Για διατάραξη δημόσιας τάξης και απειλές είχε κατηγορηθεί το 2013 ο 50χρονος Σαουδάραβας ο οποίος συνελήφθη ως δράστης για τη φονική επίθεση, την Παρασκευή (20/12) στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Μαγδεμβούργου που στοίχισε τη ζωή σε πέντε ανθρώπους και τραυμάτισε περισσότερους από 200. Περίπου μία δεκαετία νωρίτερα, το 2013, είχε ανακριθεί από τις γερμανικές Αρχές αφού είχε απειλήσει ότι θα επιτεθεί σε ιατρικό σύλλογο για μια διαφωνία σχετικά με τα προσόντα του. Σήμερα, η γερμανική κυβέρνηση θα ερευνήσει αν υπήρξαν σημάδια που αγνοήθηκαν τότε, ο ίδιος δε, ήταν υποστηρικτής ακροδεξιών ομάδων. Στο μεταξύ, η AfD προετοιμάζει διαδήλωση για το μεταναστευτικό, «εκμεταλλευόμενη» την επίθεση.
Ειδικότερα, ο 50χρονος πρώην μουσουλμάνος, είχε γνωστοποιήσει την απειλή του σε ένα τηλεφώνημα τον Απρίλιο του 2013, δύο ημέρες μετά τις ισλαμιστικές βομβιστικές επιθέσεις στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, από τις οποίες σκοτώθηκαν τρεις άνθρωποι. Στο ίδιο τηλεφώνημα, είχε υπαινιχθεί την πραγματοποίηση παρόμοιας επίθεσης με πολλά θύματα. Τότε, είχε γίνει έλεγχος στο διαμέρισμά του αλλά ο ίδιος δεν είχε τιμωρηθεί καθώς δεν είχαν βρεθεί ενοχοποιητικά στοιχεία εναντίον του, του επιβλήθηκε, ωστόσο πρόστιμο.
Εκ νέου έρευνα
Θα μπορούσε να είχε αποτραπεί η επίθεση του 50χρονου, την Παρασκευή (20/12) στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Μαγδεμβούργου; Αυτό υποσχέθηκε να ερευνήσει η γερμανική κυβέρνηση αφότου έγινε γνωστό ότι οι αρχές είχαν λάβει προειδοποιήσεις για τις διαδικτυακές απειλές και την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του. Συν τοις άλλοις είχε ιστορικό αντι-ισλαμικής ρητορικής, έχοντας εκτοξεύσει διάφορες απειλές για δολοφονίες Γερμανών.
Ειδικότερα, το 2014 είχε απειλήσει ότι θα διαπράξει επίθεση ή αυτοκτονία. Το 2015, θυμωμένος για το πρόστιμο του 2013, χαρακτήρισε τους δικαστές ρατσιστές και απείλησε να πάρει όπλο - αλλά και πάλι δεν καταχωρήθηκε ως επίσημη απειλή.
Υποστηρικτής ακροδεξιών ομάδων
Ως «Σαουδάραβας άθεος» αυτοπροσδιορίζεται ο 50χρονος ψυχίατρος, ο οποίος μάλιστα επέκρινε το Βερολίνο επειδή επέτρεψε την είσοδο σε πάρα πολλούς μουσουλμάνους πρόσφυγες. Ένα από τα πιθανά κίνητρα που εξετάζονται είναι τα παράπονά του για τον τρόπο με τον οποίο η Γερμανία αντιμετώπιζε τους Σαουδάραβες αντιφρονούντες αιτούντες άσυλο.
Η ακροδεξιά εκμεταλλεύεται την επίθεση
Τις εντάσεις σχετικά με τη μετανάστευση έχει αναζωπυρώσει η επίθεση στο Μαγδεμβούργο. Το Σαββατοκύριακο περίπου 2.100 διαδηλωτές –μερικοί από τους οποίους κρατούσαν πανό κατά της μετανάστευσης– συμμετείχαν σε μια ακροδεξιά διαδήλωση. Την Κυριακή (22/12) το βράδυ, η υπουργός Εσωτερικών, Νάνσι Φέιζερ, δήλωσε ότι ο ύποπτος «δεν ταιριάζει σε κανένα υπάρχον καλούπι» αλλά ενήργησε «σαν ισλαμιστής τρομοκράτης, αν και ήταν σαφώς ιδεολογικά εχθρικός προς το Ισλάμ».
Τη Δευτέρα (23/12), η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) σχεδιάζει συγκέντρωση στην Ντόμπλατς, στο κέντρο της ανατολικογερμανικής πόλης, και κατόπιν πορεία για να τιμηθούν τα θύματα. Αναμένεται να συμμετάσχουν η υποψήφια καγκελάριος της παράταξης στις εκλογές του Φεβρουαρίου, Αλίς Βάιντελ, και αρκετοί κρατιδιακοί πολιτικοί της παράταξης της άκρας δεξιάς. Στο κάλεσμά του, η AfD διατείνεται πως η τρομοκρατική ενέργεια κατέδειξε με δραματικό τρόπο τους κινδύνους που εγείρει η τρέχουσα πολιτική όσον αφορά τη μετανάστευση.
Παράλληλα, προγραμματίζεται άλλη εκδήλωση, με τίτλο «μη δώσετε καμιά ευκαιρία στο μίσος», που προβλέπει να σχηματιστεί ανθρώπινη αλυσίδα γύρω από την παλιά αγορά της πόλης. Εκεί ο Ταλέμπ Α., ο δράστης της επίθεσης, έριξε το αυτοκίνητό του πάνω στους συγκεντρωμένους σκοτώνοντας πέντε ανθρώπους, ανάμεσά τους εννιάχρονο παιδί, και τραυματίζοντας άλλους περίπου 200.
Παράλληλα, η υπουργός Εσωτερικών, Νάνσι Φέζερ, που ανήκει στους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, υπέδειξε σε συνέντευξή της στο περιοδικό Der Spiegel, μετά την επίθεση, πως νομοσχέδιο για την εσωτερική ασφάλεια που έχει κατατεθεί στην Μπούντεσταγκ, την ομοσπονδιακή κάτω Βουλή, πρέπει να εγκριθεί άμεσα.
Υπενθύμισε, εξάλλου, ότι μετά την αποδοθείσα σε ισλαμιστή επίθεση στο Ζόλινγκεν τον Αύγουστο, όταν σκοτώθηκαν τρεις άνθρωποι και τραυματίστηκαν άλλοι οκτώ, η κυβέρνηση έκανε πολύ αυστηρότερη τη νομοθεσία για τα όπλα και ενίσχυσε τις εξουσίες των διωκτικών αρχών.
Ακόμη, η υπουργός άφησε αιχμές για τους πρώην κυβερνητικούς εταίρους του SPD, τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP), καθώς και για τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU, αξιωματική αντιπολίτευση). Τόνισε, ιδίως, πως το CDU εμπόδισε στη Μπούντεσρατ (την ομοσπονδιακή άνω Βουλή) την έγκριση νόμου που θα ενίσχυε την ομοσπονδιακή αστυνομία και θα επέτρεπε την παρακολούθηση με μέσα βιομετρικής αναγνώρισης.