Εκτός ελέγχου με τα φρένα «σπασμένα» τρέχουν οι τιμές στα ενεργειακά χρηματιστήρια, με την ΕΕ να δείχνει αμήχανη, χωρίς καμία διάθεσης παρέμβασης και ενώ η ακρίβεια διαχέεται σε όλη την οικονομία. Τον Οκτώβριο, οι εκτιμήσεις ανέφεραν ότι το τελικό κόστος της ενεργειακής κρίσης για τους Ευρωπαίους καταναλωτές μπορεί να φθάσει στο ιλιγγιώδες ποσό των 100 δισ ευρώ. Τον Νοέμβριο, οι εκτιμήσεις αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω και σήμερα ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας έκανε γνωστό ότι η κρίση θα κοστίσει στους Ευρωπαίους καταναλωτές το 2022 πάνω από 350 δισ. ευρώ.
Η «φωτιά» είναι τόσο μεγάλη που δεν αρκούν οι μεμονωμένες παρεμβάσεις κυβερνήσεων για να σβήσει, τα κόστη διαχέονται πλέον σε όλη την οικονομία, τρόφιμα και είδη καθημερινής ανάγκης αυξάνονται, ενώ το μεγάλο κύμα ανατιμήσεων δεν έχει ακόμη φανεί, ωστόσο η Ευρώπη παρατηρεί αμέτοχη το τσουνάμι, δίχως κοινή γραμμή. Κάθε κράτος μέλος καλείται στην ουσία να τα βγάλει πέρα μόνο του, το φάντασμα της ενεργειακής φτώχειας αρχίζει σε κάποιες χώρες να δείχνει τα δόντια του, ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε ομηρία από το ρωσικό φυσικό αέριο και το «μπρα ντε φερ» του Βλ. Πούτιν με τη Δύση, συνεχίζει να αξιολογεί την κρίση ως συγκυριακή, αρνούμενη δομικές αλλαγές στο σχεδιασμό της χονδρεμπορικής αγοράς. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση χώρες, όπως η Ελλάδα τονίζουν ξανά και ξανά την ανάγκη για την ανάληψη πρωτοβουλιών σε κεντρικό επίπεδο, με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης των ευάλωτων νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τις επιπτώσεις της διεθνούς ενεργειακής κρίσης.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ωστόσο εξακολουθεί να αξιολογεί την κρίση ως συγκυριακή και να παραπέμπει στην εργαλειοθήκη μέτρων και δράσεων που προ μηνός είχε ανακοινώσει, με μειώσεις φόρων, επιδοτήσεις και εκπτώσεις σε καταναλωτές, θεωρώντας ότι αρκούν για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Σε χώρες, όπως του Βορρά, που διαθέτουν πλουσιότερο ενεργειακό μείγμα έναντι του Νότου (υπεράκτια αιολικά, πυρηνικά, καλύτερη ποιότητα άνθρακα), πολλές διασυνδέσεις και καλύτερη λειτουργία των αγορών τους, ο ανταγωνισμός είναι μεγαλύτερος και οι εξωφρενικές χρηματιστηριακές τιμές επηρεάζουν σε ποσοστό μόνο το 20% των ποσοτήτων ενέργειας που καταλήγουν στα νοικοκυριά. Αντιθέτως, σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου έχουμε ανεπάρκεια ισχύος, περιορισμένες διασυνδέσεις και δεν λειτουργούν τα διμερή συμβόλαια, όλη η ενέργεια περνάει μέσω του Χρηματιστηρίου και οι καταναλωτές είναι κατά 100% εκτεθειμένοι στις υψηλές τιμές. Αυτές που καθορίζονται από το ράλι του φυσικού αερίου, το οποίο, το απόγευμα διαπραγματεύονταν στο ολλανδικό Χρηματιστήριο σε τιμή πάνω από τα 146 ευρώ η μεγαβατόρα.Που θα φτάσουν οι τιμές στο ρεύμα; Κανείς δεν ξέρει, όλα ωστόσο δείχνουν ότι είμαστε στην αρχή της καταιγίδας. Τα νούμερα είναι από μόνα τους «φωτιά».
Νέα άνοδος παρατηρείται για αύριο στις τιμές ηλεκτρισμού της Ευρώπης, καθώς στη Γαλλία η προθεσμιακή τιμή έφτασε στα 442 ευρώ ανά Μεβατώρα (+15,9%), στη Γερμανία στα 431 ευρώ (+30,4%), στη Βουλγαρία στα 342 ευρώ (+12,5%), στη Σερβία στα 396 ευρώ (+12,3%), στην Ιταλία στα 418 ευρώ και στην Πολωνία στα 344 ευρώ (+110%).
Στην Ελλάδα η τιμή για αύριο διαμορφώνεται στα 342 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Αύξηση 8,2% σε σχέση με τη Δευτέρα, κατά 240% από τον Ιούλιο, (τότε ήταν στα 100 ευρώ), και κατά... 480% από τον Ιανουάριο του 2021 (βρισκόταν στα 59 ευρώ). Σε πανευρωπαικό επίπεδο, στη Γαλλία η χονδρική τιμή φτάνει για αυριο στα 442 ευρώ ανά μεβατώρα (+15,9% σε μια μέρα), στη Γερμανία στα 431 ευρώ (+30,4%), στη Βουλγαρία στα 342 ευρώ (+12,5%), στη Σερβία στα 396 ευρώ (+12,3%), στην Ιταλία στα 418 ευρώ και στην Πολωνία στα 344 ευρώ (+110%). Η εικόνα μάλιστα θα επιδεινωθεί, καθώς από την Κυριακή έχουμε σοβαρές διακοπές σε μονάδες παραγωγής πυρηνικής ενέργειας στην Γαλλία, λόγω συντήρησης, γεγονός που σημαίνει ότι οι ποσότητες αυτές θα χρειαστεί να υποκατασταθούν από πολύ ακριβότερο φυσικό αέριο.