Υεμένη να παράσχουν βοήθεια στους Παλαιστίνιους και «να μετατρέψουν τις δηλώσεις [τους] σε πράξη υποστήριξης του αγώνα και των θυσιών του παλαιστινιακού λαού».
Η Nedbank δεν μπόρεσε να επιβεβαιώσει, λόγω του απορρήτου μεταξύ τραπεζίτη και πελάτη, αν η Baitul Maqdis είναι πελάτης της. Στην απάντησή της ανέφερε ότι η Nedbank διαθέτει ένα «ολοκληρωμένο πρόγραμμα διαχείρισης κινδύνων και συμμόρφωσης» που είναι «ευθυγραμμισμένο με τα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της χρηματοδότησης της διάδοσης». Σε περίπτωση που η τράπεζα αντιληφθεί «οποιαδήποτε παράνομη ή ύποπτη δραστηριότητα σε λογαριασμούς πελατών, δεν θα διστάσει να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες όσον αφορά τις διαδικασίες [της] και σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία».