«Είναι ώρα για την παγκόσμια κοινότητα υγείας να αναγνωρίσει την πραγματικότητα. Η ευλογιά των πιθήκων είναι τώρα πανδημία. Και αν δεν κηρύξουμε συναγερμό και δράσουμε γρήγορα για να την καταπολεμήσουμε, κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε τα ίδια λάθη που κάναμε στη μάχη μας με τον κορονοϊό», τονίζεται σε άρθρο της αμερικανικής εφημερίδας «The Washington Post», που υπογράφουν ο επιδημιολόγος και συνιδρυτής του World Health Network Έρικ Φάιγκλ-Ντινγκ, η γιατρός και πρώην διευθύντρια πολιτικών του γραφείου διακυβερνητικών ζητημάτων του Λευκού Οίκου και ο πρόεδρος του NESCI και συνιδρυτής του World Health Network, Γιανίρ Μπαρ-Γιαμ.
Όπως τονίζεται στο άρθρο, ο ιός της ευλογιάς των πιθήκων, δεν περιορίζεται πλέον σε μία ήπειρο ή εντοπίζεται μόνο σε ταξιδιώτες, αλλά μεταδίδεται μέσω της κοινότητας σε δεκάδες χώρες σε όλο τον κόσμο και εξαπλώνεται ανεξέλεγκτα με ανησυχητικό ρυθμό. Γεγονός, ιδιαίτερα επικίνδυνο για τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα, τις εγκύους και τα μικρά παιδιά.
Παρά τον αυξανόμενο αριθμό των κρουσμάτων, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας διατηρεί ακόμα χαμηλούς τόνους. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο ιός της ευλογιάς των πιθήκων έχει εντοπιστεί σε περισσότερες από 70 χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ τα κρούσματα έχουν τριπλασιαστεί στην Ευρώπη τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Σύμφωνα μάλιστα, με μια νέα μελέτη, ο συγκεκριμένος ιός μπορεί να μεταλλάσσεται 12 φορές πιο γρήγορα από το αναμενόμενο και θα μπορούσε να οδηγήσει σε 60.000 νέα κρούσματα την ημέρα μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι το τέλος του χρόνου. Άλλα μοντέλα δείχνουν ότι θα μπορούσαμε να φτάσουμε τα 100.000 κρούσματα παγκοσμίως τον Αύγουστο και 500.000 έως 1 εκατομμύριο κρούσματα μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.
«Πρέπει όλοι να αρνηθούμε να περπατάμε στα τυφλά, επιτρέποντας στο παρόν να γίνει πρόλογος μιας μεγάλης καταστροφής. Οι διεθνείς υγειονομικοί αξιωματούχοι πρέπει να υποστηρίξουν και να θεσπίσουν μια ενιαία, συνεκτική προσέγγιση για την καταπολέμηση της ευλογιάς των πιθήκων προτού φτάσει τις διαστάσεις της COVID-19. Αν ενεργήσουμε, με γνώμονα τα διδάγματα των δύο τελευταίων ετών, μπορούμε να αποφύγουμε τα λάθη που στοίχισαν εκατομμύρια ζωές στον κόσμο», καταλήγουν οι αρθογράφοι.