Ανά πάσα στιγμή ο Ερντογάν θα ανεβοκατεβάζει το θερμόμετρο της επιθετικότητας και θα αιφνιδιάζει με αλλαγή πορείας του γεωτρύπανου προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, ανάλογα με τα ανταλλάγματα που θα λάβει και την εξέλιξη του παζαριού με τις ΗΠΑ για τα F-16.
Η στρατηγική της Τουρκίας είναι καλά μελετημένη, με σταθερές διεκδικήσεις και μακροπρόθεσμη, και σφάλλει η Αθήνα αν φαντάζεται κάποιου είδους «μορατόριουμ», το οποίο ακόμη και αν επιτευχθεί, δεν θα εξασφαλιστεί δωρεάν, σχολιάζει στο liberal ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Γιάννης Βαληνάκης, φοβούμενος ότι η μικρή ανάπαυλα από τις εντάσεις θα μας οδηγήσει σε εφησυχασμό.
Μιλά για τη μεγάλη εικόνα των νέων γεωπολιτικών ισορροπιών, την οποία η Τουρκία διαβάζει σωστά, για την εθνική αποστολή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, αλλά και για την σκληρή κριτική προς το τουρκικό καθεστώς από ΗΠΑ και Ευρώπη, ένα «παράθυρο ευκαιρίας» που μια έξυπνη εξωτερική και αμυντική πολιτική πρέπει να ξέρει πως να το εκμεταλλευτεί στην πράξη.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Κατά πόσο η επιλογή Ερντογάν, οι γεωτρήσεις του τουρκικού γεωτρύπανου να αρχίσουν από τα ανοικτά της Αττάλειας, συνιστούν μορατόριουμ στην Ανατολική Μεσόγειο ή πρέπει να εκληφθούν ως παραίτηση της Τουρκίας από τις βασικές της διεκδικήσεις στο Αιγαίο;
Αδυνατώ να διακρίνω με τα σημερινά δεδομένα ένα πραγματικό «μορατόριουμ» στην Αν. Μεσόγειο. Διαβλέπω όμως ξανά δικούς μας ευσεβείς πόθους προς μια τέτοια κατεύθυνση που μάλιστα οδηγούν σε εφησυχασμό την ώρα που θα έπρεπε να αξιοποιήσουμε και την παραμικρή ανάπαυλα που προκύπτει. Συνεχίζεται με άλλα λόγια η μονοδιάστατη στόχευση για ένα «ήσυχο καλοκαίρι», που ακόμη κι όταν επιτυγχάνεται, δεν έρχεται δωρεάν.
Πρώτον, κάθε άλλο παρά παραπέμπει στην αποφασιστικότητα που (αόριστα πότε-πότε) ακούγεται ως βασική αρχή μας από κυβερνητικά χείλη. Δεύτερον, προδίδει, όπως και η αγωνιώδης σεναριολογία για τα επόμενα τουρκικά χτυπήματα, μια μάλλον μοιρολατρική αγωνία που δεν αρμόζει σε σοβαρή ευρωπαϊκή χώρα. Αλλά ακόμη και εάν είχε συμφωνηθεί ένα μορατόριουμ, δεν θα εξασφαλιζόταν δωρεάν και χωρίς σημαντικές παραχωρήσεις προς την Άγκυρα που θεωρεί ότι ο παράγων χρόνος είναι με το μέρος της.
Στο πλαίσιο αυτό, η προσεκτική επιλογή του πρώτου σταθμού του τουρκικού γεωτρύπανου (εντός δηλ. της τουρκικής υφαλοκρηπίδας) σε καμία περίπτωση δεν συνιστά παραίτηση της Τουρκίας από τις βασικές διεκδικήσεις της. Ο Ερντογάν έχει εδώ και καιρό αποκτήσει σαφώς την πρωτοβουλία των κινήσεων (ελλείψει αντίστοιχων δικών μας και αδυναμίας μας για εκπόνηση συνολικής στρατηγικής) με επακόλουθο η χώρα μας να «τρέχει» διαρκώς σε κατάσταση αμηχανίας πίσω του.
Μη διδαχθέντες από την κρίση του 2020, βαδίζουμε κατά τα φαινόμενα προς νέα πολύμηνη «κατάσταση ετοιμότητας» των Ε.Δ., με αναπόφευκτη συνέπεια μια αναποτελεσματική εξάντληση των αριθμητικά λιγότερων δυνάμεών μας. Αναποτελεσματική, αφού (παρά το υψηλό τους φρόνημα) σύμφωνα με το επίσημο ελληνικό αφήγημα θα «παρακολουθούν» απλώς την τουρκική αρμάδα πέριξ του γεωτρύπανου. Αναποτελεσματική επίσης γιατί τα επαπειλούμενα νέα μονομερή τετελεσμένα δεν αποτρέπονται με «παρακολουθήσεις» και ενημερώσεις τρίτων. Ούτε αντιμετωπίζονται με ιδέες «της στιγμής» μέσα στην ομίχλη μιας κρίσης.
Διότι δυστυχώς δεν διαφαίνεται ένας ολιστικός στρατηγικός σχεδιασμός προετοιμασίας σε υψηλό πολιτικό επίπεδο, πλην ίσως κάποιων μάλλον παρακλητικών παραινέσεων προς ΗΠΑ και ΕΕ να παρέμβουν προς συνέτιση του παραληρηματικού Τούρκου Προέδρου. Ακόμη όμως και τέτοιες προσπάθειες όταν εκδηλώνονται, ας μην αεροβατούμε ότι οι διάφορες μεσολαβήσεις τρίτων υπέρ μας δεν συνοδεύονται και από αιτήματα για «αντίστοιχες» ελληνικές παραχωρήσεις. Δεν υπάρχει δωρεάν μεσολάβηση στη διεθνή πολιτική.
Εντάσσονται περισσότερο στους τακτικισμούς του τουρκικού καθεστώτος, το οποίο θέλει για την ώρα να δείξει ένα καλό πρόσωπο, ενόψει και της διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ για τα F-16; Το ρωτώ γιατί όπως είπε και ο Ερντογάν, όταν το πλοίο ολοκληρώσει τις γεωτρήσεις σε αυτή την περιοχή, δεν θα σταματήσει παρά θα κατευθυνθεί σε άλλα σημεία…
Διαθέτοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων και μεγάλα περιθώρια διεθνούς και εσωτερικής ανοχής, είναι προφανές ότι ανά πάσα στιγμή ο Ερντογάν μπορεί να ανεβοκατεβάζει το θερμόμετρο της επιθετικότητάς του και να αιφνιδιάζει με αλλαγή πορείας προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Έχει ορισμένους λόγους για να συγκρατηθεί κάπως και επ’ ολίγον, αλλά έχει δυστυχώς περισσότερους για να προχωρήσει σε νέες και μάλιστα προκλητικότερες κινήσεις, όπως στο εξαιρετικά επικίνδυνο θέμα που ανακινεί με τη δήθεν αποστρατικοποίηση των νησιών.
Η ανάγκη να καλοπιάσει τις ΗΠΑ για τα F-16 είναι ένας λόγος αυτοσυγκράτησης, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται ότι, σε κάθε περίπτωση, οι εκβιαστικοί όροι που έχει θέσει για την κύρωση της συμφωνίας διεύρυνσης του ΝΑΤΟ από την τουρκική Βουλή, του έχουν χαρίσει ένα καίριο μηχανισμό εκβιασμού των ΗΠΑ αλλά και πολλών άλλων κρατών-μελών. Η θεωρούμενη ικανότητά του να πετύχει ακόμη και εκεχειρία στην Ουκρανία είναι ένας άλλος νέος μοχλός που λειτουργεί ήδη υπέρ του διεθνώς. Ανάλογα συνεπώς με τις αντιδράσεις και τις εξελίξεις θα κατευθύνει το γεωτρύπανο εκεί όπου τελικά ο ίδιος θεωρεί ότι έχει στρατηγικά και εκλογικά να κερδίσει. Και είτε θα λάβει ανταλλάγματα για να μειώσει την επιθετικότητά του, είτε θα προχωρήσει γιατί θα τα κρίνει ως ανεπαρκή, σε σχέση με το όφελος που προσδοκά από νέα τετελεσμένα...
Δεδομένου ότι εδώ και αρκετά χρόνια η Τουρκία δείχνει πως κινείται βάσει ενός καλά μελετημένου σχεδίου, ποια είναι η μεγάλη εικόνα που πρέπει πάντα να βλέπουμε;
Η μεγάλη εικόνα είναι δυστυχώς ένας επικίνδυνος κόσμος που ανέτειλε και η ολοένα και πιο εύφλεκτη γειτονιά μέσα στην οποία αναγκαστικά ζούμε. Η Τουρκία τη διαβάζει σωστά ενώ εμείς φοβούμαι πως όχι. Επισημαίνω κατ’ αρχάς τη ραγδαία μετεξέλιξη του μέχρι πρόφατα δυτικοκεντρικού διεθνούς συστήματος σε ένα πολυπολικό που, εξ ορισμού, λόγω των πολλών αυτόνομων δρώντων, είναι άναρχο και άρα απρόβλεπτο κι επικίνδυνο. Αυτό μας αφορά άμεσα γιατί ζούμε δίπλα σε ισχυρή δύναμη που μας επιβουλεύεται και έχει εξασφαλίσει διεθνώς σημαντική ελευθερία κινήσεων.
Βλέπουμε εξάλλου (δυστυχώς) το διεθνές δίκαιο και «ιερούς» μέχρι σήμερα κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης (πχ. το απαραβίαστο των διεθνών συνόρων) να υποχωρούν, τη χρήση απειλών και ωμής βίας να πολλαπλασιάζονται, τις εστίες ανάφλεξης να αναφύονται σε όλες τις ηπείρους, τις σφαίρες επιρροής να συζητούνται ως ρεαλιστική αναγκαιότητα κλπ. Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Κινέζου υπουργού Εξωτερικών που προσδιόρισε ως αρχές διεθνούς συμπεριφοράς της χώρας του, όχι απλά το (ήδη ατελέστατο) διεθνές δίκαιο αλλά και την (προφανώς ανεξέλεγκτη) κινεζική «εσωτερική νομοθεσία» και την (επικίνδυνα ασαφέστατη) «διεθνή πρακτική». Με ανάλογα νέους «κανόνες» επιχειρηματολογούν και η Ρωσία αλλά και η Τουρκία.
Ας τα ξανασκεφτούν συνεπώς όλα αυτά οι ημέτεροι αρμόδιοι που μοιάζουν να έχουν εναποθέσει όλες τις ελπίδες (και κινήσεις) μας στον αυτόματο πιλότο του διεθνούς δικαίου… Έχουμε πολλές φορές εξηγήσει ότι η Τουρκία διαθέτει μακροπρόθεσμη στρατηγική, εφαρμοστικά σχέδια καθημερινής υλοποίησης αλλά και εργαλεία που χρησιμοποιεί βήμα-βήμα προς τους στόχους της, αξιοποιώντας μάλιστα και τις ασάφειες του διεθνούς δικαίου - δυστυχώς με επιτυχία και σε βάρος του Ελληνισμού συνολικά.
Τη Δευτέρα μεταβαίνει στις ΗΠΑ τουρκική αντιπροσωπεία για το θέμα των F-16, όπως δήλωσε ο Χ. Ακάρ. Πιστεύετε ότι ο Ερντογάν θα βρίσκεται σε ένα συνεχές ανατολίτικο παζάρι, όπου θα πιέζει για ανταλλάγματα, και αναλόγως των εξελίξεων σε θέματα, όπως π.χ. τα F-16, μπορεί να υλοποιήσει τον σχεδιασμό του γεωτρύπανου σε κάποια περιοχή πολύ πιο προβληματική από τη τοποθεσία Yörükler-1;
Παράλληλα με την περίοδο αναμονής του Αμπουλχαμίντ Χαν εκτυλίσσεται φυσικά η διαπραγμάτευση για τα F-16 και το παζάρι αυτό θα είναι συνεχές και πολυδιάστατο, δεδομένων των πολλών θεμάτων που παραμένουν ανοιχτά προς επίλυση μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας. Η μη ικανοποίηση των τουρκικών αιτημάτων λογικά θα οδηγήσει σε αύξηση της επιθετικότητας της Άγκυρας στην Αν. Μεσόγειο, πολύ πέρα από την υφαλοκρηπίδα της έτσι όπως ορίζεται από το διεθνές δίκαιο.
Το σοβαρό ζήτημα είναι αν η πολιτική ηγεσία έχει πραγματικά και σε βάθος προετοιμαστεί για τις δύσκολες αλλά εθνικά αναγκαίες αποφάσεις που την περιμένουν όταν η Τουρκία βολιδοσκοπώντας πάντα προηγουμένως τις πιθανές αντιδράσεις θα προχωρήσει προς εθνικά επικίνδυνες περιοχές.
Πόσο σημαντικό είναι σε αυτή τη κρίσιμη για τα εθνικά μας θέματα συγκυρία, να μην υπονομευτεί η αξιοπιστία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και κατά πόσο η υπόθεση των παρακολουθήσεων μπορεί να επηρεάσει τα ελληνοτουρκικά;
Δεν θα ήθελα να σκεφτώ μια απόπειρα της Άγκυρας να εκμεταλλευθεί την υπόθεση αυτή και τις εσωτερικές εξελίξεις που τυχόν θα πυροδοτούνταν στη χώρα μας. Ανεξάρτητα όμως από την έκβαση του εσωτερικού σκέλους της υπόθεσης, θεωρώ ορθή την επιλογή της νέας ηγεσίας της, τον πρέσβη κ. Θ. Δεμίρη, τον οποίο μάλιστα γνωρίζω προσωπικά από τη θητεία μου στο ΥΠΕΞ ως αφοσιωμένο στο εθνικό καθήκον και έμπειρο διπλωμάτη.
Όμως χάθηκαν τα τελευταία χρόνια σημαντικές εθνικές ευκαιρίες, πρώτον γιατί υποτιμήθηκε η εθνική αποστολή της ΕΥΠ, δεύτερον γιατί με την ακατάλληλη ηγεσία δεν μπορούσε και να αξιοποιηθεί πραγματικά (και μάλιστα ειδικά στην Αν. Μεσόγειο/ Μ. Ανατολή όπου κυριαρχεί σχεδόν αυτό το κανάλι των διακρατικών σχέσεων), και τρίτον, γιατί μόνο τώρα και υπό την πίεση των εξελίξεων αχνοφαίνεται επιτέλους η πιθανότητα να συνδεθεί και με το άλλο σημαντικό εργαλείο, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας.
Θυμίζω ότι ήταν ουσιαστικά η μόνη εξαγγελία της ΝΔ προεκλογικά στα εξωτερικά και αμυντικά θέματα, και παρά τις κρίσεις και τον πόλεμο στην Ουκρανία δεν υλοποιήθηκε μέχρι σήμερα, παρά μόνο στο σκέλος του επικεφαλής της που όμως απέμεινε χωρίς επιτελείο, υποστήριξη και ουσιαστικές αρμοδιότητες.
Βλέπετε, αυτό το χρονικό περιθώριο των 2-3 μηνών, κατά το οποίο το τουρκικό γεωτρύπανο θα κάνει έρευνες στα ανοικτά της Αττάλειας, να δημιουργεί «παράθυρο» για να αναπτυχθούν δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά; Ή οι πόρτες για συζήτηση παραμένουν κλειστές;
Εδώ και καιρό υποστηρίζω ότι το πραγματικό «παράθυρο ευκαιρίας» που έχει ανοίξει προς άμεση αξιοποίηση για την Ελλάδα μέσω ανάληψης πρωτοβουλιών, έγκειται στην οργή πολλών Δυτικών απέναντι στην αντιδυτική πολιτική του Ερντογάν. Βλέπουμε να λέγονται και να γράφονται στις ΗΠΑ και την Ευρώπη εναντίον του περισσότερα ακόμη κι από όσα εμείς οι ίδιοι επίσημα ζητάμε. Οι «ενημερώσεις» στο πλαίσιο αυτό δεν επαρκούν, χρειάζεται σχέδιο με σοβαρή, στοχοθεσία.
Μια έξυπνη εξωτερική και αμυντική πολιτική ξέρει να εκμεταλλευτεί έμπρακτα και έγκαιρα το κύμα αυτό, δεδομένου μάλιστα ότι μπορεί σε λίγο καιρό και να αντιστραφεί μετά από μια τυχόν εκλογική ανατροπή του Ερντογάν (αν και προσωπικά θεωρώ μάλλον απίθανο να αποδεχθεί οποιαδήποτε ήττα του).
Όσο για τον διάλογο με την Τουρκία επιμένω στην πάγια θέση μου ότι το ζήτημα δεν είναι αν πρέπει να γίνεται, αλλά ποιο είναι το πλαίσιο, με ποιους όρους διεξάγεται και με ποιες θέσεις προσερχόμαστε. Γι' αυτό, ακόμη κι όταν αποκατασταθούν οι δίαυλοι (όχι δωρεάν βέβαια), οι σημερινές τρεις τουλάχιστον μορφές διαλόγου (διερευνητικές επαφές, μέσω ΝΑΤΟ και μέσω επιστολών στον ΟΗΕ) δεν μπορούν έτσι όπως είναι δομημένες να προσκομίσουν ουσιαστικά κέρδη στη χώρα μας, πλην της βολικής μετακύλισης της «καυτής πατάτας» στον επόμενο χειριστή αλλά υπό εθνικά χειρότερους όρους…
Χρειάζεται ένας βαθύτερος και ευρύτερος προβληματισμός επί του πρακτέου, που όσο απουσιάζει, θα πορευόμαστε από κρίση σε κρίση με πανταχού παρόντα τον κίνδυνο μιας θερμής αναμέτρησης που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η Τουρκία δεν θα επιδιώξει.
* Ο Γιάννης Βαληνάκης είναι καθηγητής, Πρόεδρος του Ευρωπ. Κέντρου Αριστείας /ΕΚΠΑ και πρ. υφυπουργός Εξωτερικών