Tυχόν νίκη της επικεφαλής του Εθνικού Συναγερμού στις γαλλικές εκλογές της 24ης Απριλίου θα ήταν αναμφίβολα μια αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα και μια «βουτιά στο άγνωστο» για όλη την Ευρώπη. Τυχόν επικράτηση του εθνικολαϊκισμού σε μία μεγάλη κεντρική χώρα της Ευρώπης, όπως η Γαλλία, θα είχε ευρύτερες προεκτάσεις, ικανή να λειτουργήσει ως εφαλτήριο για πολιτικές ανακατατάξεις στην Ευρώπη.
Προφανώς και θα ήταν μία νίκη για το Κρεμλίνο, ειδικά τώρα που μαίνεται η σύγκρουση Ρωσίας – Δύσης, ενώ θα ενίσχυε το ευρύτερο μέτωπο της εθνικολαϊκιστικής διεθνούς, ξεκινώντας από τον Όρμπαν στην Ουγγαρία και δίχως να γνωρίζει κανείς έως που θα μπορούσε να φτάσει. Το σίγουρο είναι πως οι δυνάμεις που θεωρούν ότι η εκτόνωση των πολλαπλών κρίσεων, περνά μέσα από την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, θα βρίσκονταν σε υποχώρηση.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, θα περιέπλεκε την προσπάθειά μας για την ενοποίηση και γεωστρατηγική αφύπνιση της Ευρώπης, όπως εμείς επιδιώκουμε. Στο κομμάτι που μας αφορά άμεσα, την ελληνογαλλική στρατιωτική συμφωνία με τη συγκεκριμένη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, προφανώς και αυτή η διμερής συνθήκη δεσμεύει τα κράτη και όχι απλώς τις κυβερνήσεις του Μακρόν και του Μητσοτάκη που την υπέγραψαν. Βέβαιο όμως είναι ότι η Λεπεν δεν θα ήταν διατεθειμένη να την υποστηρίξει με τη θερμή του Μακρόν, ο οποίος και αποτελεί έναν από τους εμπνευστές της.
Συμπερασματικά, σε καμία περίπτωση μια επικράτησή της δεν θα διευκόλυνε την προσπάθεια της ελληνικής πλευράς για εμπέδωση της σταθερότητας και της ασφάλειας στην Αν. Μεσόγειο. Αντίθετα, θα την περιέπλεκε.
Στον αμυντικό τομέα, μια νίκη Λεπέν θα σήμαινε το τέλος κάθε προοπτικής μιας κοινής ευρωπαϊκής άμυνας, διότι χωρίς τη Γαλλία δεν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο. Η Γαλλία είναι η ισχυρότερη στρατιωτικά χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο ρόλος της με την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας έχει μεγεθυνθεί. Η Γαλλία είναι η μόνη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που έχει δυνατότητα προβολής ισχύος, πέραν των συνόρων της δηλαδή, σε περιοχές όπως η Αφρική και η Μέση Ανατολή, όπως και το έχει κάνει άλλωστε στο απώτερο και το πρόσφατο παρελθόν.
Με τις γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις να έχουν υποστεί τόσο μεγάλη αποεπένδυση τα τελευταία χρόνια, μία τυχόν νίκη Λεπέν στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, θα έβαζε στο συρτάρι για αρκετά χρόνια, οποιοδήποτε ελπίδα για κοινή ευρωπαϊκή άμυνας και ασφάλειας.
Την ώρα που το ΝΑΤΟ ενισχύεται και επανασυσπειρώνεται με τη προσθήκη της Φινλανδίας κι ενδεχομένως της Σουηδίας, η επιστροφή σε έναν παρωχημένο Γκωλισμό, θα μας πήγαινε πίσω σε μια εποχή που δεν έχει καμία σχέση με τις απαιτήσεις της δύσκολης σημερινής συγκυρίας. Αν τα παραπάνω είχαν ίσως ένα νόημα τη δεκαετία του ‘60, πλέον έχουν παραμεριστεί από τους ίδιους τους Γάλλους.
Το μόνο πάντως που γνωρίζουμε με βεβαιότητα για αυτόν τον άγνωστο Χ της γαλλικής πολιτικής σκηνής, που ονομάζεται Μαρί Λεπέν, είναι ότι πρόκειται για μία εθνικίστρια, που δεν πιστεύει στην ευρωπαϊκή ιδέα, ούτε βέβαια στην κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα.
Κινείται στο ακριβώς αντίθετο άκρο από τον Εμμανουέλ Μακρόν, ο οποίος έχει υπάρξει ο πλέον φιλοευρωπαίος Γάλλος πρόεδρος των τελευταίων δεκαετιών, ενδεχομένως ίσως και της ιστορίας, συγκρινόμενος με το Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, τη δεκαετία του 1970. Ειλικρινά, δεν μπορώ να φέρω στο μυαλό μου, κάποιον άλλον, τόσο φανερά στοχοπροσηλωμένο στο ευρωπαϊκό ιδεώδες.
Στο σενάριο μιας τυχόν νίκης της Λεπέν, κάποιοι στην Ελλάδα, ενδεχομένως να πανηγυρίσουν, επικαλούμενοι τον γνωστό αντιτουρκισμό της και τις πολύ σκληρές της θέσεις, τόσο για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και για τις σχέσεις της Ευρώπης με το πολιτικό Ισλάμ, άρα κατ’ επέκταση και για τον Ερντογάν. Αυτό δεν αποτελεί παρηγοριά. Ολη αυτή η ρητορική της έχει στην πραγματικότητα μια εσωστρεφή στόχευση και συγκεκριμένα την επικράτηση της ξενοφοβίας στη Γαλλία, τίποτα περισσότερο.