Του Θανάση Κοσμόπουλου*
Στη χώρα μας τα πολιτικά πράγματα (politics) πάσχουν από μια βαρύτατη νόσο που λέγεται «ασυνέχεια». Ασυνέχεια στόχευσης, ασυνέχεια στρατηγικών, ασυνέχεια πολιτικής (policy).
Παρατηρούμε τις τελευταίες δεκαετίες εντελώς άπειρους ή με λίγη γνώση του αντικειμένου πολιτικούς, να αναλαμβάνουν τα Υπουργικά καθήκοντά τους, πλαισιωμένοι από κάποιον αριθμό συνεργατών ή ειδικών συμβούλων, συχνότερα επίσης άπειρων νεανίσκων γονατογράφων και καλούνται να αντιμετωπίσουν ζητήματα που έλκουν διοικητική προβληματική πολλών ετών πίσω τους, με συνέπειες περισσότερων ετών μπροστά τους. Αναλαμβάνουν έχοντας κατά κανόνα μικρή ή ελάχιστη γνώση των παρελθοντικών χειρισμών και κυρίως άγνοια του ήδη στοχοθετημένου οράματος. Το έγκλημα δε είναι, πως παρακάμπτεται εντελώς ή υποτιμάται ουσιωδώς η ήδη υπάρχουσα υπηρεσιακή γνώση, παραμερίζοντας έμπειρους χειριστές των σχετικών φακέλων στην Διοικητική ιεραρχία.
Στην Ελλάδα τρεις είναι οι βασικές γενεσιουργές αιτίες του παραπάνω προβλήματος:
Α) Η έλλειψη εθνικής στρατηγικής στους περισσότερους τομείς πολιτικής δράσεως,
Β) Η απουσία πόλων και αξόνων σταθερής περιστροφής του πολιτικού συστήματος,
Γ) Η έλλειψη checksandbalances στη δημόσια διοίκηση.
Παρακάτω αναλύω διαδοχικά τις τρεις αυτές συνιστώσες του προβλήματος:
Α) Ο μέσος όρος θητείας ενός Έλληνα υπουργού μεταπολιτευτικά, είναι υπολογισμένος σε 18 μήνες. Ο κύριος στόχος του, το πρωτεύον καθήκον του, κατά το διάστημα αυτό είναι πρωτίστως να εξασφαλίσει την προσωπική του επανεκλογή, δευτερευόντως να συμβάλλει στην επόμενη εκλογική νίκη του κόμματός του και τριτευόντως να εμβαθύνειστο ειδικό αντικείμενο του Υπουργείου του. Αυτή η ιεράρχηση μοιραία τον ανάγει σε απλό πυροσβέστη προβλημάτων που ανακύπτουν, τα οποία του δίνουν παράλληλα και την επικοινωνιακή ευκαιρία να «δώσει λύση σε καυτά προβλήματα που ταλανίζουν την κοινωνία εδώ και χρόνια». Προβλήματα που με έναν σωστό σχεδιασμό δεν θα είχαν καν ανακύψει, αλλά όπως μου είχε πει γνωστός υπουργός «σε έναν χρόνο ποιος ζει ποιος πεθαίνει, ότι κάνουμε πρέπει να έχει ορίζοντα απόδοσης εξαμήνου το πολύ, δεν θα φυτέψουμε σήμερα εμείς ελιές για να χαρούν άλλοι μετά από χρόνια την σκιά τους».
Στην λογική αυτή προτιμάμε πχ να πεθάνει ένα νεογνό λόγω ελλείψεως θερμοκοιτίδων, για να δοθεί η ευκαιρία στον υπουργό να καταγγείλει τους προηγούμενους που δεν είχαν πάρει τα ανάλογα μέτρα, να διατάξει ΕΔΕ για τον καταλογισμό ευθυνών και να βγει επί δυο τρεις μέρες στα κανάλια εξηγώντας πως κινητοποιήθηκε άμεσα με ευαισθησία για να δώσει οριστική λύση σε ένα φλεγμαίνον από καιρού ζήτημα. Θα μπορούσε βέβαια αθόρυβα να έχει ήδη προμηθευτεί προκαταβολικά το υλικό, όπως και να έχει ήδη επιλύσει άλλα προβλήματα που του έχουν αναφερθεί πριν αυτά ανακύψουν, αλλά τούτο (η αθόρυβη προληπτική επίλυση προβλημάτων) δεν έχει κανένα πολιτικό ή επικοινωνιακό όφελος για έναν υπουργό που έχει εκ των πραγμάτων, όπως είπαμε πιο πάνω, ορίζοντα πολιτικής επιβίωσης 18 μηνών. Γίνεται δεκτό πως ο προληπτικός στρατηγικός σχεδιασμός δεν ωφελεί επικοινωνιακά τόσο,σε σχέση με την πυροσβεστική παρέμβαση μετά το πρόβλημα, η οποία δημιουργεί ευκαιρίες πολιτικής προβολής.
Από την άλλη μεριά ο κάθε υπουργός θέλει το όνομά του να συνδεθεί με κάποιον Νόμο, έναν οποιονδήποτε νόμο, κάποια μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία τέλος πάντων. Νόμος Πεπονή, Νόμος Διαμαντοπούλου, Νόμος Ραγκούση, Νόμος Κατρούγκαλου κλπ. Στην φιλοδοξία αυτή δεν λαμβάνεται υπόψιν ο εθνικός σχεδιασμός (που δεν υπάρχει άλλωστε) και ούτε συνυπολογίζεται ως παράγοντας αξίας η υποδομή και η νομοθετική κατάσταση που ήδη προϋπάρχουν στην διοικητική μηχανή. Εκ του μηδενός λοιπόν παράγονται και άλλοι νόμοι, που ανατρέπουν ή αντιφάσκουν με προγενέστερους, με μόνη φιλοδοξία να καταστήσουν ανεξίτηλο στην φθορά του ταχέως εξελισσόμενου πολιτικού χρόνου, το όνομα του κου Υπουργού. Όσοι οι νέοι Υπουργοί , τόσοι και οι νέοι νόμοι που πιθανώς θα παραχθούν. (Σημ: Τους νόμους ΔΕΝ τους παράγει η νομοθετική εξουσία αλλά η εκτελεστική, με την τυπική και άνευ ουσιαστικής αξίας επικύρωση της νομοθετικής=κοινοβουλίου)
Συνεπεία των δύο ανωτέρω προβλημάτων η Χώρα στερείται Εθνικού Στρατηγικού σχεδιασμού στους περισσότερους τομείς της πολιτικής και διοικητικής δράσεως. Εθνική Στρατηγική , σύμφωνα με πολύ χρηστικό ορισμό του ΠώουλΤόμσεν (ναι αυτού του ΔΝΤ) όταν μας ζήτησε να του δοθεί στο Υπουργείο Υγείας το 2010 η Εθνική Στρατηγική Υγείας, είναι «το σύνολο των στόχων και των δράσεων που θα επιδιωχθούν, με ορίζοντα επόμενης δεκαετίας, ανεξαρτήτως του ποια είναι η κυβέρνηση ή ποιος είναι ο αρμόδιος Υπουργός στη Χώρα». (Σημ: του ειπώθηκε ότι δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα στην Ελλάδα).
Β) Τον άξονα που εξασφαλίζει την σταθερότητα και την συνέχεια στην περιστροφή των πολιτικών κομμάτων γύρω από αυτόν, σε άλλες Χώρες εξασφαλίζει το Στέμμα και ο Θρόνος και σε άλλες η Γερουσία.
Είναι δύο θεσμοί που δεν κατασπαράσσονται από το καθημερινό πολιτικό παίγνιο, βρίσκονται πέρα και πάνω από αυτό, εκτός εκλογικών κύκλων, εγγυητές της συνέχειας των σχεδιασμών, της διαλειτουργικότητας των λύσεων, της ενότητας των αντιλήψεων, σε ένα διαρκές πολιτικοκοινωνικό και χωροχρονικό συνεχές.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει τέτοιος άξονας που να βρίσκεται εκτός της πολιτικής κονίστρας και που να λειτουργεί ως εγγυητής από «έξω και πάνω» από το τρέχον πολιτικό εποικοδόμημα.
Αποτέλεσμα είναι, αυτή η απουσία να συμβάλλει με τον τρόπο της στη δημιουργία αφενός ασυνέχειας και αφετέρου -και κυρίως- συμβάλλει στην πρόκληση αλαζονείας και οίησης σε συχνά ακατάλληλα πρόσωπα και όργανα για τον ρόλο τους. Οι εκάστοτε Υπουργοί, ο Πρωθυπουργός, η Κυβέρνηση αισθάνονται απολύτως παντοδύναμοι και πρακτικά ανεξέλεγκτοι στο τι μπορούν να κάνουν. Αν επί παραδείγματι αύριο απεφασίζετο από κάποια Ελληνική Κυβέρνηση, σε ένδειξη φιλίας και αλληλεγγύης, η ύψωση και της Τουρκικής Σημαίας δίπλα στην Ελληνική, πάνω στην Ακρόπολη για οκτώ μήνες, ή η άμεση αποφυλάκιση όλων των καταδίκων επί κακουργήματιγια να αποσυμφορηθούν οι φυλακές ή η απονομή της Ελληνικής ιθαγενείας σε όσους έχουν συμπληρώσει απλώς 5ετη παραμονή στην Χώρα μας, δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος να εμποδιστεί κάτι τέτοιο. Και αυτό διότι στις σύγχρονες παρακμιακές Δημοκρατίες το Κοινοβούλιο ταυτίζεται με την Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση ταυτίζεται με το Κόμμα. Δεν είναι διακριτός και ενισχυμένος ο ρόλος του κοινοβουλίου.Χωρίς δε θεσμικές εγγυήσεις πέρα και πάνω από το πολιτικό πλαίσιο δεν λειτουργεί το σύστημα ή λειτουργεί με σοβαρές παθογένειες όπως στην Ελλάδα. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα επιδρά και στην διάκριση των τριών εξουσιών στην Χώρα που είναι και επίκαιρο ειδικώς σε ότι αφορά την Δικαιοσύνη. Σε άλλες Χώρες, ακόμα και με Προεδρικό σύστημα, ο παντοδύναμος Πρόεδρος ΔΕΝ μπορεί να υλοποιήσει πολιτικές, αν δεν έχει την σύμφωνη γνώμη άλλων θεσμικών οντοτήτων του εκεί πολιτικού συστήματος.
Η έλλειψη αξόνων θεσμικής ευστάθειας του πολιτικού μας συστήματος είναι ο δεύτερος λόγος της παρατηρούμενης ασυνέχειας Εθνικής στρατηγικής.
Γ) Η έλλειψη checks and balances στη δημόσια διοίκηση της χώρας μας έχει προκύψει ως αποτέλεσμα δύο βασικών παραμέτρων : Τον συνδικαλισμό, με έντονες κομματικές αποχρώσεις, στον Δημόσιο τομέα και την έλλειψη μόνιμων υφυπουργών προερχομένων από την Δημόσια Διοίκηση στα Υπουργεία, (όπως ο SirHumphreyγια όσους παρακολουθούσαν την δημοφιλή τηλεοπτική σειρά παλαιότερα «YesMinister», ο οποίος ουσιαστικά ήταν αυτός που διοικούσε το Υπουργείο και όχι οι εναλλασσόμενοι πολιτικοί προϊστάμενοι). Η Δημόσια Διοίκηση έχει καταστεί η αμμοδόχοςτων «πολεμικών» επιχειρήσεων και σχεδιασμών των κομμάτων, αν όχι το λάφυρο σε κάθε εκλογική επικράτηση. Οι εργαζόμενοι σε αυτήν συνδικαλιστές, με αρκετές εξαιρέσεις, περισσότερο ασχολούνται με την διεθνή και εσωτερική γενικώς πολιτική συγκυρία, παρά με το ειδικό αντικείμενο της αρμοδιότητάς τους, ο επιτελικός ρόλος της Δημόσιας Διοίκησης είναι περιορισμένος έως ανύπαρκτος, η σχεδιαστική στοχοθεσία απούσα.
Η δημόσια διοίκηση έχει καταστεί παρακολούθημα της πολιτικής εξουσίας, ακινητοποιείται όταν αυτή παραδίδει ή παραλαμβάνει, για μεγάλα χρονικά διαστήματα (εξουσιοδοτικές αποφάσεις Υπουργών, εκχώρηση αρμοδιοτήτων, δικαιώματα υπογραφών) και ουσιαστικά όποτε αλλάζει ο Υπουργός ή η κυβέρνηση, συντελείται μια κατ΄αναλογία παράδοση/παραλαβή στους κόλπους της.
Ότι έκανε ο προηγούμενος ήταν λάθος, πρέπει να σταματήσει ή να γκρεμιστεί και εμείς θα το κάνουμε σωστά από την αρχή. Με την παραδοχή αυτή ενώ όλοι οικοδομούν αδιαλείπτως, ο «τοίχος» πάντα βρίσκεται στο ένα μέτρο ύψος αντί των 30 μέτρων που θα έπρεπε να έχει φτάσει τόσα χρόνια, καθώς συνήθως ουδείς συνεχίζει το έργο του προηγουμένου από εκεί που το άφησε.
Μόνος θεσμός ο οποίος είναι και ο σύμφυτος με την έννοια της στρατηγικής, της θεσμικής συνέχειας, της διαυγούς ιεραρχίας και της απόλυτης εφαρμογής λειτουργικών checks and balances, είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις της Χώρας, γεγονός που τις έχει ανάγει σιωπηλά ή φανερά στον κρίσιμο συντελεστή που δίνει πάντα λύση εκεί που οι άλλοι σκαλώνουν, δεν μπορούν ή δεν θέλουν. Κατά δεύτερον τις έχει καταστήσει,σε κάθε δημοσκόπηση, τον δημοφιλέστερο θεσμό στην συνείδηση των Ελλήνων πολιτών μετά την Αστυνομία που ακολουθεί, στην οποία έχουν δυστυχώς παρεισφρήσει σε κάποιον βαθμό μερικές από τις ανωτέρω παθογένειες.
Για την λειτουργική υπεραξία και την ειδική φύση των Ενόπλων δυνάμεων ως θεσμικού εγγυητή της Εθνικής υπόστασης της Χώρας και της Αστυνομίας ως κύριου παράγοντα σταθεροποίησης της Δημοκρατίας και της εσωτερικής διοικητικής αρμονίας θα επανέλθω με ειδικότερο σημείωμα.
* Ο κ. Αθανάσιος Κοσμόπουλος είναι Νομικός, LL.M, Τχης ε.α.