Του Γιώργου Παυλόπουλου
Σε τροχιά σύγκρουσης βρίσκεται το Βερολίνο με την Κομισιόν, του Γερμανού επιτρόπου Γκίντερ Έτινγκερ συμπεριλαμβανομένου. Αιτία είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση συνασπισμού CDU/CSU και SPD της οποίας ηγείται η Ανγκελα Μέρκελ επιδιώκει ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επταετία 2021-''27 να παραμείνει στο επίπεδο του 1% του συνολικού ΑΕΠ των κρατών-μελών της, όπου βρίσκεται και σήμερα, αντί να αυξηθεί στο 1,11% όπως προτείνουν η Κομισιόν και ο Έτινγκερ, ο οποίος έχει την ευθύνη για την κατάρτηση και εκτέλεση του προϋπολογισμού.
Όπως πρώτο αποκάλυψε το πρακτορείο Reuters και επιβεβαίωσαν στη συνέχεια αρκετά γερμανικά ΜΜΕ, η καγκελαρία έχει καταστήσει σαφείς τις θέσεις της μέσω ενός εγγράφου που κυκλοφόρησε χθες στις Βρυξέλλες, στη διάρκεια της συνεδρίασης των αρμόδιων υπουργών και των μόνιμων αντιπροσώπων των «27». Ως βασικό της επιχείρημα προβάλλει την επικείμενη αποχώρηση από την ΕΕ του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο είναι από τους μεγάλους «αιμοδότες» του προϋπολογισμού – κάτι που συνεπάγεται, όπως τονίζει, τη σημαντική επιβάρυνση των Γερμανών φορολογουμένων.
Τι ζητούν οι Γερμανοί
Συγκεκριμένα, οι Γερμανοί ισχυρίζονται ότι ακόμη και στην περίπτωση που δεν υπάρξει αύξηση του προϋπολογισμού ως ποσοστό του ΑΕΠ, η χώρα τους θα επιβαρυνθεί κατά 10 δισ. ευρώ ετησίως, συνεισφέροντας το ένα τέταρτο των κονδυλίων έναντι του 22% που της αναλογεί μέχρι σήμερα. Θεωρούν δε ότι κάτι τέτοιο είναι μη αποδεκτό, ειδικά με βάση τις σημερινές συνθήκες – με το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να μην έχει σαφή προσανατολισμό και με την ύφεση να χτυπά την πόρτα της ΕΕ, μη εξαιρουμένης της Γερμανίας.
Με απλά λόγια: Με δεδομένο η περίοδος της ανέμελης και διαρκούς ανάπτυξης φαίνεται να ανήκει στο παρελθόν για την ισχυρότερη οικονομία της Γηραιάς Ηπείρου, καθίσταται ακόμη πιο δύσκολη η πολιτική αιτιολόγηση των δαπανών υπέρ της ΕΕ και των ασθενέστερων χωρών της. Πολύ περισσότερο καθώς – όπως απέδειξαν και οι εκλογές σε δύο κρατίδια την 1η Σεπτεμβρίου – η ακροδεξιά και αντιευρωπαϊκή Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) καραδοκεί...
Το παράδοξο, πάντως, είναι ότι αν και προτείνουν συνολικό περιορισμό των δαπανών, οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους στην ΕΕ θεωρούν αναγκαία την αύξησή τους σε ορισμένους τομείς για το επόμενο διάστημα. Ανάμεσα σε αυτούς είναι η μετανάστευση, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η ανάπτυξη του κλάδου της τεχνητής νοημοσύνης – όμως, οι συγκεκριμένες προτεραιότητες δεν βρίσκουν σύμφωνους όλους τους εταίρους.
Τι λένε Γαλλία και ανατολικές χώρες
Η Γαλλία, για παράδειγμα, λόγω και της διάρθρωσης της οικονομίας της, δίνει ιδιαίτερη έμφαση και στις αγροτικές επιδοτήσεις, ενώ οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης και του Νότου έχουν ως προτεραιότητά τους τα λεγόμενα διαρθρωτικά ταμεία. Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι εδώ προκύπτει ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης – στο οποίο Βερολίνο και Παρίσι εμφανίζονται με κοινό μέτωπο έναντι των πιο αδύναμων εταίρων τους, υποστηρίζοντας ότι κάθε χώρα που παραβιάζει τις ευρωπαϊκές αρχές ή τις υπάρχουσες συμφωνίες πρέπει να τιμωρείται με περικοπή των κονδυλίων που δικαιούται.
Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι εύκολος συμβιβασμός δεν θα υπάρξει στο συγκεκριμένο θέμα. Επί της ουσίας δε, οι διαπραγματεύσεις θα ενταθούν μετά την ανάληψη των καθηκόντων της νέας Κομισιόν, υπό την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την 1η Νοεμβρίου, ενώ θα μπουν στην τελική τους ευθεία από τις αρχές του 2020, με σκοπό να βρεθεί η χρυσή τομή ως το καλοκαίρι.
Κι αυτή, όπως λένε πηγές των Βρυξελλών, θα είναι κάπου στη μέση. Φυσικά υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν εκπλήξεις, δυσάρεστες ή ευχάριστες, όπως μια αναβολή ή ακύρωση του Brexit.
AP Photo/Eckehard Schulz