Μία «σεισμική», όχι όμως και αναπάντεχη, πολιτική μεταμόρφωση βιώνει η Αυστρία με την αντιμεταναστευτική, φιλορωσική και ευρωσκεπτικιστική Άκρα Δεξιά του Χέρμπερτ Κικλ να βρίσκεται ενδεχομένως σε τροχιά να κρατήσει τα ηνία κυβέρνησης συνασπισμού για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ένα μόρφωμα ιδρυθέν από πρώην μέλη των SS, που έβγαλε πρώτος από το πολιτικό περιθώριο ο Γεργκ Χάιντερ αναδιαμορφώνοντας το πολιτικό τοπίο της χώρας στα τέλη του 20ού αιώνα, έχει φθάσει σήμερα να κρατά στα χέρια του την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και εάν το εγχείρημα της συνεργασίας που επιχειρεί με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα ευοδωθεί, οι επιπτώσεις θα είναι βαθιές όχι μόνο για την Αυστρία αλλά και για την Ευρώπη στο σύνολό της.
Η εξέλιξη αυτή ακολουθεί την εντυπωσιακή επίδοση του Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ) στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2024, όπου εξασφάλισε το 28,8% των ψήφων, ξεπερνώντας το Λαϊκό Κόμμα (ÖVP), το οποίο βρισκόταν στην εξουσία για το μεγαλύτερο μεγάλο μέρος των τελευταίων δύο δεκαετιών.
Μετά τις κάλπες, ο Αυστριακός πρόεδρος, Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν, ανέθεσε αρχικά στον απερχόμενο καγκελάριο Καρλ Νεχάμερ την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Ωστόσο, οι προσπάθειες συγκρότησης κεντρώου κυβερνητικού συνασπισμού χωρίς τη συμμετοχή του FPÖ έπεσαν στο κενό, με συνέπεια την παραίτηση του καγκελαρίου στις αρχές Ιανουαρίου. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο, και δίχως η Αυστρία να διαθέτει μία «υγειονομική ζώνη» ανάλογη της γερμανικής που αποκλείει την επίσης καλπάζουσα AfD από οποιαδήποτε κυβερνητικό ρόλο, ο Βαν ντερ Μπέλεν στράφηκε στον Κικλ, σηματοδοτώντας μία δραματική αλλαγή στην πολιτική δυναμική της χώρας.
Προσωρινός καγκελάριος της Αυστρίας πρόκειται να αναλάβει ο υπουργός Εξωτερικών, Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ, και η παρούσα κυβέρνηση υπό την ηγεσία των συντηρητικών θα συνεχίσει τη θητεία της έως ότου διαφανεί πώς θα χειριστεί το Λαϊκό Κόμμα και ο νέος ηγέτης του Κρίστιαν Στόκερ την πρόσκληση που του απηύθυνε ο Χέρμπερτ Κικλ για έναρξη διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού. Το ÖVP έχει προηγουμένως αναφέρει ότι θα εξέταζε να προσέλθει σε συνομιλίες μόνο εάν ο Κικλ αποκλειόταν από οποιαδήποτε κυβερνητική συμφωνία.
Όσα διαδραματίζονται σήμερα στους πολιτικούς διαδρόμους της Αυστρίας είναι η «κληρονομιά» του Γεργκ Χάιντερ, ο οποίος ηγήθηκε του FPÖ από το 1986 μέχρι την αποχώρησή του το 2005, οδηγώντας μία ρατσιστική και ξενόφοβη περιθωριακή εθνικιστική ομάδα στην εδραιωμένη πολιτική σκηνή. Υπό την ηγεσία του, το FPÖ υιοθέτησε μία λαϊκιστική πλατφόρμα που έδωσε έμφαση στην ακραία αντιμεταναστευτική ρητορική και τον ευρωσκεπτικισμό, προσελκύοντας αργά και σταθερά, και τεχνηέντως, ψηφοφόρους που είχαν απογοητευτεί από τα παραδοσιακά κόμματα.
Όταν είχε πια «ξημερώσει» 2000, το FPÖ βρέθηκε να μετέχει σε κυβέρνηση συνασπισμού με το Λαϊκό Κόμμα. Αυτός ο συνασπισμός σηματοδότησε μια κομβική στιγμή, καθώς ήταν η πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο που ένα κόμμα με ναζιστικές ρίζες συμμετείχε σε κυβέρνηση στην Ευρώπη. Υπήρξε σφοδρή διεθνή καταδίκη και επιβλήθηκαν διπλωματικές κυρώσεις από άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντανακλώντας τους φόβους για την κανονικοποίηση της ακροδεξιάς στο πλαίσιο της κυρίαρχης πολιτικής.
«Fast forward» στο 2025, η ηγεσία του Χέρμπερτ Κικλ σηματοδοτεί την επιστροφή στην εξουσία για ένα κόμμα που εκμεταλλεύεται σταθερά τους φόβους της κοινής γνώμης γύρω από τη μετανάστευση και την οικονομική ανασφάλεια. Ο Κικλ ακολουθεί πιστά το «εγχειρίδιο» Χάιντερ. Δαιμονοποίηση των μεταναστών, εθνική ταυτότητα, ευρωσκεπτικισμός. Στις σημερινές συνθήκες φυσικά και δεν λείπει η εναντίωση στην ευρωπαϊκή υποστήριξη της Ουκρανίας έναντι της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ η ρητορική που θυμίζει το ναζιστικό παρελθόν καταδικάζεται από ομάδες επιζώντων του Ολοκαυτώματος και εβραϊκές οργανώσεις.
Η προοπτική μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης έχει προκαλέσει κύμα ανησυχίας και διαμαρτυρίες σε ολόκληρη την Αυστρία. Πολίτες διαδηλώνουν εκφράζοντας φόβους για μια πιθανή αναβίωση του φασισμού και της ξενοφοβίας, βλέποντας την πιθανή άνοδο του Κικλ στην εξουσία ως απειλή για τις δημοκρατικές αξίες και την κοινωνική συνοχή της χώρας, η οποία είναι εμφανώς βαθιά διαιρεμένη όσον αφορά τις μεταναστευτικές πολιτικές και την εθνική ταυτότητα.
Γεγονός είναι όμως ότι ο Χέρμπερτ Κικλ έχει βρει ένα δεκτικό ακροατήριο μεταξύ των ψηφοφόρων που αισθάνονται περιθωριοποιημένοι από την κυρίαρχη πολιτική -από εργάτες έως αποφοίτους πανεπιστημίου, αλλά και μεταξύ των γυναικών. Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου το Κόμμα της Ελευθερίας ήλθε πρώτο σε ψήφους μεταξύ Αυστριακών ηλικίας κάτω των 35 ετών.
Η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης που ανέθεσε ο Αλεξάντερ βαν ντερ Μπέλεν στον Χέρμπερτ Κικλ αντανακλά την ευρύτερη τάση σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου τα ακροδεξιά κόμματα αποκτούν όλο και μεγαλύτερα ερείσματα στην εθνική πολιτική -η Μαρίν Λεπέν έχει αποκτήσει τη δύναμη να «ρίχνει» κυβερνήσεις στη Γαλλία της πολιτικής αστάθειας και η AfD, ένα κόμμα φιλορωσικό και ξενόφοβο, στο φάσμα του δεξιού εξτρεμισμού, βρίσκεται σε τροχιά να καταστεί η δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη στις επικείμενες πρόωρες εκλογές της Γερμανίας.
Δεν είναι σαφές εάν ο Χέρμπερτ Κικλ μπορέσει να συγκροτήσει κυβέρνηση, όμως στα μάτια των πολιτικών αναλυτών είναι σαφές πως η Αυστρία βρίσκεται σε μία καμπή της πολιτικής της Ιστορίας. Στέκεται σε ένα σταυροδρόμι που θα μπορούσε να επαναπροσδιορίσει τη μελλοντική της πορεία και επιρροή στην Ευρώπη, καθώς και να οδηγήσει σε περαιτέρω κανονικοποίηση της ακροδεξιάς ιδεολογίας στο πλαίσιο της καθιερωμένης πολιτικής σκηνής, περιπλέκοντας ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες για την προάσπιση της Δημοκρατίας σε ολόκληρη την ήπειρο.
Το πρόγραμμα του FPÖ περιλαμβάνει σχέδια για την απέλαση μεταναστών και τον περιορισμό της ισλαμικής πολιτικής έκφρασης, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένες εντάσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και διεθνώς. Επιπλέον, η ευρωσκεπτικιστική στάση του κόμματος μπορεί να περιπλέξει τη σχέση της Αυστρίας με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ σε μία εποχή που η ενότητα είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση μείζονων προκλήσεων από το μεταναστευτικό και την οικονομία έως την κοινή ευρωπαϊκή Άμυνα υπό την απειλή της Ρωσίας και μπροστά στους «αγνώστους Χ» της δεύτερης θητείας Τραμπ.