Με την ορμή μίας διασυνοριακής επιχείρησης που αιφνιδίασε άπαντες και θέλει να αποδείξει πως η Μόσχα δεν είναι άτρωτη και η έκβαση του πολέμου μη προδιαγεγραμμένη, το Κίεβο ζητά επιτακτικά από Ηνωμένες Πολιτείες, ΝΑΤΟ και Ευρώπη να ανάψουν το «πράσινο φως» στη χρήση δυτικών όπλων για χτυπήματα βαθύτερα εντός του ρωσικού εδάφους, κυρίως αεροπορικές βάσεις και στρατιωτικές εγκαταστάσεις από όπου η πολεμική μηχανική του Βλαντιμίρ Πούτιν εξαπολύει επιθέσεις κατά της Ουκρανίας.
Βασικός αποδέκτης των ουκρανικών πιέσεων είναι η Ουάσινγκτον, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο το Βερολίνο. Ηνωμένες Πολιτείες και Γερμανία κινούνται σε πιο συγκρατημένη γραμμή έναντι Βρετανίας και Γαλλίας ως προς την άρση των περιορισμών που συνοδεύουν την αποστολή προηγμένων δυτικών οπλικών συστημάτων στο Κίεβο. Πρόκειται για ζήτημα που αναμφισβήτητα διχάζει τους συμμάχους της Ουκρανίας, και ακριβώς λόγω της βαρύτητάς του αναγνωρίζεται ότι θα πρέπει να κινηθούν στο ίδιο μήκος κύματος.
Οι ΗΠΑ περιορίζουν τη χρήση των βαλλιστικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς που έχουν παράσχει στην Ουκρανία, και σταθερά από την έναρξη του πολέμου αναφέρουν πως «ζυγίζουν» προσεκτικά ποια προηγμένα όπλα θα διαθέσουν στις δυνάμεις της και πότε προς αποφυγή του κινδύνου κλιμάκωσης με τη Μόσχα. Σε προηγούμενες περιπτώσεις, η Βρετανία και η Γαλλία προχώρησαν όταν οι ΗΠΑ ήταν ακόμη επιφυλακτικές. Ήταν οι πρώτες που υποσχέθηκαν δυτικά άρματα μάχης στην Ουκρανία. Και προμήθευσαν πυραύλους κρουζ πέρυσι, όταν η Ουάσινγκτον εξακολουθούσε να αρνείται να στείλει τακτικούς βαλλιστικούς πυραύλους εδάφους-εδάφους ATACMS μεγάλου βεληνεκούς.
Το Κίεβο και πιο «γερακίσιοι» σύμμαχοί του προτάσσουν ότι Ουάσιγκτον και το Βερολίνο έχουν επανειλημμένα επικαλεστεί τον κίνδυνο να εκληφθεί ως πρόκληση από το καθεστώς Πούτιν η αποστολή στην Ουκρανία πυραύλων ακριβείας, αρμάτων μάχης και μαχητικών αεροσκαφών F-16, αλλά κάθε φορά που τελικά παραδίδονταν, οι απειλές του Κρεμλίνου αποδεικνύονταν κενό γράμμα.
Ορισμένοι αναλυτές συμφωνούν ότι ο Πούτιν θα εκλάμβανε ένα ουκρανικό χτύπημα από αμερικανικό βαλλιστικό πύραυλο μεγάλου βεληνεκούς ως επίθεση από τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά άλλοι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι υποστηρικτές της Ουκρανίας λένε ότι ο Λευκός Οίκος θα πρέπει να «δει» ότι οι απειλές του Πούτιν για επίθεση στη Δύση, μεταξύ άλλων και με πυρηνικά όπλα, είναι πολύς θόρυβος για το τίποτα. Ο φόβος τους είναι ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ που επέτρεψε στην Ουκρανία να αντισταθεί στην εισβολή της Ρωσίας το 2022 έρχεται με καθυστερήσεις και επιφυλάξεις που θα μπορούσαν τελικά να συμβάλουν στην ήττα της.
«Φυσικά, ανησυχούμε για κλιμάκωση. Επειδή η Ρωσία δεν έχει απαντήσει σε κάτι, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί ή δεν θα το κάνει στο μέλλον», είναι η απάντηση που δίνει το αμερικανικό Πεντάγωνο. Η Ουάσινγκτον καταδίκασε σφοδρά το μπαράζ ρωσικών αεροπορικών επιδρομών κατά ενεργειακών στόχων στην Ουκρανία εντός της εβδομάδας, ωστόσο δεν μεταβάλει την πολιτική της, κατά δήλωση του εκπροσώπου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κίρμπι.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν επέτρεψε φέτος στην Ουκρανία τη χρήση όπλων μικρότερου βεληνεκούς που της παρέχουν οι ΗΠΑ πέρα από τα σύνορα για την αυτοάμυνά της, αλλά όχι ATACMS. Η νέα δυναμική που έχει καλλιεργήσει η ουκρανική εισβολή στο Κουρσκ, ταυτόχρονα με τον επιχειρούμενο ενεργειακό στραγγαλισμό της Ουκρανίας μέσω κύματος επιδρομών και την προέλαση στο ανατολικό μέτωπο, έχουν εντείνει την πίεση στην Ουάσινγκτον για αλλαγή στάσης και χαλάρωση της επιφυλακτικής προσέγγισης. Προς αυτή την κατεύθυνση πιέζουν σημαντικά την Ουάσινγκτον το Λονδίνο και το Παρίσι, βάσει δημοσιεύματος των Financial Times.
Όμως πέραν των φόβων για πιθανή κλιμάκωση, αξιωματούχοι που επικαλείται το πρακτορείο Associated Press αναφέρουν πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θεωρεί πως δεν θα έδινε στρατηγικό πλεονέκτημα στο Κίεβο η χρήση ATACMS εντός Ρωσίας, παρότι άλλοι στρατιωτικές αναλυτές στις ΗΠΑ και το ίδιο το Κίεβο διαφωνούν. Η κυβέρνηση Ζελένσκι έχει καταστήσει απόλυτη διπλωματική προτεραιότητα να πείσει την κυβέρνηση Μπάιντεν και άλλες διστακτικές δυτικές πρωτεύουσες να της επιτρέψουν τη χρήση όπλων κατά «νόμιμων στρατιωτικών στόχων» βαθύτερα εντός της Ρωσίας.
Στην Ουκρανία έχουν παραδοθεί πύραυλοι με βεληνεκές έως και 300 χιλιομέτρων. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η έκδοση μεγάλου βεληνεκούς του τακτικού πυραυλικού συστήματος ATACM που παραδόθηκε από τις ΗΠΑ νωρίτερα φέτος και ο βρετανικής-γαλλικής συμπαραγωγής πύραυλος κρουζ Storm Shadow/Scalp που εκτοξεύεται από αέρος. Το Κίεβο ζητά σταθερά τους γερμανικούς πυραύλους Taurus, με βεληνεκές 500 χιλιομέτρων, διπλάσιο από το Storm Shadow, και φέρει ισχυρότερη κεφαλή, αλλά το Βερολίνο έχει αρνηθεί μέχρι στιγμής να τους προμηθεύσει. Η Ουκρανία ζητά επίσης να της επιτραπεί να χρησιμοποιήσει τα αμερικανικής κατασκευής μαχητικά αεροσκάφη F-16, που παρέλαβε πρόσφατα από τη Δανία και την Ολλανδία και σύντομα από τη Νορβηγία και το Βέλγιο, για να πλήττει στόχους στη Ρωσία.
Η μακροπρόθεσμη ασφάλεια για την Ευρώπη αρχίζει με «βραχυπρόθεσμες τολμηρές αποφάσεις για την Ουκρανία», δήλωσε ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα πριν αρχίσουν νωρίτερα σήμερα οι εργασίες της άτυπης συνόδου των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ. «Αν μας προμηθεύσουν με επαρκή ποσότητα πυραύλων, αν μας επιτρέψουν να χτυπήσουμε, θα μειώσουμε σημαντικά την ικανότητα της Ρωσίας να προκαλέσει ζημιές στις κρίσιμες υποδομές μας και θα βελτιώσουμε την κατάσταση για τις δυνάμεις μας στο πεδίο. […] Οι επιτυχίες της Ουκρανίας στο Κουρσκ αποδεικνύουν ότι είναι σε θέση να ανακτήσει την πρωτοβουλία και να επικρατήσει στο πεδίο της μάχης. Χρειαζόμαστε περισσότερες τολμηρές αποφάσεις για να αξιοποιήσουμε αυτή τη δυναμική», τόνισε.
Τον υποστήριξε ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ, χαρακτηρίζοντας τη συνάντηση του Ντμίτρο Κουλέμπα με τους υπουργούς Εξωτερικών των «27» μια «σημαντική στιγμή για να κατανοήσουν όλοι γιατί» πρέπει να δοθεί πράσινο φως. «Ο οπλισμός που παρέχουμε στην Ουκρανία πρέπει να έχει πλήρη χρήση και οι περιορισμοί πρέπει να αρθούν, ώστε οι Ουκρανοί να μπορούν να στοχεύουν τα σημεια από όπου η Ρωσία τους βομβαρδίζει. Διαφορετικά, τα όπλα είναι άχρηστα», δήλωσε ο Μπορέλ στους δημοσιογράφους.
Είχε προηγηθεί χθες συνεδρίαση του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας σε επίπεδο πρεσβευτών κατά την οποία ο Ουκρανός υπουργός Άμυνας, Ρουστέμ Ουμέροφ, ενημέρωσε μέσω τηλεδιάσκεψης για την κατάσταση στο πεδίο και μετά το μπαράζ επιδρομών κατά ενεργειακών υποδομών, θέτοντας εκ νέου το ζήτημα της αντιαεροπορικής άμυνας.