Ουκρανία: Ένας πόλεμος χωρίς τέλος
ΑP
ΑP

Ουκρανία: Ένας πόλεμος χωρίς τέλος

Προτιμήσαμε να αφήσουμε να «πέσει ο κουρνιαχτός που σήκωσε» το πολυσυζητημένο διάγγελμα Πούτιν και μετά αφού συλλέξουμε και αναλύσουμε όλα τα απαραίτητα στοιχεία να εκτιμήσουμε ισορροπημένα και ψύχραιμα πως αυτό σκιαγραφεί την συνέχιση του πολέμου και πως επηρεάζει όλους φυσικά τους εμπλεκόμενους.

Την ίδια την Ουκρανία που αμύνεται, την Δυτική Συμμαχία που την υποστηρίζει αλλά και φυσικά την ίδια την Ρωσική Ομοσπονδία δυνάμεις της οποίας εισέβαλαν στην γειτονική της χώρα. Πέρα από τα δύο βασικά στοιχεία που καλύφθηκαν από την συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ, που είναι η μερική επιστράτευση και οι εκ νέου απειλές για πυρηνικές προσβολές υπάρχουν και κάποια άλλες εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αναφορές του Πούτιν σε αυτό το μανιφεστικού τύπου διάγγελμα οι οποίες έχουν ιδιαίτερη σημασία.

Η μερική επιστράτευση και η παράταση του πολέμου

Για την Ουκρανία και το δυτικό στρατόπεδο που την υποστηρίζει, η πρόσκληση 300.000 εφέδρων συνιστά σημαντική κλιμάκωση και μία έμμεση ομολογία της αποτυχίας του Πούτιν ότι η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» όπως χαρακτηρίζει η Μόσχα τον πόλεμο που επέβαλε, απέτυχε.

Η πρόσφατη επιτυχής τοπική αντεπίθεση των Ουκρανών στην περιοχή του Χαρκόβου, της οποίας την σημασία αναλύσαμε σε άρθρο μας στο Liberal την 19 Σεπτεμβρίου με την ανακατάληψη 6.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων δημιούργησε ευφορία και πολλοί θεώρησαν ότι άνοιξε ο δρόμος για την ολοκληρωτική απώθηση των Ρώσων και φυσικά την ήττα τους.

Όμως πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στην σωστή τους διάσταση. Η Μόσχα απέτυχε παταγωδώς στον έναν από τους πολιτικούς σκοπούς του πολέμου, δηλαδή να ανατρέψει την πολιτική καθεστηκυία τάξη της Ουκρανίας και να βάλει φιλορωσική κυβέρνηση ανδρεικέλων, εξαναγκαζόμενη να αποσύρει ταπεινωτικά τις δυνάμεις της από την περιοχή του Κιέβου.

Αλλά όταν κατέχει σήμερα ουκρανικά εδάφη πουν αντιπροσωπεύουν το 20-22% της συνολικής ουκρανικής επικράτειας, εκ των οποίων το 100% του Λουγκάνσκ και το 70% του Ντονιέτσκ, έχοντας δημιουργήσει έναν ευρύ παραθαλάσσιο διάδρομο που συνδέει την Κριμαία με τον Ντονμπάς μέσω Μελιτούπολης και Μαριούπολης, αυτό δεν μπορεί να παρουσιαστεί ως καταστροφή. Αυτός άλλωστε ήταν και ο δεύτερος πολιτικός σκοπός του πολέμου που διεξάγει.

Μπορεί τα εδάφη που ανακαταλήφθηκαν από τις ουκρανικές δυνάμεις με την επιτυχή τοπική αντεπίθεση των Ουκρανών στο Χάρκοβο να μην είχαν την ίδια στρατηγική σημασία με τον Ντονμπάς αλλά το Κρεμλίνο προβληματίστηκε ότι ίσως αυτή η ουκρανική αντεπίθεση θα μπορούσε έχει συνέχεια προς τον νότο ή να επαναληφθεί και αλλού και να υποστεί όχι μόνο μία απλή τακτική αλλά ακόμα και στρατηγική ήττα.

Ο Πούτιν με την μερική επιστράτευση επιδιώκει να ενισχύσει τα στρατεύματα του σε αυτό το μέτωπο που εκτείνεται σε πάνω από 1000 χιλιόμετρα προκειμένου να σταθεροποιήσει τα επιτευχθέντα εδαφικά κέρδη. Κάτι τέτοιο θέτει την Μόσχα σε στρατηγικά πλεονεκτική θέση και της επιτρέπει να παραμένει είτε σε ενεργή είτε σε παγωμένη σύγκρουση και να έχει το πλεονέκτημα σε μία διαπραγμάτευση όποτε… έλθει αυτή. Κοντολογίς οδηγεί τα πράγματα σε έναν παρατεταμένο πόλεμο του οποίου το τέλος δεν είναι ορατό.

Η απειλή του πυρηνικού πολέμου

Ο Πούτιν κατά την άποψη μου δεν είναι στρατηγιστής αλλά ενεργεί με τις εμμονές και την επιμονή ενός χαρτοπαίκτη και προσπαθεί να «διαβάσει» τους αντιπάλους του.

Υποστηρίζοντας στο διάγγελμα του ότι οι απειλές για χρήση πυρηνικών όπλων δεν είναι μπλόφα διότι με αυτά θα προστατευτεί η εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας Ρωσίας προσπαθεί φοβίζοντας Κίεβο και Δύση να αποτρέψει κάθε περαιτέρω ουκρανική αντεπίθεση, στρατηγική ή τοπική τακτικού επιπέδου για ανακατάληψη των κατεχομένων εδαφών που μετά τα δημοψηφίσματα παρωδία που διεξάγει από προχθές θα τα ονομάσει ρωσικά εδάφη.

Έτσι επιδιώκει να παγώσει προς το παρόν την σύγκρουση και να έχει την ευκαιρία να ενισχύσει με πρόσθετες δυνάμεις το ευρύ μέτωπο που κατέχουν οι ρωσικές δυνάμεις.

Αναφορές για χρήση πυρηνικών έχουν γίνει από την αρχή του πολέμου και ορισμένοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι η πιθανότητα υλοποίησης αυτής της απειλής είναι εξαιρετικά χαμηλή.

Κανείς όμως δεν μπορεί να την αγνοήσει ολοκληρωτικά από την στιγμή που υφίσταται, έστω και αν τόσο ο Ρώσος Υφυπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριάμπκωφ την Παρασκευή δήλωσε ότι «Δεν απειλούμε κανέναν με πυρηνικά όπλα. Τα κριτήρια για την χρήση του περιγράφονται στο στρατιωτικό δόγμα της Ρωσίας» δηλαδή μόνο ως αποτροπή.

Τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι λοιπές δυτικές κυβερνήσεις λαμβάνουν υπόψη την πυρηνική απειλή και αναμφίλεκτα αυτό μέχρι ένα βαθμό θα επηρεάσει τις σχετικές αποφάσεις για κλιμάκωση ή όχι από μέρους τους.

Αυτό φαίνεται και από την αποτρεπτική ομιλία για το θέμα αυτό του Αμερικανού Προέδρου Τζο Μπάιντεν πριν τέσσερις ημέρες στον ΟΗΕ στην οποία τόνισε εκτός από το ότι η Ρωσία σε αυτήν την περίπτωση θα πληρώσει βαρύ τίμημα, ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί από κανέναν και για τον λόγο αυτό δεν πρέπει να γίνει.

Πάντως οι κοινωνίες στην Ευρώπη προβληματίζονται σοβαρά με αυτήν την απειλή, ίσως περισσότερο και από τον «δύσκολο χειμώνα» που έρχεται. Αυτό που ανησυχεί όμως είναι το γεγονός ότι ο Πούτιν δεν επιτρέπει στον εαυτό του να χάσει κάτι που έχει εκτιμηθεί στην Δύση και φυσικά ότι δεν είναι ορθολογικός «παίκτης».

Ουκρανία και «Δύση» 

Η Ουκρανία διεξάγει αναντίρρητα έναν δίκαιο αγώνα για να διαφυλάξει την κυριαρχία και την εδαφική της ακεραιότητα. Όμως αυτός ο δίκαιος αγώνας των Ουκρανών υποστηρίζει έμμεσα και τους στόχους της Αμερικής ως προς τη Ρωσία όπως έχει διατυπωθεί τόσο από τον Αμερικανό Πρόεδρο όσο και τον ΥΠΑΜ και είναι η φθορά και η αποδυνάμωση της Ρωσίας για τις επόμενες δεκαετίες.

Η συνέχιση βέβαια του πολέμου υποστηρίζεται από την συντριπτική πλειονότητα των Ουκρανών που πιστεύουν στην τελική νίκη και στην κάποια στιγμή ενεργότερη εμπλοκή του ΝΑΤΟ κάτι όπως που μέχρι τώρα φαίνεται απίθανο.

Για αυτήν όμως την τελική νίκη, που ορίζεται ως η ανακατάληψη των κατεχομένων εδαφών από τους Ρώσους θα επαναλάβουμε πολύ συνοπτικά ότι η Ουκρανία χρειάζεται να συγκροτήσει μία ικανή και ισχυρή σε τεθωρακισμένα και λοιπό εξοπλισμό, στρατηγική εφεδρεία για ανάληψη πρωτοβουλίας και επιθετικής επιστροφής.

Αυτό σημαίνει ότι οι δυτικές χώρες θα πρέπει να παραδώσουν εκατοντάδες σύγχρονα άρματα μάχης, εκτοξευτές πυραύλων, τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού και αυτοκινούμενα πυροβόλα (κάτι που δεν έχουν πράξει μέχρι σήμερα) και επιπροσθέτως απαιτούνται τουλάχιστον 60-70 χιλιάδες καλά εκπαιδευμένοι στρατιώτες. Αυτό απαιτεί χρόνο. Η έλλειψη των απαραιτήτων δυνάμεων δεν επέτρεψε στις ουκρανικές δυνάμεις να εκμεταλλευτούν περαιτέρω την τακτική επιτυχία τους στην περιοχή του Χαρκόβου. 

Πέρα όμως από τα παραπάνω στην Ουκρανία αρχίζει οσονούπω η περίοδος των βροχών που κάνουν τα εδάφη, ιδίως τα αργιλικά που παρεμβάλλονται μεταξύ των πάμπολλων αστικών περιοχών άκρως αδιάβατα σε τροχό ακόμα και σε ερπύστρια. Η λάσπη αλλά και το νερό που δεν απορροφάται δεν επιτρέπει την κίνηση εκτός οδών ακόμα και των ερπυστριοφόρων.

Το φαινόμενο αυτό που ονομάζεται «Ρασπουτίτσα» δυσχεραίνει τα μέγιστα οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια και ευνοεί τον αμυνόμενο. Αυτό συνέβη με την εισβολή του Ναπολέοντα, της Βέρμαχτ αλλά και της ίδιας της Ρωσίας στην εισβολή του Φεβρουαρίου και την προέλαση των δυνάμεων της προς την περιοχή του Κιέβου. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται τον Φεβρουάριο και μετά όταν λιώνουν τα χιόνια. Αυτό αναγκαστικά θα αναστείλει τις μείζονες επιθετικές επιχειρήσεις μέχρι την Άνοιξη.

Και η Δύση; Στις δυτικές πρωτεύουσες και στις δυτικές κοινωνίες θα δοκιμαστούν αυτόν τον χειμώνα οι αντοχές μας. Χωρίς ενεργειακή επάρκεια και με τεράστιο το κόστος αυτής και με τον πληθωρισμό να καλπάζει γεννάται το ερώτημα αν το «τέλμα» στην Ουκρανία θα διατηρήσει το μέτωπο της δυτικής συμμαχίας που υποστηρίζει την Ουκρανία… αρραγές.

Ο οικονομικός πόλεμος της Δύσης στη Ρωσία με τις «πρωτοφανείς καταστροφικές κυρώσεις» όπως τις περιέγραφε ο Πρόεδρος Μπάιντεν φαίνεται ότι δεν επηρεάζουν μέχρι τώρα την έκβαση του πολέμου. Μπορεί η ρωσική οικονομία να βρίσκεται πλέον σε ύφεση αλλά το ρούβλι έχει ανακτήσει τις απώλειες του με τα ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας να έχουν αυξηθεί επειδή αυξήθηκαν οι τιμές. Οι κυρώσεις δεν έχουν αποδώσει ακόμα τα αναμενόμενα αλλά δυστυχώς τα αποτελέσματα τους έρχονται πίσω σε εμάς ως μπούμερανγκ.

Πούτιν, Κρεμλίνο και ρωσική κοινωνία

Ο Πούτιν πήρε κρίσιμες αποφάσεις σχετικά με την επιστράτευση και την συνέχιση του πολέμου για τις οποίες πιεζόταν από την σκληροπυρηνική ομάδα siloviki του Κρεμλίνου να τις πάρει πολύ νωρίτερα. Με αυτές τις μάλλον λίγες δυνάμεις που ενέπλεξε στην Ουκρανία για να υλοποιήσει ανέφικτους πολεμικούς στόχους ήταν βέβαιο ότι δεν μπορούσε να νικήσει και νίκη για την Μόσχα σημαίνει να επιβάλει την θέληση της στο Κίεβο.

Σύμφωνα με δυτικές εκτιμήσει αν και με κάποια απάθεια οι Ρώσοι στην πλειοψηφία τους υποστήριζαν τις ενέργειες του Κρεμλίνου στην Ουκρανία. Δεν γνωρίζουμε όμως αν και μετά την μερική επιστράτευση και τον πόλεμο να «μπαίνει» στην μέση ρωσική οικογένεια θα συνεχιστεί η υποστήριξη αυτή.

Προκειμένου να συνεγείρει το εθνικό φρόνημα των συμπατριωτών του που εκ παραδόσεως διέπονται από αντιδυτικισμό έτσι ώστε να συμμετάσχουν ενεργά στην πολεμική του προσπάθεια, ο Ρώσος Πρόεδρος στο διάγγελμα του χρησιμοποίησε μία άκρως πατριωτική ρητορική.

Μίλησε για τον κίνδυνο υποδούλωσης και διαμελισμού της Ρωσίας από την Δύση συλλογικά από την Δύση. Άξιο μνείας ότι περιγράφει την Ουκρανία ως θύμα και παγιδευμένη σε αυτήν την προσπάθεια και μίλησε πάλι για «Νέα Ρωσία». Κρίνεται σκόπιμο να τονιστεί ότι στο διάγγελμά του ανέφερε ότι το Κίεβο στις συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη αντέδρασε θετικά στις «ειρηνευτικές» προτάσεις της Μόσχας αλλά η Δύση μπλόκαρε την πορεία της διαπραγμάτευσης.

Οι προσεκτικές διατυπώσεις για την Ουκρανία ίσως να είναι και μία χαραμάδα για να συμμετάσχει στο μέλλον η Μόσχα σε κάποιο είδος διαπραγμάτευσης με το Κίεβο, έστω μόνο για την κατάπαυση του πυρός.

Διαπιστώσεις-Συμπεράσματα-Προοπτική 

Ο Πούτιν και η κλειστή ομάδα που κυβερνάει την Ρωσία απέτυχαν βασιζόμενοι σε μία εικονική πραγματικότητα που του έδωσαν οι Στρατηγοί του και οι Υπηρεσίες πληροφοριών υπερεκτιμώντας τις δυνατότητες τους και υποεκτιμώντας την Ουκρανία να επιβάλουν πλήρως την θέληση τους στο Κίεβο με μία γρήγορη νίκη . Η Ιστορία βέβαια είναι γεμάτη από παραδείγματα, όπου αυτοί που έκαναν πολέμους πίστεψαν ότι θα ήταν νικηφόροι, σύντομοι και χωρίς δυσβάσταχτο κόστος. Έτσι αυτός ο πόλεμος… μακροημερεύει.

Η σύγκρουση στην Ουκρανία έχει εξελιχθεί σε έναν μακρό πόλεμο φθοράς που επηρεάζει όλους μας. Υπάρχουν σημαντικές απώλειες και στις δύο πλευρές ενώ η οικονομία της Ουκρανίας και ένα σημαντικό μέρος των υποδομών τους έχουν καταστραφεί.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του γνωστού Καθηγητή, Συγγραφέα και Αναλυτή πολλών αμερικανικών Think tanks Σιμόν Σερφάτυ, η Ουκρανία χρειάζεται «για να ζήσει και να λειτουργήσει ως κράτος» 5 δις δολάρια τον μήνα πέρα από 70 και πλέον δις που τις έχουν δοθεί από τις ΗΠΑ, το ΗΒ και τα άλλα δυτικά κράτη σε στρατιωτική και λοιπή οικονομική βοήθεια.

Ο ίδιος πιστεύει ότι πρόκειται για έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδηθεί με την έννοια της επίτευξης αποφασιστικής νίκης, από καμία πλευρά αλλά με νεκρή την διπλωματία και οι δύο πλευρές αρνούνται να τον τερματίσουν.

Μας αρέσει ή όχι η Ρωσία διατηρεί την πρωτοβουλία σε πολιτικό και στρατηγικό επίπεδο και ελέγχει την κλιμάκωση όπως διατυπώθηκε και στο διάγγελμα Πούτιν. Δεν μπορεί να εκτιμηθεί αν η επιστράτευση των 300 χιλιάδων αποδώσει τα αναμενόμενα στο Κρεμλίνο αλλά αυτό που βλέπουμε είναι ο χειμώνας που έρχεται θα δοκιμάσει τις αντοχές όλων των εμπλεκομένων.

Εκτιμάται ότι η Μόσχα θα συνεχίσει το αφήγημα περί «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» και της προστασίας των εδαφών της και καθώς πλησιάζει ο χειμώνας θα αυξήσει τις εκ του μακρόθεν προσβολές του πληθυσμού και των κρισίμων υποδομών της Ουκρανίας ποντάροντας στην μείωση της θέλησης των Ουκρανών να αντιστέκονται αλλά και στην κάμψη του βαθμού υποστήριξης των δυτικών προς το Κίεβο και την διάρρηξη της ενότητας τους.

Βλέπουμε δυστυχώς μπροστά μας έναν μακρύ χρονικά και άσχημο πόλεμο που δεν θα τελειώσει σύντομα όπως είχαμε εκτιμήσει μάλιστα με άρθρο μας την 29 Μαρτίου με τον κίνδυνο περαιτέρω κλιμάκωσης να αυξάνεται.

Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Γεωστρατηγικός Αναλυτής και Εκτελεστικός Διευθυντής στο «Παρατηρητήριο Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας»