Από την πρώτη στιγμή που ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωσε την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία, ο Ταγίπ Ερντογάν διείδε μία ευκαιρία. Μπορεί διεθνώς η Άγκυρα να παραπονιόταν ότι ήταν μία χώρα που βρισκόταν δίπλα και στις δύο χώρες σε εμπόλεμη κατάσταση, αλλά ταυτόχρονα παρέμενε σε εγρήγορση για κάθε πιθανό ενδεχόμενο. Το ζήτημα της τωρινής τουρκικής παρέμβασης στις προσπάθειες εξαγωγής των ουκρανικών σιτηρών το δείχνει χαρακτηριστικά.
Άλλωστε η Άγκυρα έχει καταβάλλει αρκετές προσπάθειες να μη δυσαρεστήσει καμία από τις δύο πλευρές, ούτε την Ουκρανία με την οποία έχει αναπτύξει εμπορικές και συνεργατικές σχέσεις, αλλά ούτε και τη Ρωσία, από την οποία εξαρτάται σε πολλούς τομείς. Κι αυτό το έκανε μη συμμετέχοντας καν σε συζητήσεις για εφαρμογή κυρώσεων για τη ρωσική εισβολή, ούτε καν καταδικάζοντας τις εμφανείς παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και της κυριαρχίας της Ουκρανίας, με τη δικαιολογία ότι πραγματοποιούνταν εχθροπραξίες στη γειτονιά της. Ωστόσο, το ζήτημα της μεσολάβησης για την απεμπλοκή των ουκρανικών σιτηρών είναι αρκετά περίπλοκο.
Κατ’ αρχάς, η διάθεση των ουκρανικών σιτηρών σχετίζεται με ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ανθρωπότητας παγκοσμίως. Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σήμερα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου να πληγούν τουλάχιστον 275 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως. Πέρα από την επισιτιστική κρίση, έπειτα από τη ρωσική εισβολή, το ζήτημα επιδρά στο ίδιο το καθεστώς, που αντιμετωπίζει έναν πρωτοφανή υπέρογκο πληθωρισμό στο εσωτερικό του, σε συνδυασμό με τα προβληματικά οικονομικά του κράτους. Η διεθνής αναστάτωση έχει ως αποτέλεσμα να πληγούν τουρκικές εταιρίες που έχουν δεσμούς με τη Ρωσία, αλλά και με την Ουκρανία. Κατά συνέπεια, το θέμα αγγίζει το καθεστώς άμεσα.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου υποδέχθηκε τον Σεργκέι Λαβρόφ, προτείνοντας να δημιουργηθούν θαλάσσιοι διάδρομοι για την εξαγωγή των ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με αναφορές, η Άγκυρα ζήτησε ένα σημαντικό ποσοστό ως προμήθεια για να αναλάβει την εκτέλεση αυτού του σχεδίου, με την εμπλοκή τουρκικών πλοίων.
Ωστόσο, δεν είναι εύκολο αυτή τη φορά να τα καταφέρει η Άγκυρα. Η Ουκρανία αντιδρά στο ενδεχόμενο της αποναρκοθέτησης του λιμανιού της Οδησσού, που θα επιτρέψει να εξαχθούν τα σιτηρά, μην αφήνοντας ουσιαστικά περιθώρια για διαπραγμάτευση. Είναι φυσικό για το Κίεβο να μην εμπιστεύεται τη Μόσχα, όταν λίγα εικοσιτετράωρα πριν την έναρξη των ρωσικών στρατιωτικών επιχειρήσεων, οι Ρώσοι διαβεβαίωναν πως δεν πρόκειται να εισβάλουν στην Ουκρανία. Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως το Κρεμλίνο έχει λησμονήσει το σχέδιο κατάληψη της ζώνης νοτίως της Ουκρανίας, αναβιώνοντας τον έλεγχο σε εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης.
Ακόμα περισσότερο, οι Ουκρανοί γνωρίζουν πως η Τουρκία δρα καιροσκοπικά σε αυτή την περίσταση, όπως και σε άλλες περιστάσεις. Άρα η Άγκυρα δεν δεσμεύεται από θέματα αρχών και ούτε είναι διατεθειμένη να ταχθεί υπέρ της ουκρανικής ανεξαρτησίας και κρατικής κυριαρχίας της, σε περίπτωση που η Μόσχα εκμεταλλευθεί την κατάσταση προς όφελος της. Στην Ουκρανία δε θεωρούν δηλαδή την Τουρκία ως επαρκή εγγυητή για να μεσολαβήσει για μία τέτοια ενέργεια.
Ωστόσο, το Κίεβο βρίσκεται υπό πίεση να δεχθεί μία συμφωνία, ακόμα κι από τους συμμάχους της. Η αναφορά της φον ντερ Λάιεν πως η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει προσπάθειες για να εξαχθούν τα σιτηρά μέσω της Μαύρης Θάλασσας, που έχουν αποκλειστεί στην Ουκρανία, ήταν ενδεικτική της τάσης που επικρατεί διεθνώς για το ζήτημα, που έχει φτάσει μέχρι και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Αντίθετα, από το Κρεμλίνο που φαίνεται να μην ενοχλείται από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει για την πρόσκληση της επισιτιστικής κρίσης, στο Κίεβο πιέζονται για να βρουν μία λύση στο ζήτημα.