Εξαντλημένοι από τις πολλές ώρες υπερωρίας, κακοπληρωμένοι, με ψυχολογικά τραύματα οι γιατροί στην Ινδία που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του μετώπου στη μάχη ενάντια στην covid-19 φοβούνται συνεχώς για τη ζωή τη δική τους και των οικογενειών τους.
«Έχουμε υπερβολική δουλειά, είμαστε αγχωμένοι και πολύ τρομαγμένοι», δηλώνει ο Ράντχα Ζάιν, γιατρός στο Νέο Δελχί.
Από τις αρχές Απριλίου τουλάχιστον 165.000 άνθρωποι στην Ινδία υπέκυψαν στην covid-19, μια χώρα με τις πιο πολυπληθείς πόλεις παγκοσμίως.
Οι γιατροί πληρώνουν μεγάλο τίμημα: περισσότεροι από 1.200 έχουν πεθάνει από κορονοϊό από την αρχή της πανδημίας, εκ των οποίων περισσότεροι από 500 τους τελευταίους δύο μήνες, σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο Ινδίας.
Συνολικά η χώρα έχει καταγράψει 28,3 εκατομμύρια κρούσματα covid-19 και 335.102 θανάτους.
Αν και η επιδημία φαίνεται να εισέρχεται σε φάση ύφεσης, περίπου 3.000 άνθρωποι εξακολουθούν να πεθαίνουν καθημερινά στην Ινδία με την πίεση που ασκείται στο σύστημα υγείας να παραμένει μεγάλη.
Ο Ντιπέντρα Γκαργκ, γιατρός στο Νέο Δελχί, γνωρίζει πόσο καταστροφική είναι η κατάσταση. Η 48χρονη σύζυγός του Ανούμπα, επίσης γιατρός, μολύνθηκε από covid-19 τον Απρίλιο. Αρχικά λάμβανε θεραπεία στο σπίτι, όμως η κατάστασή της επιδεινώθηκε και ο Ντιπέντρα χρειάστηκε να δώσει μάχη, όπως και πολλοί άλλοι, για να μπορέσει να βρει μια κλίνη σε ένα νοσοκομείο.
«Καμία επιλογή»
Η σύζυγός του τελικά διακομίστηκε σε ένα νοσοκομείο περίπου 200 χιλιόμετρα από το σπίτι τους, όμως πέθανε δύο εβδομάδες αργότερα, αφήνοντας πίσω της τη 12χρονη κόρη της.
“Είμαστε στο πεδίο της μάχης 24 ώρες το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα. Είμαστε εκτεθειμένοι σε αυξημένο ιικό φορτίο, όμως πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε παρά τις αντιξοότητες διότι έχουμε επιλέξει αυτό το επάγγελμα”, εξηγεί ο Γκαργκ, “δεν έχουμε επιλογή”.
Η πανδημία έφερε στο φως τις δομικές αδυναμίες του συστήματος υγείας της Ινδίας, κυρίως την κατάσταση των ελλιπώς εξοπλισμένων και υποχρηματοδοτούμενων δημόσιων νοσοκομείων. Η ινδική κυβέρνηση δίνει λιγότερο από το 2% του ΑΕΠ στην υγεία, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά παγκοσμίως.
Καθώς εξαπλώνονταν το δεύτερο κύμα της covid-19 ολοένα και περισσότερα νοσοκομεία ανέφεραν ότι αντιμετωπίζουν ελλείψεις προσωπικού, με τους ασθενείς να κοιμούνται ακόμη και στο πάτωμα ή πολλοί μαζί σε ένα κρεβάτι και τους συγγενείς που βρίσκονταν στο πλάι τους να φορούν μια απλή, υφασμάτινη μάσκα.
Η Ινδία, η τρίτη ισχυρότερη οικονομία της Ασίας, έκτη παγκοσμίως, διέθετε μόλις 0,8 γιατρό ανά 1.000 κατοίκους το 2017, μια κατάσταση αντίστοιχη με αυτή στο Ιράκ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η Βραζιλία και οι ΗΠΑ, οι δύο άλλες χώρες με τον μεγαλύτερο αριθμό νεκρών από την πανδημία, διαθέτουν αντίστοιχα 2,2 και 2,6 γιατρούς ανά 1.000 κατοίκους.
Ο ιός «παντού»
Σύμφωνα με έρευνα που διενεργήθηκε πριν το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης από το αμερικανικό ινστιτούτο Center for Disease Dynamics, Economics and Policy, από το σύστημα υγείας της Ινδίας λείπουν τουλάχιστον 600.000 γιατροί και δύο εκατομμύρια νοσηλευτές.
Για να αντιμετωπιστεί η πανδημία χρειάστηκε να κληθούν να εργαστούν ειδικευόμενοι και φοιτητές ιατρικής στο τελευταίο έτος, οι οποίοι συχνά εργάζονταν 24 ώρες το 24ωρο, δηλώνει ο γιατρός Σεκάρ Κούμαρ, που δουλεύει σε ιδιωτικό νοσοκομείο στο κρατίδιο Ουτάρ Πραντές.
Σε σχεση με το προηγούμενο κύμα της covid-19, “αυτή τη φορά οι ασθενείς χρειάστηκε να νοσηλευθούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, γεγονός που αύξησε το φόρτο στο προσωπικό υγείας”, υπογραμμίζει ο ίδιος. Και είναι καταστροφικό όταν μολύνεται ένα μέλος του υγειονομικού προσωπικού, προσθέτει.
Πολλοί γιατροί δηλώνουν ότι υποφέρουν από ψυχολογικά τραύματα επειδή αναγκάστηκαν να επιλέξουν ποιον ασθενή θα σώσουν λόγω ελλείψεων σε φάρμακα και οξυγόνο.
«Αυτή η κατάσταση άλλαξε τη ζωή των γιατρών», τονίζει ο Ραβικάντ Σινγκ, ιδρυτής μιας φιλανθρωπικής οργάνωσης που βοηθά στη δημιουργία νοσοκομείων εκστρατείας. «Το χειρότερο ήταν ότι δεν μπορούσαμε να σώσουμε πολλούς λόγω έλλειψης οξυγόνου».
Αφού ολοκληρώσουν το οδυνηρό, καθημερινό τους έργο, οι γιατροί ανησυχούν και για τον κίνδυνο να μολύνουν τις οικογένειές τους. Ο Κούμαρ δήλωσε ότι τον κατατρέχει η σκέψη ότι ο ιός «βρίσκεται παντού, οπουδήποτε».
«Αν οι γιατροί δεν μπορούν να σώσουν τη δική τους ζώη, πώς μπορούν να σώσουν τις ζωές άλλων;», διερωτάται.