Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης παρακολουθούν συστηματικά τους δείκτες που καταγράφουν την εξέλιξη της επιδημίας της covid-19 στην Ινδία, αναπαράγοντας τους αριθμούς που ανακοινώνονται καθημερινά από επίσημους φορείς της χώρας. Ομως επιδημιολόγοι στην Ινδία και στο εξωτερικό, αλλά και μελέτες διεθνών ινστιτούτων συμφωνούν ότι οι αριθμοί των κρουσμάτων και των θανάτων που ανακοινώνονται στην Ινδία δεν αντιπροσωπεύουν παρά ένα κλάσμα των πραγματικών αριθμών που παρουσιάζει η κυβέρνηση του Ναρέντρα Μόντι.
Σήμερα ανακοινώθηκε επισήμως ότι η Ινδία ξεπέρασε το όριο των 250.000 θανάτων από την έναρξη της επιδημίας. Ομως τα στοιχεία που συγκεντρώνονται επί τόπου παραπέμπουν σε πολλαπλάσιο αριθμό θανάτων.
Το υπουργείο Υγείας της Ινδίας ανακοίνωσε σήμερα 4.205 νέους θανάτους κατά το τελευταίο 24ωρο, επί συνόλου 254.197 από την έναρξη της επιδημίας.
Ο επίσημος αριθμός των νέων κρουσμάτων είναι 350.000, επί συνόλου 23,3 εκατομμυρίων. Ομως, οι υπολογισμοί του Institute of Health Metrics and Evaluation στις ΗΠΑ οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μόνο το 3% έως 4% των πραγματικών κρουσμάτων εκπροσωπείται στα στοιχεία που ανακοινώνονται.
Στην χώρα του 1,3 δισεκατομμυρίου κατοίκων, το επιδημικό κύμα έχει πλημμυρίσει τα νοσοκομεία, τα κρεματόρια και τα νεκροταφεία. Και αν και οι μεγάλες πόλεις δείχνει να έχουν περάσει από την κορύφωση της επιδημίας, ο ιός επελαύνει στην ινδική ύπαιθρο όπου ζουν τα δύο τρίτα του πληθυσμού.
Οι «επίσημοι» θάνατοι δεν αντιστοιχούν στους ενταφιασμούς
«Οι θάνατοι είναι πολύ περισσότεροι από αυτό που δείχνουν τα στοιχεία», δηλώνει ο Αναντ Μπαν, ανεξάρτητος ερευνητής Πολιτικής της Υγείας και Βιοηθικής. «Ακόμη και ο πολλαπλασιασμός των επίσημων αριθμών επί τρία ή επί τέσσερα θα ήταν υποεκτίμηση».
Τα στοιχεία δεν αντιστοιχούν στα πραγμαιτκά γεγονότα, για παράδειγμα στο κρατίδιο Γουτζαράτ, γενέτειρα του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι. Ενδεικτικά, στην πόλη Ραϊκότ, ο λόγος των «επίσημων» θανάτων και των θανάτων που κατέγραψαν οι τοπικές αρχές στο διάστημα 1-23 Απριλίου ήταν 154 προς 723. Ενώ στην πόλη Μπαρούχ κατά την ίδια περίοδο, ο λόγος ήταν 23 επισήμως ανακοινωμένοι προς 600 κηδείες.
Στο Λαχνάου, πρωτεύουσα του Ουτάρ Πραντές, ο νεκροθάφτης του μουσουλμανικού νεκροταφείου λέει ότι πριν από την επιδημία οι καθημερινοί ενταφιασμοί ήταν 4-5. «Σήμερα, 45 νεκροί της covid ενταφιάστηκαν εδώ».
Παντού στην Ινδία, οι επίσημοι αριθμοί των θανάτων δεν αντιστοιχούν, έως απέχουν πολύ, με τους αριθμούς των ενταφιασμών. Σύμφωνα με τον τοπικό Τύπο, το ίδιο ισχύει για το Νέο Δελχί.
Η μάχη των δεδομένων
«Η εκτίμησή μας είναι ότι το 50% των θανάτων δεν καταγράφεται από την κυβέρνηση», δηλώνει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο υπεύθυνος 26 κρεματορίων της ινδικής πρωτεύουσας.
Ομως, επιδημιολόγοι και άλλοι ειδικοί παρακολουθούν τους αριθμούς των υπερβαλλόντων θανάτων και θεωρούν ότι οι θάνατοι της επιδημίας μπορεί να είναι κατά 60% έως 70% περισσότεροι από αυτούς που παραδέχεται η ινδική κυβέρνηση.
Εκπρόσωπος του κυβερνώντος εθνικιστικού ινδουιστικού κόμματος Μπαρατίγια Τζανάτα του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι αρνήθηκε ότι μπορεί να υπάρχει υποεκτίμηση των θανάτων και θεωρεί ότι η απόσταση ανάμεσα σε επίσημους και πραγματικούς αριθμούς είναι αποτέλεσμα «πολιτικών ελιγμών».
«Υπάρχει μαζική υποτίμηση των θανάτων και των κρουσμάτων», λέει μία 22χρονη φοιτήτρια. «Η κυβέρνηση λέει ότι η δείκτης θετικότητας μειώνεται και ότι η κατάσταση βελτιώνεται. Πώς είναι αυτό δυνατόν όταν τα πτώματα ρίχνονται κατά δεκάδες στα ποτάμια;».
«Στην Ινδία, δεν πολεμούμε μόνο την πανδημία, αλλά επίσης δίνουμε μία σοβαρή μάχη για τα δεδομένα, την ανακοίνωση των δεδομένων και την διαφάνεια», δηλώνει ο Ρίτζο Μ. Tζον, οικονομολόγος και ερευνητής Δημόσιας Υγείας.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η Ινδία μαγειρεύει τα στοιχεία στους καταλόγους των θανάτων. Ο ένας είναι η παντελής αποτυχία του συστήματος δημόσιας υγείας που δυσχεραίνει την καταγραφή των εκατομμυρίων ανθρώπων που περνούν από τα νοσοκομεία, τις κλινικές και εκείνων που πεθαίνουν στα σπίτια τους. Αν και μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, η κεντρική κυβέρνηση και οι τοπικές κυβερνήσεις δαπανούν ένα αξιοθρήνητο ποσοστό του ΑΕΠ στην δημόσια υγεία, λιγότερο από το 1%, ένα από τα χαμηλότερα στον κόσμο, αναφέρει σε άρθρο της στην εφημερίδα Guardian η Ανκίτα Ράο.
Αλλά η συστημική αποτυχία είναι μόνο ένα κομμάτι του παζλ. Το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία επένδυσε στην επιτυχία της διαχείρισης του πρώτου κύματος της επιδημίας και δεν θέλει να αφήσει αυτό το αφήγημα να πάει χαμένο. Καθώς τα πτώματα καίγονταν στις πυρές του Ουτάρ Πραντές τον Απρίλιο, ο τοπικός πρωθυπουργός Γιόγκι Αντιτιανάθ, άνθρωπος του Μόντι, έλεγε ότι όλα βρίσκονται υπό έλεγχο, αρνούμενος να επιβάλει νέο lockdown, ακόμη και αφού προβλήθηκε και ο ίδιος θύμα από την νόσο.
Η κυβέρνηση Μόντι υιοθέτησε της ρητορική του αρνητή, έκλεισε τα μάτια για να μην βλέπει το κακό που έρχεται για να διασώσει την διεθνή εικόνα της χώρας και την θέση του κυβερνώντος κόμματος στο εσωτερικό της Ινδίας. Η κυβέρνηση Μόντι είχε μία επιλογή: να σώσει την εικόνα της ή να σώσει ζωές. Και επέλεξε τον μαζικό όλεθρο.