Του Γιώργου Παυλόπουλου
«Κάναμε το καθήκον μας», δήλωσε η Νάνσι Πελόζι όταν η Βουλή ενέκρινε την παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ στη Γερουσία προκειμένου να δικαστεί. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας έδειξε δε δύο πράγματα: Πρώτον, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων της Δημοκρατικών συμμερίζεται αυτή την άποψη, καθώς καταγράφηκαν μόλις 2-3 διαρροές σε σύνολο 233. Και δεύτερον, ότι η παράταξη των Ρεπουμπλικάνων εμφανίστηκε κυριολεκτικά «μπετόν αρμέ», στηρίζοντας ομόφωνα τον πρόεδρο της χώρας.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω; Καταρχήν, ότι η Πελόζι και οι ομοϊδεάτες της δεν υπάρχει περίπτωση να πετύχουν την καταδίκη και καθαίρεση του Τραμπ από τη Γερουσία, όπου οι συσχετισμοί είναι σε βάρος τους – εκτός, φυσικά, αν στο μεταξύ προκύψει κάποια αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι ο Τραμπ είναι προδότης ή αποκαλυφθεί ότι έχει δώσει τους κωδικούς των αμερικανικών πυρηνικών όπλων στον... Πούτιν.
Το δεύτερο συμπέρασμα του αποτελέσματος είναι αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία για του Δημοκρατικούς. Διότι προχθές θα πρέπει, λογικά, να συνειδητοποίησαν ότι εάν δεν παρουσιάσουν στην κοινωνία και τους ψηφοφόρους κάποια αξιόπιστη πρόταση, που θα είναι σαφώς διακριτή από την πολιτική του νυν προέδρου και θα συνοδεύεται και από την επιλογή ενός υποψηφίου που θα μπορεί να την στηρίξει, τότε πρακτικά έχουν ελάχιστες ελπίδες να κερδίσουν τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2020.
Χωρίς αρχή και τέλος
Η αλήθεια δε είναι ότι μέχρι τώρα δεν έχουν κάνει τίποτα από τα δύο. Ειδικά όσον αφορά το πολιτικό τους μήνυμα, παραμένει απολύτως ασαφές – και δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να συμβαίνει διαφορετικά, όταν άλλα πρεσβεύουν και λένε από τη μία ο Τζο Μπάιντεν και ο Μάικλ Μπλούμπεργκ και, από την άλλη, η Ελίζαμπεθ Γουόρεν και ο Μπέρνι Σάντερς.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Διότι οι θέσεις που εκφράζει η συλλογική ηγεσία του κόμματος σε ορισμένα από τα μέτωπα που είναι σήμερα ανοιχτά προκαλούν τουλάχιστον σύγχυση. Για παράδειγμα, τι ακριβώς πρεσβεύουν οι Δημοκρατικοί αναφορικά με το παγκόσμιο εμπόριο και τι στάση πρέπει να τηρήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες απέναντι στους εταίρους, αλλά και τους ανταγωνιστές τους – πιο διαλλακτική ή ακόμη πιο σκληρή;
Εάν πιστέψουμε τις διακηρύξεις πολλών κορυφαίων στελεχών τους, ασφαλώς πρέπει να οδηγηθούμε στο πρώτο συμπέρασμα. Μόνο που μόλις την περασμένη Κυριακή, η προκαταρκτική συμφωνία την οποία υπέγραψε ο Τραμπ με τους Κινέζους χαρακτηρίστηκε ως «συνθηκολόγηση άνευ όρων» απέναντι στις διεκδικήσεις του Πεκίνου. Αν αυτό ισχύει, όμως, τότε η κοινή λογική μας κάνει να υποθέσουμε ότι με Δημοκρατικό πρόεδρο και αντίστοιχη πλειοψηφία στο Κογκρέσο, οι ΗΠΑ θα κάνουν λιγότερες ή και καθόλου παραχωρήσεις – κατά συνέπεια, ο γενικευμένος εμπορικός πόλεμος θα έρθει πολύ πιο κοντά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Συρία, Ρωσία, κλίμα
Ας έρθουμε, τώρα, στη ζήτημα της εξωτερικής πολιτικής. Εάν κρίνουμε από την προσπάθεια που έχουν καταβάλει οι Δημοκρατικοί – χωρίς επιτυχία, μέχρι στιγμής – να αποδείξουν τις στενές σχέσεις του Τραμπ με το Κρεμλίνο και την ύπαρξη «ρωσικού δακτύλου» που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εκλογική του νίκη το 2016, τότε θα ανέμενε κανείς ότι η πρότασή τους είναι η απειλή του Πούτιν να αντιμετωπιστεί πολύ πιο επιθετικά και με δραστικά μέσα.
Δεν μας έχουν διευκρινίσει, ωστόσο, τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο; Αποστολή εκ νέου εκατοντάδων χιλιάδων Αμερικανών στρατιωτών στη Συρία και γενικότερα στη Μέση Ανατολή, με τον κίνδυνο μιας απευθείας σύγκρουσης; Επιβολή εμπάργκο στη Ρωσία, κατά τα πρότυπα του Ιράν, κάτι που θα έβρισκε αντίθεση τη μεγάλη πλειοψηφία των χωρών της Ευρώπης και κυρίως του Μακρόν και της Μέρκελ που προσπαθούν να εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με τη Μόσχα;
Στο μέγα ζήτημα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, επίσης, ποια στάση θα κρατούσαν ο Λευκός Οίκος και το Κογκρέσο εάν ελέγχονταν από τους Δημοκρατικούς; Θα προωθούσαν το αποκαλούμενο «πράσινο New Deal» που έχει παρουσιάσει η φέρελπις Αλεξάντρια Οκάσιο-Κόρτεζ, με την υποστήριξη των Γουόρεν και Σάντερς – ή μήπως θα προτιμούσαν την πιο μετριοπαθή πολιτική που πρεσβεύει ο Μπάιντεν και ο μέντοράς του, Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος πρόσφατα προειδοποίησε το κόμμα του να πάψει να... αριστερίζει;
Και ο νικητής είναι...
Πολλά είναι ακόμη τα ερωτήματα και οι απορίες που θα μπορούσαν να τεθούν εδώ. Και επειδή οι απαντήσεις εξακολουθούν να μην δίνονται, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα ποσοστά του Τραμπ παραμένουν σταθερά υψηλά, ενώ δείχνουν και να «τσιμπούν» λιγάκι τις τελευταίες ημέρες.
Πώς να το κάνουμε, άλλωστε: Εκτός από το να επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους πόσο κακός, άχρηστος και επικίνδυνος είναι ο Τραμπ, για να πάρουν ψήφο και να πείσουν τα «μπλε κολάρα» και τον αγροτικό κόσμο να αλλάξει στρατόπεδο πρέπει να πουν και κάτι θετικό – δηλαδή, τι, πώς και με ποιον (ή ποιαν) θα κάνουν οι ίδιοι. Αλλιώς, η πλάστιγγα των εκλογών θα γείρει φανερά προτού το καταλάβουν.
AP Photo/Patrick Semansky