Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι κατέληξε σε προκαταρκτική συμφωνία με τον κατασκευαστή ημιαγωγών Micron με έδρα το Αϊντάχο.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν θα μεταβεί την Πέμπτη στις Συρακούσες της Νέας Υόρκης, όπου θα επικοινωνήσει τα οφέλη της συμφωνίας με το εργοστάσιο ημιαγωγών της Micron, η οποία περιλαμβάνει έως και 6,1 δισ. δολάρια σε ομοσπονδιακή χρηματοδότηση.
Η επένδυση θα στηρίξει την κατασκευή δύο κατασκευαστικών κόμβων, ενός στο Κλέι της Νέας Υόρκης, έξω από τις Συρακούσες, και ενός στο Μπόιζ, όπου εδρεύει η Micron. Η εγκατάσταση στο πρώτο σημείο θα επικεντρωθεί στην παραγωγή τσιπ κορυφαίας τεχνολογίας DRAM, ενώ η εγκατάσταση στο Μπόιζ θα αποτελέσει κόμβο παραγωγής μεγάλου όγκου που θα παράγει τσιπ DRAM και θα βρίσκεται κοντά στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις έρευνας και ανάπτυξης της εταιρείας.
«Με αυτή την επένδυση, επιδιώκουμε την επίτευξη ενός από τους βασικούς στόχους του προγράμματος CHIPS του προέδρου Μπάιντεν, τη μεταφορά της ανάπτυξης και της παραγωγής της πιο προηγμένης τεχνολογίας ημιαγωγών μνήμης, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ηγετικής μας θέσης στην Τεχνητή Νοημοσύνη αλλά και την προστασία της οικονομικής και εθνικής μας ασφάλειας», ανέφερε σε δήλωσή της η υπουργός Εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο.
Ο Λευκός Οίκος δήλωσε ότι η ομοσπονδιακή χρηματοδότηση αναμένεται να οδηγήσει σε επενδύσεις από την κατασκευαστική εταιρεία ύψους έως και 125 δισ. δολαρίων σε όλη τη Νέα Υόρκη και το Αϊντάχο κατά τις επόμενες δύο δεκαετίες. «Τα δύο κατασκευαστικά έργα αναμένεται να δημιουργήσουν περισσότερες από 70.000 θέσεις εργασίας», δήλωσε η κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν τους τελευταίους μήνες προχωρά σταθερά σε νέες συμφωνίες με ιδιωτικές εταιρείες, ενώ ήδη έχει συνάψει προκαταρκτικές συμφωνίες με τη Samsung, την Intel, την GlobalFoundries και την Bae Systems.
Ο Μπάιντεν έχει επανειλημμένα αναφερθεί στη σημασία του προγράμματος CHIPS, επικαλούμενος την επικράτηση των μικροτσίπ που χρησιμοποιούνται στην καθημερινή τεχνολογία, όπως τα τηλέφωνα, τα αυτοκίνητα, οι οικιακές συσκευές και άλλα.