«Μάχη σώμα με σώμα δίνουν Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο για το πιο παρηκμασμένο πολιτικό σύστημα. Αν προσθέσουμε όλα τα επεισόδια και στις δύο χώρες από το 2018 μέχρι σήμερα, είναι ένας είδος Δεκαημέρου του Βοκκακίου για την σύγχρονη πολιτική».
Με αυτόν το tweet του το βράδυ της Παρασκευής, ο Ιταλός πολιτικός αναλυτής Λορέντζο Καστελάνι συνόψισε δύο πολιτικά δράματα που βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη σε δύο μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης.
Από τη μία, στην Ιταλία, μια ακροδεξιά κυβέρνηση να εκλέγει μέσα σε εσωκομματικές αντιπαραθέσεις σε γλώσσα πεζοδρομίου έναν νοσταλγό του Μουσολίνι κι έναν φίλο της Χρυσής Αυγής σε Γερουσία και Βουλή αντίστοιχα, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά των ανησυχιών για το ποια θα είναι η πραγματική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η συστηνόμενη ως συντηρητική Τζόρτζια Μελόνι.
Από την άλλη, στην Βρετανία, τη Λιζ Τρας να παίρνει πίσω όλη την οικονομική ατζέντα βάσει της οποίας εξελέγη διάδοχος του Μπόρις Τζόνσον μόλις τον Σεπτέμβρη και να ξηλώνει από τη θέση του Υπουργού Οικονομικών τον σύμμαχο της, Κουάσι Κουαρτένγκ, τον τέταρτο υπουργό Οικονομικών της Μ. Βρετανίας μέσα σε τέσσερις μήνες «για να καθησυχάσει τις αγορές».
Και στις δύο χώρες, ελάχιστο διάστημα μετά από εκλογές- στην περίπτωση της Βρετανίας εσωκομματικές, ενώ της Ιταλίας γενικές - οι ηγεσίες που αναδείχθηκαν και στις δύο χώρες για να τις καθοδηγήσουν μέσα στις δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες λόγω του εκρηκτικού κοκτέιλ πληθωρισμού, ενεργειακής κρίσης και πολέμου, δείχνουν να δυσλειτουργούν.
Το τρενάκι του τρόμου των Trussonomics
Στην περίπτωση της Λιζ Τρας, η δυσλειτουργία πολύ γρήγορα είχε οικονομικό αντίκτυπο. Η ανακοίνωση του μίνι – προϋπολογισμού στις 23 Σεπτεμβρίου δημιούργησε σειρά αναταράξεων στον οικονομικό κλάδο: πτώση της λίρας, αύξηση του κόστους δανεισμού και ένα τρενάκι του τρόμου για το χρηματιστήριο.
Ήδη η κουβέντα για την αντικατάσταση της ή για πτώση της κυβέρνησης γίνεται κάθε άλλο παρά χαμηλόφωνα, μέσα στο κόμμα της και βέβαια εκτός αυτού καθώς οι αγορές δεν έδειξαν να πείθονται από τη δήλωση οικονομικής μεταμέλειας της Τρας. Σύμφωνα με το BBC, παρά την στροφή 180 μοιρών που έκανε στην οικονομική της πολιτική, το κόστος δανεισμού αυξήθηκε περαιτέρω χθες ενώ μείωση παρουσίασε και η αξία της λίρας. Κάποιοι οικονομικοί αναλυτές είχαν έτσι κι αλλιώς προειδοποιήσει ότι αυτά τα βήματα της Βρετανίδας πρωθυπουργού μπορεί να μην ήταν αρκετά για να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία της Μ. Βρετανίας.
Η αξιοπιστία είναι η λέξη -κλειδί όχι μόνο για τις αγορές αλλά και για την κοινωνία. Δημοσκόπηση στη Βρετανία έδειξε, σύμφωνα με τον Independent ότι η στήριξη στο κόμμα των Συντηρητικών έπεσε κάτω από το 20 % ενώ προκύπτει ότι μόλις το 9% των ψηφοφόρων, δηλαδή λιγότερο από ένας στους δέκα, έχει θετική άποψη για την πρωθυπουργό Λιζ Τρας.
Οι ιταλικές κακοφωνίες
Την ίδια ώρα στη Ρώμη, τα μαχαίρια που βγήκαν την Πέμπτη δείχνουν ότι το κυβερνητικό εγχείρημα της δεξιάς συμμαχίας κάθε άλλο ξεκινάει με το δεξί. Ο Μπερλουσκόνι έξαλλος επειδή η επικεφαλής του σχηματισμού δεν αποδέχεται τις επιθυμίες του για το υπουργικό συμβούλιο κάνει συνεχείς ανταρσίες στις ψηφοφορίες στα όργανα της Βουλής, βρίζει στα έδρανα και «λούζει» τη Μελόνι με χαρακτηρισμούς γραπτώς. Ο τρίτος της συμμαχίας, Σαλβίνι, σπεύδει να πει ότι αυτά θα ξεπεραστούν και είναι θέμα χρόνου να εξομαλυνθούν οι σχέσεις.
Η αντιπολίτευση όμως βλέπει ότι έχει ήδη επέλθει η διάλυση. «Ενώ ο Μπερλουσκόνι και η Μελόνι ανταλλάσσουν κατηγορίες μέσω κομματιών χαρτιού και κάμερας, εμείς δουλεύουμε πάνω σ’ ένα σχέδιο για τους ακριβούς λογαριασμούς ενέργειας πάνω στο οποίο θα προκαλέσουμε συζήτηση με τη νέα κυβέρνηση. Η δεξιά ακόμα δεν ξεκίνησε και εμφανίζεται ήδη διασπασμένη», σχολιάζει ο Τζουζέπε Κόντε με ανάρτηση του στο Facebook προσθέτοντας ότι τα γεγονότα των τελευταίων ημερών δείχνουν ότι υπάρχει έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων και ότι αυτό που τους κρατάει μαζί είναι μόνο «η δίψα για την εξουσία».
Η ενότητα της κυβέρνησης ωστόσο είναι η μία πτυχή του προβλήματος. Τα πρόσωπα που επέλεξαν για βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας, όπως η Βουλή, όπου εξελέγη ο φιλοπουτινικός Φοντάνα, όπως σχολίασαν σε σχετικό ρεπορτάζ τους οι Financial Times είναι «κακό σημάδι για την εξωτερική πολιτική της Ιταλίας». Η ΕΕ παρατηρεί με προβληματισμό αλλά και μια ελπίδα ότι η νέα ηγεσία της χώρας θα μάθει από τα παθήματα των Βρετανών χωρίς να επαναλάβει τα ίδια λάθη στην οικονομία.
Η Ιταλία εδώ και καιρό αποτελεί ανησυχία για τις Βρυξέλλες εξαιτίας του μεγάλου δημόσιου χρέους της που είναι γύρω στο 150 % του ΑΕΠ και την αργή οικονομική ανάπτυξη, συνδυασμός που κάποιοι φοβούνται ότι μπορεί να ενεργοποιήσει μια κρίση χρέους που θα απειλήσει ολόκληρη την ευρωζώνη.
Αυτές οι ανησυχίες οξύνθηκαν μετά τη νίκη του δεξιού συνασπισμού στις εκλογές καθώς τα κόμματα που τον απαρτίζουν στις προεκλογικές τους εξαγγελίες έκαναν λόγο για αύξηση συντάξεων και επιδομάτων και φόρο 15% για τους αυτοαπασχολούμενους, χωρίς ωστόσο να εξηγούν πώς σκοπεύουν να χρηματοδοτήσουν το δημοσιονομικό κόστος αυτών των μέτρων.
«Μην το κάνεις όπως η Τρας»
«Ίσως έχουμε να πάρουμε ένα μάθημα από τη Μ. Βρετανία επειδή αυτό που συνέβη εκεί έδειξε πόσο ευμετάβολη είναι η κατάσταση και πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε με το δημοσιονομικό και νομισματικό μείγμα», δήλωσε σε συνέντευξη τύπου ο Επίτροπος Οικονομίας της ΕΕ, Πάολο Τζεντιλόνι, χωρίς να αναφερθεί ευθέως στην Ιταλία αλλά υπονοώντας προφανώς τη χώρα του.
Άλλοι αξιωματούχοι, μιλώντας υπό τον όρο της ανωνυμίας στο πρακτορείο Reuters στο περιθώριο των συναντήσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσινγκτον ήταν πιο ευθείς.
«Το παράδειγμα της Μ. Βρετανίας για το πόσο γρήγορα και επιθετικά μπορούν οι αγορές να στραφούν εναντίον σου είναι πιθανό να κάνει την ιταλική πολιτική πιο προσεκτική. Είμαι σίγουρος ότι η Ρώμη παρακολουθεί προσεκτικά τι συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο», ανέφερε αξιωματούχος της ευρωζώνης, ενώ ένας δεύτερος εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι το «παράδειγμα της οικονομικής αναταραχής στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώνει τις πιθανότητες εσωτερικής οικονομικής αναταραχής στην ΕΕ».