Μεταναστευτικό και «κόμβοι επιστροφών» στο τραπέζι της ΕΕ
Shutterstock
Shutterstock
Σύνοδος Κορυφής

Μεταναστευτικό και «κόμβοι επιστροφών» στο τραπέζι της ΕΕ

Το δαιδαλώδες ζήτημα του μεταναστευτικού και η ανάγκη συντεταγμένης διαχείρισής του επανέρχεται με τη μορφή του κατεπείγοντος στο «τραπέζι» του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών, υπό το βάρος και των δραματικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή που προδιαθέτουν σε νέα αύξηση των προσφυγικών ροών. Το γενικό πλαίσιο παραπέμπει σε συνολική αυστηροποίηση της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, ωστόσο διαφορετικές εσωτερικές πολιτικές πραγματικότητες και στοχεύσεις, μεμονωμένες ενέργειες και κινήσεις «αυτοεξαίρεσης» προοιωνίζουν εντάσεις πριν καν στεγνώσει το μελάνι της υπογραφής του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, που αποτέλεσε προϊόν δεκαετούς επίπονης διαπραγμάτευσης.

Η Σύνοδος Κορυφής διεξάγεται υπό τη σκιά της μείζονος γερμανικής μεταστροφής με την (προσωρινή;) επαναφορά των εσωτερικών ελέγχων στα χερσαία σύνορα σε ένα πλήγμα για το χώρο Σένγκεν που ήλθε να θορυβήσει τους εταίρους του Βερολίνου από την «καρδιά» της Ευρώπης έως το Νότο. Η κίνηση του κλυδωνιζόμενου τρικομματικού συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς δεν είναι ασύνδετη με τη μεγάλη άνοδο της Άκρας Δεξιάς στις ευρωκάλπες και τις ακόλουθες κρατιδιακές εκλογές, και προφανώς με τις ομοσπονδιακές εκλογές που έπονται το 2025.

Η Γερμανία δεν είναι ούτε η πρώτη χώρα που έχει επαναφέρει εσωτερικούς ελέγχους, και μάλλον δεν θα είναι ούτε η τελευταία, με σοβαρούς φόβους να γεννώνται για τη διάβρωση της Συνθήκης Σένγκεν, έναν από τους μεγαλύτερους πυλώνες της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής που εγγυάται την ελεύθερη κυκλοφορία.

Σκληραίνοντας συνολικά την πολιτική της, η κυβέρνηση Σολτς επιδιώκει παράλληλα την επιτάχυνση των διαδικασιών απελάσεων από το γερμανικό έδαφος, και στο πλαίσιο αυτό επιμένει στην επανενεργοποίηση του κανονισμού του Δουβλίνου -με ό,τι αυτό θα συνεπάγονταν για τις χώρες πρώτης υποδοχής και σαφώς την Ελλάδα- για να έλθει το Βερολίνο απέναντι σε επικρίσεις ότι δεν μπορεί να γυρίσει τη δική του πολιτική σε «μπούμερανγκ» τόσο για την Ευρώπη, όσο και για τις χώρες στην πρώτη γραμμή του μεταναστευτικού.

Από ελληνικής πλευράς, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να απευθυνθεί στους ομολόγους υπό τα νέα δεδομένα που δημιουργούν οι κινήσεις επαναφοράς εσωτερικών ελέγχων. Έχει κατ’ επανάληψη τονίσει πως προτεραιότητα είναι η εφαρμογή του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, κεντρικός πυλώνας του οποίου είναι η φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, η ενίσχυση των χωρών πρώτης υποδοχής με όλα τα μέσα -και με περαιτέρω κοινοτική χρηματοδότηση-, ενώ στις Βρυξέλλες αναμένεται να δώσει έμφαση και στη σημασία επιτάχυνσης των επιστροφών και της συνεργασίας με τρίτες χώρες. 

Στο ευρύτερο πλαίσιο, και με δεδομένη τη γενική συναίνεση στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του ελέγχου της εξωτερικής διάστασης του μεταναστευτικού, σε πρώτο πλάνο στις Βρυξέλλες βρίσκεται η απαίτηση ολοένα και περισσότερων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για σκληρότερα μέτρα κατά της παράτυπης μετανάστευσης υπό την πίεση που ασκεί και η άνοδος της ακροδεξιάς, καθώς και η επίσπευση της εφαρμογής διατάξεων του Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που επίκειται να τεθεί σε πλήρη ισχύ το 2025.

Η συζήτηση έχει ανοίξει και «θερμαίνεται» όσον αφορά την αυστηροποίηση διατάξεων που αφορούν στο άσυλο και τις επιστροφές. Σε αυτό το κλίμα  εντάσσεται η παρότρυνση της προέδρου της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προς τους «27» να διερευνήσουν την επιλογή των λεγόμενων «κόμβων επιστροφών» εκτός ΕΕ, επικαλούμενη την πρόσφατη συμφωνία Ιταλίας-Αλβανίας ως πιθανό μοντέλο για «καινοτόμες λύσεις» που ζητούν κράτη-μέλη για τη μείωση των αφίξεων παράτυπων μεταναστών στην Ευρώπη.

Στα χνάρια της αμφιλεγόμενου «σχεδίου Ρουάντα» της πρώην κυβέρνησης Σούνακ στο Ηνωμένο Βασίλειο, που εν μέσω προσφυγών τελικά ουδέποτε εφαρμόστηκε, η συμφωνία Μελόνι-Ράμα για τα δύο κλειστά κέντρα για αιτούντες άσυλο στη βόρεια Αλβανία έχει επικριθεί από οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ως παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν κατακρίνει κατά το παρελθόν μοντέλα τύπου «Ρουάντα», δηλαδή «εξωτερικής ανάθεσης» της διαχείρισης των υποθέσεων αιτούντων άσυλο, ωστόσο η τάση δείχνει να αλλάζει και να μετριάζεται, και κατ’ ορισμένους αναλυτές η Γερμανία, άλλοτε φιλελεύθερη φωνή στο μεταναστευτικό, έχει γίνει πιο «γερακίσια» και ίσως δεν θα εμποδίσει σχετικές πρωτοβουλίες. Άλλωστε ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς έχει εκφράσει ενδιαφέρον για την πολιτική Μελόνι.

Είναι η πρώτη φορά που κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει κάνει ανάλογου τύπου «εξωτερική ανάθεση» του μεταναστευτικού -που εγκαινιάστηκε χθες με τις πρώτες αφίξεις μεταναστών στα κέντρα που τελούν υπό ιταλική δικαιοδοσία και η εξωτερική αστυνόμευση ανήκει στα Τίρανα. «Πρόκειται για έναν καινούριο, θαρραλέο δρόμο, που μπορεί να ακολουθηθεί και με άλλες χώρες που βρίσκονται εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης», κατά δήλωση της Μελόνι σε ομιλία της στη Γερουσία πριν τη μετάβαση στις Βρυξέλλες, όπου επίσης έθεσε και το διχαστικό ζήτημα ομαλοποίησης των σχέσεων της ΕΕ με τη Συρία του καθεστώτος Άσαντ ώστε να διευκολυνθούν οι απελάσεις μεταναστών.

«Θα πρέπει να διερευνήσουμε πιθανούς τρόπους όσον αφορά την ιδέα της ανάπτυξης κόμβων επιστροφών εκτός της ΕΕ, ιδίως εν όψει μιας νέας νομοθετικής πρότασης για τις επιστροφές», αναφέρει η επιστολή που έχει απευθύνει η Ούρσουλα φον Ντερ Λάιεν στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων πριν από τη σημερινή έναρξη των εργασιών της διήμερης Συνόδου Κορυφής.

Όσον αφορά αυτό καθαυτό το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση, στις «παραφωνίες» που προέρχονται από την Ολλανδία (υπό τη νέα κυβέρνηση όπου τη γραμμή χαράσσει η Άκρα Δεξιά του Γκέερτ Βίλντερς) και την Ουγγαρία του Βίκτορ Όρμπαν, έχει απρόσμενα προστεθεί η φωνή του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και νυν πρωθυπουργού της Πολωνίας, Ντόναλντ Τουσκ, ο οποίος πρακτικά στην ίδια γραμμή με τους εθνικιστές προκατόχους του έρχεται σε τροχιά αντιπαράθεσης με τις Βρυξέλλες, διαμηνύοντας πως η Βαρσοβία δεν πρόκειται ούτε να σεβαστεί, ούτε να εφαρμόσει, οποιαδήποτε διάταξη του Συμφώνου εκλαμβάνει ως επιζήμια για την εθνική της ασφάλεια.

Αιφνιδιάζοντας τόσο τις Βρυξέλλες, όσο και τους ίδιους τους εταίρους του στον κυβερνητικό συνασπισμό του οποίου ηγείται, ο Τουσκ ανακοίνωσε στο πλαίσιο νέας ευρύτερης στρατηγικής για το μεταναστευτικό την προσωρινή αναστολή του δικαιώματος ασύλου για μετανάστες που περνούν στην Πολωνία από τα σύνορα με τη Λευκορωσία, επικαλούμενος τον «υβριδικό πόλεμο» των καθεστώτων Πούτιν και Λουκασένκο διά της συστηματικής εργαλειοποίησης των μεταναστών. Ο Ντόναλντ Τουσκ έχει παραδεχθεί ότι θα τεθεί ζήτημα νομιμότητας, επιμένει ωστόσο ότι θα απαιτήσει η απόφασή του να οπισθογραφηθεί από την ΕΕ. 

Στην αρχική αντίδραση εκ μέρους των Βρυξελλών, εκπρόσωπος της Κομισιόν έχει δηλώσει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντιμετωπίσει την πρακτική της εργαλειοποίησης των μεταναστών εκ μέρους της Ρωσίας και της Λευκορωσίας δίχως να «τίθενται υπό αμφισβήτηση οι ίδιες οι αξίες μας», επισημαίνοντας ότι τα κράτη-μέλη «έχουν διεθνείς και ενωσιακές υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να παρέχουν πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου». Στο… βάθος των κινήσεων Τουσκ για το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο προβάλλει το σχετικό δημοψήφισμα που προαναγγέλλει το Κόμμα του Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS), το οποίο ως κυβέρνηση είχε καταψηφίσει το Σύμφωνο, καθώς και οι προεδρικές εκλογές του 2025 για τις οποίες θέλει να θέσει τις βάσεις νίκης του μετώπου του, δεδομένου ότι οι Πολωνοί ψηφοφόροι είναι όλο και πιο επιφυλακτικοί απέναντι στην υποδοχή μεταναστών, ιδίως από μη ευρωπαϊκές χώρες.