Αντιμέτωπος με δίωξη και τέσσερις κατηγορίες βρίσκεται ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τις προσπάθειές του να ανατραπεί το εκλογικό αποτέλεσμα του 2020, υπόθεση που θεωρείται η πιο σοβαρή σε βάρος του φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024, που ήδη έχει μπροστά του άλλες δυο δίκες.
Σώμα ενόρκων ομοσπονδιακού δικαστηρίου αποφάσισε να ασκηθεί δίωξη για «συνωμοσία εναντίον του αμερικανικού κράτους», παρακώλυση επίσημης διαδικασίας, αναφορικά με την επικύρωση της εκλογικής νίκης του Τζο Μπάιντεν από το Κογκρέσο την 6η Ιανουαρίου 2021 και απόπειρα παραβίασης των εκλογικών δικαιωμάτων, μετά την έρευνα την οποία διενήργησε ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ.
Οι ένορκοι αποφάσισαν να παραπέμψουν τον Τραμπ σε δίκη συντάσσοντας ένα 45σέλιδο κατηγορητήριο στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν αποφασισμένος να παραμείνει στην εξουσία και διέπραξε συνωμοσία για να επηρεάσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών.
Πρόκειται για κάτι πρωτοφανές για πρώην αρχηγό του αμερικανικού κράτους. Ο δισεκατομμυριούχος ενδέχεται να είναι υποχρεωμένος να εμφανίζεται ενώπιον δικαστηρίου την ερχόμενη χρονιά, εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας.
«Οι ισχυρισμοί αυτοί ήταν ψευδείς και ο κατηγορούμενος γνώριζε πως ήταν ψευδείς», προστίθεται. «Εντούτοις ο κατηγορούμενος τις επανέλαβε και τις διέδωσε ευρέως», σύμφωνα με το έγγραφο, στο οποίο υποστηρίζεται πως ο Τραμπ άρχισε «το εγκληματικό σχέδιό του» μερικές ημέρες μετά την ψηφοφορία. Στο έγγραφο αναφέρεται επίσης πως υπάρχουν άλλοι έξι κατηγορούμενοι, χωρίς να αποκαλύπτονται τα ονόματά τους.
Στη διάρκεια μιας πολύ σύντομης ομιλίας του στην Ουάσινγκτον, ο Τζακ Σμιθ δήλωσε πως θέλει «μια δίκη χωρίς καθυστέρηση». Μια πρώτη προκαταρκτική εμφάνιση των κατηγορουμένων ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου της πρωτεύουσας ορίσθηκε για τις 3 Αυγούστου.
Η επίθεση στο Καπιτώλιο, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 6 Ιανουαρίου 2021, έπειτα από εβδομάδες παραπληροφόρησης, «ήταν μια χωρίς προηγούμενο επίθεση εναντίον της έδρας της αμερικανικής δημοκρατίας», πρόσθεσε.
Η επίθεση αυτή «ενθαρρύνθηκε με ψέματα. Ψέματα του κατηγορουμένου προορισμένα να εμποδίσουν μια ουσιώδη λειτουργία του αμερικανικού κράτους: τη διαδικασία με την οποία το έθνος συγκεντρώνει, καταμετρά και επικυρώνει τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών», υπογράμμισε.
Οι διαδικασίες της δίκης
Ο πρώην πρόεδρος θα εμφανιστεί αύριο Πέμπτη, ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου και οι εισαγγελείς θα παρουσιάσουν τις κατηγορίες εναντίον του, ενώ ένας δικαστής θα ορίσει την εγγύηση που θα πρέπει να καταβάλει. Η δήλωσή του για το αν είναι αθώος ή ένοχος μπορεί να γίνει τότε ή και αργότερα.
Ο δικαστής θα ορίσει στη συνέχεια το χρονοδιάγραμμα της προδικαστικής διαδικασίας, η οποία μπορεί να διαρκέσει μήνες. Στη διάρκειά της οι εισαγγελείς παραδίδουν έγγραφα και άλλα αποδεικτικά στοιχεία στους συνηγόρους υπεράσπισης.
Οι συνήγοροι του Τραμπ θα καταθέσουν πιθανόν μέσα στους επόμενους μήνες αίτημα για ακύρωση της δίκης, ωστόσο αυτό σπάνια γίνεται δεκτό σε ποινικές υποθέσεις. Οι δύο πλευρές είναι επίσης πιθανόν να καταθέσουν προσφυγές επιδιώκοντας να καθορίσουν τα στοιχεία και τα νομικά επιχειρήματα που θα επιτραπεί να παρουσιαστούν στη δίκη.
«Μουρλός» εισαγγελέας
Χθες το απόγευμα, λίγο πριν από την ανακοίνωση, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε υποστηρίξει μέσω της πλατφόρμας του, της Truth Social, πως περιμένει να του απαγγελθούν σε λίγο κατηγορίες ενώ κατηγόρησε τον ειδικό εισαγγελέα πως θέλει να βάλει εμπόδια στην εκστρατεία του για τις προεδρικές εκλογές του 2024 και τον χαρακτήρισε «μουρλό».
«Γιατί δεν το έκαναν πριν από δυόμισι χρόνια; Γιατί περίμεναν τόσο πολύ; Επειδή ήθελαν αυτό να συμβεί μέσα στην προεκλογική εκστρατεία μου», υποστήριξε.
Ο 77χρονος Ντόναλντ Τραμπ έγινε φέτος ο πρώτος πρώην πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών σε βάρος του οποίου έχουν απαγγελθεί ποινικές κατηγορίες από την ομοσπονδιακή δικαιοσύνη.
Ωστόσο ο Τραμπ εξακολουθεί να υποστηρίζεται από μεγάλο μέρος του κόμματός του: κυριαρχεί στις δημοσκοπήσεις για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων και αυξάνει μάλιστα την απόστασή του από τον δεύτερο επικρατέστερο υποψήφιο, τον κυβερνήτη της Φλόριντας Ρον Ντεσάντις.
«Ναζιστικό» κατηγορητήριο
Σχολιάζοντας, εκπρόσωπος του Ντόναλντ Τραμπ παρομοίασε το νέο κατηγορητήριο με τη «ναζιστική Γερμανία της δεκαετίας του 1930, την πρώην Σοβιετική Ένωση και άλλα αυταρχικά, δικτατορικά καθεστώτα». Επιπλέον έκανε λόγο για ακόμα ένα ψεύτικο κατηγορητήριο.
Η νέα αυτή δίωξη έρχεται να προστεθεί στην υπόθεση με τα διαβαθμισμένα έγγραφα και σε εκείνη για την καταβολή χρημάτων σε πορνοστάρ με αντάλλαγμα τη σιωπή της.
Επιπλέον εισαγγελέας στην Τζόρτζια αναμένεται να ανακοινώσει ως τον Σεπτέμβριο τα ευρήματα της δικής της έρευνας, για τις πιέσεις που ασκήθηκαν ώστε να αλλοιωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020 στην Πολιτεία αυτή του αμερικανικού νότου.
Ο αδέκαστος Τζακ Σμιθ
Ο Τζακ Σμιθ, ο ειδικός εισαγγελέας των ΗΠΑ, ο οποίος κατέθεσε το δεύτερο ομοσπονδιακό ποινικό κατηγορητήριο κατά του Ντόναλντ Τραμπ, έχει τη φήμη ότι κερδίζει σκληρές υποθέσεις εναντίον εγκληματιών πολέμου, μαφιόζων και απατεώνων αστυνομικών.
Τον χαρακτηρίζουν ως έναν επίμονο ερευνητή που έχει ανοιχτό μυαλό και δεν φοβάται να αναζητήσει την αλήθεια. Τον περιγράφουν ως εξίσου επίμονο στο να επιδιώκει να αποσυρθούν οι ποινικές κατηγορίες για τους αθώους όσο και να καταδικαστούν οι ένοχοι.
Ο Σμιθ, που διορίστηκε τον περασμένο Νοέμβριο από τον υπουργό Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ για να αναλάβει δύο έρευνες του υπουργείου Δικαιοσύνης που αφορούσαν τον Τραμπ, έχει πλέον εξασφαλίσει δύο κατηγορίες εναντίον του πρώην προέδρου των ΗΠΑ.
Εξασφάλισε την Τρίτη ένα κατηγορητήριο κατά του Τραμπ από το σώμα ενόρκων, με το οποίο του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για εγκλήματα όπως συνωμοσία και παραποίηση μαρτύρων για τις προσπάθειες του Τραμπ να ανατρέψει την ήττα του στις εκλογές του 2020 από τον Δημοκρατικό νυν πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, την οποία ο Τραμπ εξακολουθεί να ισχυρίζεται ψευδώς ότι ήταν αποτέλεσμα απάτης.
«Τροφοδοτήθηκε από ψέματα», δήλωσε ο Σμιθ σε μια σύντομη δίλεπτη συνέντευξη Τύπου μετά την κατάθεση του κατηγορητηρίου. «Ψέματα από τον κατηγορούμενο, που στόχευαν στην παρεμπόδιση μιας θεμελιώδους λειτουργίας της κυβέρνησης των ΗΠΑ: της διαδικασίας ενός έθνους για τη συλλογή, την καταμέτρηση και την πιστοποίηση των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών».