Tου Γιώργου Παυλόπουλου
Οι σημαντικές αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου που ανακοινώθηκαν και τέθηκαν σε ισχύ από το περασμένο Σάββατο, 1 Σεπτεμβρίου, είναι η πιο πρόσφατη οδυνηρή συνέπεια από την «κρίση της λίρας» που μαστίζει την Τουρκία. Δεν θα είναι, όμως, η τελευταία, ούτε για τους πολίτες της χώρας ούτε και για τις επιχειρήσεις της, που συνειδητοποιούν καθημερινά ότι έχουν εισέλθει σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, με τα είδη πρώτης ανάγκης να γίνονται πιο δυσπρόσιτα, το χρήμα να ακριβαίνει διαρκώς και τα ήδη υπάρχοντα δάνεια να είναι ολοένα πιο δύσκολο να εξυπηρετηθούν -κυρίως, αυτά που έχουν συναφθεί με ρήτρα δολαρίου ή άλλων ξένων νομισμάτων.
Συγκεκριμένα, από προχθές, η τιμή τόσο του ηλεκτρικού ρεύματος όσο και του φυσικού αερίου είναι αυξημένη κατά 9% για τους ιδιώτες και κατά 14% για τις επιχειρήσεις. Έτσι, εκτός όλων των άλλων, αναμένεται να ασκηθούν εντονότερα ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό, ο οποίος εκτιμάται ότι ήδη «τρέχει» με πάνω από 17%, κατατρώγοντας την αγοραστική δύναμη των τουρκικών νοικοκυριών. Τα πράγματα δε αναμένεται να επιδεινωθούν περαιτέρω εφόσον συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα η κατρακύλα του τουρκικού νομίσματος. Σημειώνεται ότι η εβδομάδα που πέρασε ήταν μία από τις χειρότερες, με την ισοτιμία να κινείται πλέον κάτω από τις 6,5 λίρες ανά δολάριο.
Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει προφανώς πλήρη συναίσθηση των τεράστιων κινδύνων που θα έχει κάτι τέτοιο, τόσο για τον ίδιο όσο και για την κυβέρνησή του. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι το βασικό κριτήριο κάθε λαού όσον αφορά τη στάση του έναντι των πολιτικών ηγετών του, είτε είναι δημοκρατικά εκλεγμένοι είτε έχουν τα χαρακτηριστικά μονάρχη, καθορίζεται από την καθημερινή του ζωή. Με απλά λόγια, από το πόσα χρήματα έχει στην τσέπη και πόσο εύκολα ή δύσκολα μπορεί να τα φέρει βόλτα με αυτά.
Φυσικά, ο Ερντογάν συνεχίζει το τροπάριο της «συνωμοσίας» σε βάρος τόσο του ίδιου όσο και της χώρας. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στην πιο πρόσφατη δημόσια παρέμβασή του, από το Καζαχστάν (όπου μετέβη με στόχο να διασφαλίσει στήριξη και επενδυτικό ενδιαφέρον), κάποιοι «επιχειρούν να δημιουργήσουν αμφιβολίες για την ισχυρή και σταθερή οικονομία της Τουρκίας, μέσω της χειραγώγησης του νομίσματός της». Συνέχισε δε τονίζοντας ότι από εδώ και στο εξής, βασική του μέριμνα θα είναι «ο σταδιακός τερματισμός του μονοπωλίου του δολαρίου, με τη χρήση του εθνικού νομίσματος και τοπικών νομισμάτων».
Πέρα από το γεγονός ότι η συγκεκριμένη φρασεολογία παραπέμπει ευθέως στη Βενεζουέλα και τον Νικόλας Μαδούρο, είναι φανερό ότι φέρνει πιο κοντά την Άγκυρα στους σχεδιασμούς τόσο της Μόσχας όσο και του Πεκίνου, που επίσης έχουν θέσεις στόχο να δημιουργήσουν εναλλακτικά «καλάθια» νομισμάτων, που δεν θα εξαρτώνται πλέον από το δολάριο. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι κάτι ανάλογο έχει πέσει ως ιδέα και στην Ευρώπη, με σημείο αναφορά το ευρώ, έστω κι αν μέχρι στιγμής ούτε έχει υιοθετηθεί επισήμως ούτε είναι εύκολο να υλοποιηθεί.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα είναι το εξής: Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ο Ερντογάν έχει επεξεργαστεί ένα αξιόπιστο σχέδιο, θα προλάβει να το θέσει σε εφαρμογή; Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν πως όχι. Διότι, όπως σημειώνουν, εάν «σκάσoυν» κάποιες ακόμη μεγάλες επιχειρήσεις -και η αλήθεια είναι πως υπάρχουν πολλές υποψήφιες, μετά την Turk Telekom...- τότε μπορεί να αποδειχθεί πως έφτασε η στιγμή της... Lehman Brothers (που σε λίγες μέρες, στις 15 Σεπτεμβρίου, κλείνει 10 χρόνια από την κατάρρευσή της) για την Τουρκία. Δηλαδή, να είναι ο πυροκροτητής που θα προκαλέσει την έκρηξη στην οικονομία και την ενδεχόμενη πτώση του Ερντογάν.
AP Photo/Kirsty Wigglesworth