Του Γιώργου Παυλόπουλου
Ο πόλεμος είναι κάτι που ποτέ δεν έλειψε από τη Μέση Ανατολή. Ούτε βεβαίως οι καταστροφικές συνέπειές του. Μόνο τον τελευταίο μισό αιώνα, οι συγκρούσεις που γνώρισε η περιοχή τη σφράγισαν ανεξίτηλα, ενώ έγιναν αισθητές σε όλο τον πλανήτη: Από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ και την πρώτη πετρελαϊκή κρίση του 1973 και το εννιαετές αιματοκύλισμα Ιράν-Ιράκ του 1980 που ακολούθησε την ανατροπή του Σάχη με πάνω από μισό εκατομμύριο νεκρούς, μέχρι τις δύο Καταιγίδες της Ερήμου (1991 και 2003) και τον εμφύλιο στη Συρία, που ξέσπασε το 2011 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, πυροδοτώντας τη μεγαλύτερη σύγχρονη προσφυγική κρίση. Και φυσικά, στο ενδιάμεσο, τους πολέμους που ξεσπούσαν κάθε τόσο στα παλαιστινιακά εδάφη και κυρίως τη Γάζα, στον Λίβανο, αλλά και στις περιοχές των Κούρδων.
Παρ'' όλα αυτά, παρά τις ανείπωτες και αλλεπάλληλες τραγωδίες, η κατάσταση δεν αλλάζει. Το αντίθετο, μάλιστα: Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι δυστυχώς, προτού καν κοπάσει η κλαγγή των όπλων από τον προηγούμενο, έχει έρθει ο καιρός να ετοιμαζόμαστε για τον επόμενο μεγάλο πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Έναν πόλεμο που – όπως συμβαίνει συνήθως σε κρίσιμες περιόδους της ιστορίας – θα έρθει να απαντήσει στο μείζον ερώτημα ποιος θα έχει το πάνω χέρι στις ανακατατάξεις και τον τελευταίο λόγο στην επαναχάραξη του χάρτη της περιοχής. Όσο για τους πρωταγωνιστές, όλα δείχνουν ότι θα είναι δύο από τις περιφερειακές υπερδυνάμεις, που έτσι κι αλλιώς έχουν να λύσουν τις δικές τους μεγάλες και παραδοσιακές διαφορές: τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν.
Πρόκειται για δύο χώρες οι οποίες διαθέτουν τους πιο ισχυρούς συμμάχους που θα μπορούσαν να υπάρξουν διεθνώς, μεγάλη επιρροή και πολλά στηρίγματα στη συγκεκριμένη περιοχή, που εξοπλίζονται κυριολεκτικά σαν αστακοί εδώ και πολλά χρόνια, ενώ ήδη πολεμούν μεταξύ τους δι'' αντιπροσώπων σε μία τουλάχιστον χώρα – την Υεμένη. Φαίνεται δε ότι αμφότερες πιστεύουν είτε πως ήρθε η ώρα να κάνουν το επόμενο και σαφώς πιο επικίνδυνο βήμα είτε πως δεν έχουν άλλη επιλογή από το να το κάνουν.
Αν αυτό συμβεί, όπως μοιάζει καθημερινά πιο πιθανό, τότε είναι φανερό ότι όσο κι αν Σαουδάραβες και Ιρανοί είναι αυτοί που θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, στην ουσία θα πρόκειται για τιτανομαχία. Κι αυτό διότι πίσω από τους πρώτους θα υπάρχουν, φανερά ή αόρατα, τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Ισραηλινοί, ενώ τους δεύτερους θα στηρίζουν, λιγότερο ή περισσότερο ενεργά, οι σημερινοί τους σύμμαχοι Ρώσοι και Τούρκοι.
Όρκοι στην ειρήνη
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι τόσο το Ριάντ όσο και η Τεχεράνη ορκίζονται πίστη στην ειρήνη και διαβεβαιώνουν ότι δεν επιθυμούν πόλεμο – αν και, όπως προσθέτουν, προετοιμάζονται γι'' αυτόν. Για του λόγου το αληθές, ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών, Αντέλ αλ-Τζουμπέιρ, δήλωσε την Κυριακή ότι η χώρα του «δεν θέλει πόλεμο, όμως εάν η άλλη πλευρά τον επιλέξει, τότε το βασίλειο θα πολεμήσει με όλη του τη δύναμη και την αποφασιστικότητα». «Δεν θα υπάρξει πόλεμος (...) Κανείς στην περιοχή δεν πάσχει από την παραίσθηση ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το Ιράν», σημείωσε και ο Ιρανός ομόλογός του, Μοχάμεντ Τζαβάντ Ζαρίφ.
«Θα έλεγα στους Ιρανούς: Μην υποτιμάτε την αποφασιστικότητα που υπάρχει στις ΗΠΑ. Δεν θέλουν πόλεμο με το Ιράν. Όμως, εάν πληγούν αμερικανικά συμφέροντα, θα απαντήσουν», ήρθε να προσθέσει από την πλευρά του ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών, Τζέρεμι Χαντ.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Παραφράζοντας μία γνωστή ρήση, «όπου ακούς πολύ για ειρήνη, ετοιμάσου για πόλεμο». Ένα πόλεμο, μάλιστα, που όπως προειδοποίησε ο Νικολό Μακιαβέλι πριν πέντε αιώνες, «αρχίζει όταν θέλεις, αλλά δεν τελειώνει όταν θέλεις»...