Προειδοποίηση ότι ενδεχόμενη όξυνση των διπλωματικών σχέσεων Ουάσιγκτον - Πεκίνου δεν είναι προς το συμφέρον της παγκόσμιας ειρήνης απηύθυνε ο Χένρι Κίσινγκερ. Κάλεσε παράλληλα τις δύο υπερδυνάμεις να ρίξουν τους τόνους όσον αφορά τις δηλώσεις για την Ταϊβάν. Η παρέμβαση του βετεράνου διπλωμάτη των ΗΠΑ έρχεται λίγο μετά τη δήλωση Μπάιντεν πως η Ουάσιγκτον είναι έτοιμη να επέμβει στρατιωτικά αν η Κίνα εισβάλλει στο νησί.
Σύμφωνα με το CNBC, ο Κίσινγκερ δήλωσε σήμερα Δευτέρα ότι η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο πρέπει να προσπαθήσουν να αποφύγουν να θέσουν την Ταϊβάν στο επίκεντρο των τεταμένων διπλωματικών τους σχέσεων, προσθέτοντας ότι η ανάγκη για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου να αποφύγουν την άμεση αντιπαράθεση είναι προς το συμφέρον της παγκόσμιας ειρήνης.
Τα σχόλιά του έρχονται λίγο μετά που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον θα ήταν έτοιμη να επέμβει στρατιωτικά αν η Κίνα εισέβαλε στο δημοκρατικό, αυτοδιοικούμενο νησί.
Το τέλος της «στρατηγικής ασάφειας» για την Ταϊβάν
Οι δηλώσεις του Μπάιντεν σηματοδοτούν στροφή στη σκόπιμη και μακροχρόνια πολιτική παράδοση στην Ουάσιγκτον ως προς τη «στρατηγικής ασάφειας» σχετικά με την Ταϊβάν. Ο Λευκός Οίκος προσπάθησε γρήγορα να υποβαθμίσει τα σχόλια, λέγοντας ότι δεν αντικατοπτρίζουν αλλαγή πολιτικής.
Μιλώντας στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ σε μια σπάνια ανοιξιάτικη εκδοχή του Νταβός, ο Κίσινγκερ ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πρέπει να προωθήσουν λύση δύο κρατών για την Κίνα, καθώς και ότι το Πεκίνο θα πρέπει να συνεχίσει να επιδεικνύει υπομονή.
«Θα πρέπει να αποφευχθεί άμεση αντιπαράθεση και η Ταϊβάν δεν μπορεί να είναι πυρήνας διαπραγματεύσεων», υπογράμμισε ο Κίσινγκερ.
Νωρίτερα τη Δευτέρα, ο Μπάιντεν τόνισε, μιλώντας σε δημοσιογράφους, στη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό Φούμιο Κισίντα ότι οι ΗΠΑ θα είναι έτοιμες να υπερασπιστούν την Ταϊβάν αν το Πεκίνο εισβάλλει.
Τα σχόλια προκάλεσαν την αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας, το οποίο εξέφρασε «έντονη δυσαρέσκεια και σθεναρή αντίθεση». Σύμφωνα με την πολιτική για «μία Κίνα», ακρογωνιαίο λίθο των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου, οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν διπλωματικά τη θέση της Κίνας ότι υπάρχει μόνο μία κινεζική κυβέρνηση.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν επίσης δυναμική, ανεπίσημη σχέση με την Ταϊβάν και η Ουάσιγκτον προμηθεύει στρατιωτικό εξοπλισμό στο νησί σύμφωνα με τον νόμο για τις σχέσεις της Ταϊβάν του 1979.
Αυτή η πράξη δεν απαιτεί από τις ΗΠΑ να επέμβουν στρατιωτικά για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής της Κίνας, αλλά αποτελεί πολιτική επιλογή το να διασφαλίσει ότι το νησί έχει τους πόρους για να αμυνθεί και να αποτρέψει το Πεκίνο από ενδεχόμενη μονομερή ενοποίηση.
Η Κίνα ισχυρίζεται ότι η Ταϊβάν είναι μέρος της δικής της επικράτειας και ασκεί πίεση στο δημοκρατικό νησί να αποδεχθεί την κυριαρχία του.
«Είναι σημαντικό οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα να συζητήσουν αρχές που επιτρέπουν τουλάχιστον κάποιο περιθώριο συνεργασίας», υπογράμμισε ο Κίσινγκερ. «Είναι σημαντικό για τη συνολική ειρήνη του κόσμου Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα να μετριάσουν τη μεταξύ τους αντιπαλότητα», πρόσθεσε.
«Ουδέτερο» καθεστώς για την Ουκρανία
Σχολιάζοντας το ουκρανικό, ο Αμερικανός διπλωμάτης είπε πως το ιδανικό αποτέλεσμα στην τρέχουσα κατάσταση στην Ουκρανία θα πρέπει να είναι η επίτευξη ενός ουδέτερου καθεστώτος της χώρας, ώστε να μπορέσει να αποτελέσει μια γέφυρα μεταξύ της Ρωσίας και της Ευρώπης.
«Το ιδανικό αποτέλεσμα θα ήταν να πάρει η Ουκρανία τη θέση ενός ουδέτερου κράτους ως γέφυρα μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης», είπε ο Κίσινγκερ σύμφωνα με το πρακτορείο TASS.
Ο Κίσινγκερ, ο οποίος γίνεται 99 ετών την Παρασκευή, διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και σύμβουλος εθνικής ασφάλειας υπό τους Ρεπουμπλικάνους Προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ τη δεκαετία του 1970.