Πολιτικές «έξω από το κουτί», επενδύσεις fast track όπως η γρήγορη έναρξη των έργων στο Ελληνικό, ευελιξία στην αγορά εργασίας και κίνητρα για την προσέλκυση ευκατάστατων συνταξιούχων αλλοδαπών στην Ελλάδα, μαζί με συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, είναι το «κλειδί» για την επόμενη ημέρα, σύμφωνα με πέντε γνωστούς ακαδημαϊκούς. Τους Ν.Βέττα, Ι.Ληξουριώτη, Μ.Ντελή, Θ.Πελαγίδη και Π.Τσακλόγλου.
Κοινός παρονομαστής είναι ότι το σχέδιο της κυβέρνησης για ταχύτερη και διατηρήσιμη ανάκαμψη πρέπει να περιλαμβάνει τολμηρές αποφάσεις, ιδέες άμεσα εφαρμόσιμες, επενδυτικά κίνητρα και εργαλεία μακριά από παραδοσιακές συνταγές, αντλώντας ιδέες από την μέχρι τώρα διαχείριση της κρίσης. Τέτοια για παράδειγμα είναι η παγιοποίηση κάποιων αλλαγών στις αντιλήψεις και κανονιστικές επιλογές στο πεδίο του εργατικού δικαίου, η προσφυγή στο μέτρο της «εξ αποστάσεως» εργασίας που διασώζει στην χώρα μας και διεθνώς εκατοντάδες αν όχι εκατομμύρια χιλιάδες θέσεις εργασίας, αποδεικνύοντας ότι αυτό δεν συνιστά ex principio προσβολή του συμφέροντος του εργαζομένου.
Σίγουρα μαγικές συνταγές και εύκολες λύσεις στην οικονομία δεν υπάρχουν. Η βαθιά ύφεση που προβλέπει για την Ελλάδα το ΔΝΤ μπορεί στο τέλος να γίνει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι ζουν μια παρατεταμένη απώλεια εισοδήματος και όχι προσωρινή, η οποία δύσκολα θα είναι αναστρέψιμη. Το κακό σενάριο θέλει τις επιχειρήσεις, ελληνικές και ξένες, να αναβάλουν για του χρόνου τις προγραμματισμένες προ κρίσης επενδύσεις, ενσωματώνοντας στις προβολές τους ότι στα τέλη του 2021 η ανάπτυξη της οικονομίας θα είναι χαμηλότερη απ’ ό,τι ήταν το 2019.
Κατ’ αναλογία, οι καταναλωτικές συνήθειες δεν αποκλείεται να αλλάξουν, καθώς οι εργαζόμενοι θα προτιμήσουν να αποταμιεύσουν, φοβούμενοι ότι η πανδημία θα επανέλθει ίσως δριμύτερη από το φθινόπωρο, αλλά και ότι οι επιχειρήσεις δεν θα καταφέρουν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας όταν ανοίξουν οι οικονομίες.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι η επόμενη μέρα θα είναι δύσκολη, θα μας βρει φτωχότερους, με αυξημένη ανεργία και υψηλότερο χρέος. Το ερώτημα επομένως είναι τι πρέπει να γίνει για να πάρει μπροστά η μηχανή όταν θα αρθεί το lockdown σε μια φάση όπου οι πάντες στον πλανήτη ετοιμάζονται να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους, παραβιάζοντας στο όνομα της επανεκκίνησης κάθε είδους συνθήκες και οδηγίες, προκειμένου να μειώσουν τη ζημιά.
Η απάντηση των ειδικών, δηλαδή των οικονομολόγων Νίκου Βέττα, Πάνου Τσακλόγλου, Θοδωρή Πελαγίδη, Μάνθου Ντελή, όπως και του καθηγητή εργατικού δικαίου Ι. Ληξουριωτη, τις απόψεις των οποίων φιλοξενεί σήμερα ο «Φ» εστιάζει σε τολμηρές αποφάσεις «out of the box», ιδέες άμεσα εφαρμόσιμες, μακριά από γραφειοκρατίες και παραδοσιακές συνταγές, αλλά κυρίως αταλάντευτη προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις.
Τέτοιες, για παράδειγμα, πολιτικές θα μπορούσαν να αφορούν την παγιοποίηση της τηλεργασίας, την άμεση εκκίνηση μεγάλων έργων-«σηματωρών» για την ελληνική οικονομία, όπως το Ελληνικό, ανταγωνιστικά κίνητρα για τη μετεγκατάσταση σχετικά ευκατάστατων συνταξιούχων αλλοδαπών στη χώρα μας, μετατρέποντας την Ελλάδα σε «Φλόριντα της Ευρώπης» ή ακόμη και η μείωση του ΦΠΑ στον τουρισμό.
Όπως και να έχει, τα κριτήρια της επόμενης ημέρας για επενδυτές, τουρίστες και καταναλωτές δεν θα έχουν καμία σχέση με εκείνα προ κρίσης. Στη σκακιέρα των επενδυτικών αποφάσεων, όπως και στα κριτήρια για κάθε τουριστική επιλογή θα μπαίνουν ολοένα και περισσότερο οι πολιτικές διαχείρισης κρίσεων κάθε χώρας, η ποιότητα των εθνικών συστημάτων υγείας, ο βαθμός καινοτομίας κάθε οικονομίας, οι επενδύσεις που αφορούν τεχνολογικά αγαθά, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός και γενικότερα οι χώρες που συνεχίζουν στο μονοπάτι των δομικών αλλαγών.
Να ξεκινήσει άμεσα το Ελληνικό
Του Μάνθου Ντελή*
Είναι βέβαιο ότι το προσεχές διάστημα θα υπάρξουν παρεμβάσεις από την Ε.Ε. και την ΕΚΤ, ώστε να παρασχεθεί βοήθεια στα οικονομικά πιο αδύναμα κράτη. Η οικονομική βοήθεια πρέπει να αξιοποιηθεί στο μέγιστο, ώστε να μπουν οι βάσεις μιας εύρωστης και αυτοδύναμης ελληνικής οικονομίας.
Οι γενικές κατευθύνσεις είναι δύο. Η πρώτη αφορά θεσμικές παρεμβάσεις κυρίως στη δημόσια διοίκηση και το δικαστικό σύστημα, ώστε να «αφεθεί» η επιχειρηματικότητα να τρέξει γρήγορα και να αντισταθμιστεί η απώλεια από άλλους τομείς (π.χ. τουρισμός και εστίαση). Ο στόχος αφορά την άμεση υλοποίηση τόσο των μεγάλων έργων (π.χ. Ελληνικό, οδικοί άξονες, λιμάνια και αεροδρόμια) όσο και την απελευθέρωση από τη γραφειοκρατία της μικρής επιχειρηματικότητας και της δόμησης (π.χ. οι άδειες δόμησης να δίνονται εντός ενός μήνα).
Ο δεύτερος στόχος είναι η αποτελεσματική χρήση των κονδυλίων σε τομείς όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα. Να στηριχθεί η πράσινη επιχειρηματικότητα στην περιφέρεια (με αιχμή τα ενεργειακά πάρκα) και να συνδεθεί με την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή (με έμφαση στον εξαγωγικό χαρακτήρα), ώστε να καρπωθούμε στο έπακρο την ανάπτυξη ελατηρίου που θα προκύψει σε 1-2 χρόνια παγκοσμίως. Να απελευθερωθούν γρήγορα και πλήρως όλες οι λειτουργικές αποφάσεις των ΑΕΙ, ώστε σε 2-3 χρόνια αυτά να αποτελούν πόλο έλξης Ελλήνων και ξένων φοιτητών και να συνδεθούν με την επιχειρηματικότητα. Τέλος, να καθαρίσουν οι τράπεζες ως το τέλος του έτους από τα τοξικά στοιχεία του ενεργητικού τους, ώστε να χρηματοδοτήσουν τις καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτές οι τομές, μεταξύ άλλων, αποτελούν παρακαταθήκη για το μέλλον της χώρας, ώστε να έχουμε ένα υγιές παραγωγικό μοντέλο που θα σημάνει και την επιστροφή του ανθρώπινου κεφαλαίου στη χώρα.
* O Μάνθος Ντελής είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών και Τραπεζικής στο Montpellier Business School
Γιατί να μη γίνουμε «Φλόριντα της Ευρώπης»;
Του Θοδωρή Πελαγίδη*
Η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη, για μία ακόμη φορά, με μια βίαιη διακοπή της ζήτησης. Ο ιός αναστέλλει επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Στον εξωτερικό τομέα, αναμένεται οπωσδήποτε η καταγραφή μιας εξίσου βίαιης πτώσης των εξαγωγών. Η αρνητική αποταμίευση του δημόσιου τομέα είναι ένα ακόμα στοιχείο που προστίθεται στη δυσμενέστατη αυτή συγκυρία. Στο μεταξύ όλα τα γνωστά δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, από την πλευρά της προσφοράς, παραμένουν.
Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν επιτακτικά είναι τι μπορεί να γίνει για να μετριαστούν έστω οι δυσμενέστατες αυτές συνθήκες. Πολύ περισσότερο όταν, λόγω της γνωστής διεθνούς κατάστασης, δεν αναμένονται σοβαρές από πλευράς μεγέθους διεθνείς επενδύσεις. Τα κεφάλαια προς το παρόν αναζητούν ασφαλές καταφύγιο.
Ως εκ τούτου είναι σημαντικότατη η ανεύρεση κεφαλαίων, ώστε να κρατηθεί η χώρα, να μην κατρακυλήσει χαμηλότερα. Τι πηγές υπάρχουν;
Υπάρχει πάντα στο τραπέζι η ιδέα για τη «Φλόριντα της Ευρώπης». Μερικοί επιμένουν ότι η εξειδίκευση στον τουρισμό είναι μονοδιάστατη. Αυτό είναι ένα λάθος. Ο τουρισμός και γενικότερα η «οικονομία της καλής ζωής» τροφοδοτούν μια σειρά από τομείς της οικονομίας, όπως το λιανεμπόριο, οι μεταφορές, η κτηματαγορά, αλλά και όλα τα επαγγέλματα γύρω της, η ενέργεια, ο αγροτικός τομέας και τα λοιπά. Αρα είναι επιτακτικό η χώρα να εντείνει τα κίνητρα για μετεγκατάσταση σχετικά ευκατάστατων συνταξιούχων αλλοδαπών στη χώρα μας. Αυτοί θα τονώσουν και αποφασιστικά την εγχώρια δαπάνη.
Τέλος, αν προσπαθήσει κανείς να βρει έναν τομέα που γρήγορα θα έριχνε λεφτά στην αγορά, αυτός είναι οι αποταμιεύσεις των Ελλήνων που βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος ή στην αλλοδαπή. Είναι επιτακτικό να υπάρξουν ρηξικέλευθα κίνητρα κάθε είδους, ώστε τα χρήματα αυτά να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα και δι' αυτού στην ελληνική οικονομία. Κι ας διαφωνήσουν οι πιστωτές…
* Ο Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, NR senior fellow, Brookings Inst.
Ρευστότητα και στις καινοτόμες επιχειρήσεις
Του Νίκου Βέττα*
Όσο σημαντική και αν είναι η σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων το επόμενο δίμηνο, εξίσου κρίσιμα θα είναι και τα μέτρα για τη μετάβαση της οικονομίας στη νέα κατάσταση. Πέρα από τη διασφάλιση της χρηματοδότησης της χώρας και της μακροοικονομικής της ευστάθειας, είναι απαραίτητες οι τομές στη λειτουργία της οικονομίας σε άμεσο ορίζοντα.
Ίσως αυτονόητη, αλλά επείγουσα, προτεραιότητα είναι η προετοιμασία της οικονομίας για την καλύτερη λειτουργία της αν και όταν επιστρέψει το υγειονομικό πρόβλημα. Αυτό αφορά κυρίως τα συστήματα υγείας και εκπαίδευσης, τη δημόσια διοίκηση και φορολογία, τις μετακινήσεις, μεταφορές και τράπεζες. Πρέπει να συνεχιστεί στις επόμενες εβδομάδες ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός και διασύνδεσή τους, κάτι που προϋποθέτει και δομικές αλλαγές. Το πρόβλημα του νέου κορονοϊού μπορεί να διαρκέσει μήνες, άρα χρειάζονται ζώνες άμυνας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, άλλωστε, ο σχετικός εκσυγχρονισμός εκκρεμούσε από καιρό.
Μεγάλα έργα του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα θα πρέπει να διευκολυνθούν στην εκκίνηση και εκτέλεσή τους, ώστε να απαλειφθούν οι συνήθεις καθυστερήσεις και αγκυλώσεις, με κατεπείγουσες διαδικασίες όπου αυτές χρειάζονται. Εκτός από τη συμβολή στην ενίσχυση των υποδομών, κρίσιμη θα είναι και αυτή στην άμβλυνση της ανεργίας και την απορρόφηση ευρωπαϊκών πόρων.
Ισχυρές πιέσεις θα δεχθεί η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων. Κρίσιμο στοιχείο θα είναι η διασφάλιση ρευστότητας να μην αφορά μόνο τις υφιστάμενες, αλλά και νέες επενδύσεις που θα διαβάσουν σωστά τα χαρακτηριστικά της τεχνολογίας και της ζήτησης στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον.
Πρέπει να ενισχυθούν μηχανισμοί, μέσω τραπεζών αλλά όχι μόνο, που θα διοχετεύουν πόρους προς στις καινοτόμες επιχειρήσεις.
Τέλος, ενώ η τόνωση της κατανάλωσης είναι σημαντική, δεν πρέπει να γίνει με τρόπους που θα προωθούν την παραοικονομία. Υπάρχουν, πλέον, όλα τα σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα ώστε η χαμηλότερη συνολικά κατανάλωση να έχει θετικότερη επίδραση στην ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα, μέσω άμβλυνσης των στρεβλώσεων.
* Ο Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Αταλάντευτα στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων
Του Πάνου Τσακλόγλου*
Η συμμετοχή στο ελληνικό ΑΕΠ κλάδων οικονομικής δραστηριότητας που αναμένεται να πληγούν με δριμύτητα από τη κρίση της πανδημίας του Covid-19, όπως ο τουρισμός, η εστίαση, οι μεταφορές και το λιανεμπόριο, είναι μεγάλη και αυτός είναι ο λόγος που διεθνείς οργανισμοί όπως το ΔΝΤ αναμένουν σημαντική ύφεση φέτος στη χώρα μας.
Οι προσπάθειες της οικονομικής πολιτικής τώρα πρέπει να αποβλέπουν πρωτίστως στο να μείνουν όρθιες οι επιχειρήσεις και να μην υποστεί μεγάλη ζημιά ο παραγωγικός ιστός της οικονομίας. Κατ’ αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να αποφύγουμε την υπέρμετρη διόγκωση της ανεργίας και τη συσσώρευση νέων προβλημάτων στο τραπεζικό σύστημα. Οι όποιοι εθνικοί και ευρωπαϊκοί πόροι είναι διαθέσιμοι πρέπει να χρησιμοποιηθούν κυρίως προς αυτή την κατεύθυνση.
Η επόμενη μέρα θα είναι δύσκολη, θα μας βρει φτωχότερους, με αυξημένη ανεργία και υψηλότερο χρέος. Σίγουρα, δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Το κλειδί για την ταχεία και διατηρήσιμη ανάκαμψη είναι να δοθεί ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές ότι, παρά τις δυσκολίες της κρίσης, η χώρα μας παραμένει αταλάντευτα προσηλωμένη στο δρόμο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Κύρια πεδία των μεταρρυθμίσεων νομίζω ότι πρέπει να είναι ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα και η απελευθέρωση της αγοράς αγαθών και υπηρεσιών. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, προσελκύουν επενδύσεις που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας και, τελικά, βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού.
* Ο Πάνος Τσακλόγλου είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
«Ενέσεις ευκαμψίας» σώζουν θέσεις εργασίας
Του Ιωάννη Ληξουριώτη*
Χρειάστηκε η βιαιότητα της πρόσφατης κρίσης του Covid-19 για να αναδειχθεί, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά σε πολλές χώρες του κόσμου, ότι υπάρχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα με τη συμβατότητα των εγκαταστημένων συστημάτων διαχείρισης της μισθωτής εργασίας με τη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης και της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Και δεν ήταν μόνο στο πεδίο της εργασίας που η κρίση του κορονοϊού ανέδειξε δομικές ανεπάρκειες. Το ίδιο συνέβη και σε άλλους τομείς, όπως στα συστήματα υγείας, εκπαίδευσης, δικαιοσύνης, μεταφορών και συγκοινωνιών, αλλά και στο επίπεδο της διοικητικής διακυβέρνησης των κρατών.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή τη φορά ο δισταγμός των κυβερνήσεων να επιλύσουν το ζήτημα της ανεπάρκειας της εργατικής νομοθεσίας κάμφθηκε σε σημαντικό βαθμό από το αιφνίδιο και την εξαιρετική ένταση του φαινομένου της πανδημίας του κορονοϊού. Ο εκρηκτικός τρόπος με τον οποίο εμφανίστηκε η πρόσφατη κρίση δεν άφησε περιθώρια στις κυβερνήσεις να διαιωνίσουν την αμφίθυμη και φοβική συμπεριφορά τους, αφού δεν υπήρξε κανένα περιθώριο προσχηματικών διαπραγματεύσεων με τις κάθε είδους συντεχνιακές ομάδες, ούτε έδαφος για να απωθηθεί η επίλυση των προβλημάτων στο μέλλον. Δεδομένου ότι το παραδοσιακό άκαμπτο μοντέλο κανονιστικής διαχείρισης των «εργασιακών σχέσεων» εμφανίστηκε παντελώς ακατάλληλο να υποστηρίξει τις ανάγκες της οξύτατα πληττόμενης παραγωγικής διαδικασίας, οι «ενέσεις ευκαμψίας» στις εργασιακές σχέσεις έπρεπε αυτή τη φορά να γίνουν «εδώ και τώρα».
Έτσι, προκειμένου να κρατηθεί στη ζωή η παραγωγική διαδικασία και ταυτόχρονα να προστατευτεί η υγεία του γενικού πληθυσμού και των εργαζομένων, σχετικοποιήθηκαν πολλές από τις «σταθερές» της εργασιακής σχέσης. Η «ιερότητα» του απαρασάλευτου των όρων της σχέσης εργασίας υποκαταστάθηκε από την ιερότητα της διατήρησης της εργασιακής θέσης και της ίδιας της ζωής των εργαζομένων. Με τον τρόπο αυτό, αποδείχθηκε ότι η μεταβολή κάποιων όρων εργασίας, ιδιαίτερα αυτών που αφορούν τον τόπο και τον χρόνο εκτέλεσής της, δεν συνιστά ex principio προσβολή του συμφέροντος του εργαζομένου, αλλά μπορεί, αντίθετα, να αποδειχθεί σπουδαίο εργαλείο για τη διάσωση των ίδιων των εργασιακών σχέσεων.
Ας πάρουμε το παράδειγμα της κατασυκοφαντημένης στη χώρα μας «τηλεργασίας», που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια «application» των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας στον χώρο της απασχόλησης. Είναι αναμφισβήτητο ότι μετά την επέλαση του κορονοϊού η χρήση ή η προσφυγή στο μέτρο της «από απόσταση» εργασίας με χρησιμοποίηση κυρίως του Internet και των πολυάριθμων εφαρμογών του (έξυπνα κινητά τηλέφωνα, skype, fax κ.λπ.) διασώζει στη χώρα μας και διεθνώς εκατοντάδες χιλιάδες, εάν όχι εκατομμύρια, θέσεις εργασίας. Με τον τρόπο αυτό, η λόγω κορονοϊού αδυναμία φυσικής μετακίνησης των εργαζομένων στον τόπο εργασίας υποκαταστάθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη διαδικτυακή μετακίνηση, που επέτρεψε την ακώλυτη παροχή της εργασίας, όχι μόνο εντός των ορίων των κρατών, αλλά και διεθνώς. Πέραν όμως της συγκυριακής χρησιμότητας της τηλεργασίας για την λόγω κορονοϊού αντιμετώπιση των δυσκολιών μετακίνησης των εργαζομένων, αναδείχθηκαν τα πάγια οφέλη που προσφέρει η «εργασία από το σπίτι».
Δεν αναφερόμαστε μόνο στη μείωση του κυκλοφοριακού φόρτου και τη συνεπαγόμενη ελαχιστοποίηση της μόλυνσης του περιβάλλοντος, που αποτελούν αναμφισβήτητα θετικές επιπτώσεις της τηλεργασίας, αλλά και στη σημαντική συμβολή της στο ζήτημα της λεγόμενης «συμφιλίωσης» της μισθωτής εργασίας με τις προσωπικές και οικογενειακές ανάγκες και επιλογές των εργαζομένων. Σημειωτέον ότι η συμφιλίωση επαγγελματικής δραστηριότητας και προσωπικής ή οικογενειακής ζωής αποτελεί ήδη εδώ και αρκετές δεκαετίες μία από τις βασικές στρατηγικές τόσο των συνδικάτων όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν από τη μία πλευρά να επιδιώκεται η λήψη μέτρων υπέρ της συμφιλίωσης της εργασίας με τις προσωπικές και οικογενειακές ανάγκες των μισθωτών και από την άλλη οι συνδικαλιστικές και πολιτικές ιδεοληψίες να υπονομεύουν την ανάπτυξη της τηλεργασίας, τη στιγμή που όλο και περισσότερο αποδεικνύεται η σημαντική συμβολή της στην επίλυση προβλημάτων εργαζομένων που έχουν ανήλικα παιδιά ή στη χρησιμοποίηση του χαμένου χρόνου μετάβασης και επιστροφής στην εργασία για τη διεκπεραίωση χρήσιμων προσωπικών δραστηριοτήτων.
Εκτός όμως από την «τηλεργασία», και άλλες σημαντικές παρεμβάσεις που έγιναν, τόσο από την ελληνική κυβέρνηση όσο και από πολλές άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, έδωσαν μια αύρα ευελιξίας που οφείλει να υπάρχει στη διαχείριση των εργασιακών σχέσεων. Αναφερόμαστε στη μεταφορά (δανεισμό) εργαζομένων μεταξύ συνεργαζόμενων επιχειρήσεων, έτσι ώστε αντί ο εργαζόμενος της πληττόμενης από τον κορονοϊό επιχείρησης να βρεθεί χωρίς αντικείμενο εργασίας και να κινδυνεύει με απόλυση, δίνεται σ’ αυτόν η ευκαιρία να συνεχίσει την απασχόλησή του σε μία άλλη συνεργαζόμενη επιχείρηση, διασωζόμενος από την ανεργία. Επίσης, σε πολλές χώρες, όπως και στην Ελλάδα, θεσπίστηκαν ειδικές διατάξεις για την ευκολότερη διαχείριση των ωρών εργασίας, για τη διευκόλυνση της χρήσης της εκ περιτροπής εργασίας, αλλά και για τη χρήση ειδικών μορφών προσωρινής αναστολής των συμβάσεων εργασίας, έτσι ώστε να εξακολουθούν οι σχέσεις εργασίας να παραμένουν ενεργές, παρά τη μείωση της παραγωγικής δραστηριότητας της επιχείρησης. Είναι λοιπόν φανερό ότι τα μέτρα που ελήφθησαν από την κυβέρνηση λόγω κορονοϊού δεν συντελούν μόνο στο ξεπέρασμα της υγειονομικής κρίσης, αλλά βοηθούν να συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα παγιοποίησης κάποιων αλλαγών στις αντιλήψεις και τις κανονιστικές επιλογές στο πεδίο του εργατικού δικαίου, που έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε εδώ και καιρό να έχουν γίνει στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων.
Κλείνοντας, αν και θα αποτελούσε μια μεγάλη ευκαιρία για τα συνδικάτα να επιδείξουν ωριμότητα και να ασχοληθούν σοβαρά με το ζήτημα, δυστυχώς, ακόμη μία φορά περιορίστηκαν στη συνήθη μεμψιμοιρία τους, αναμασώντας ανούσιες ανακοινώσεις. Δεν είδαμε καμία δημιουργική συμβολή των συνδικαλιστικών οργανώσεων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιούργησε ο κορονοϊός, ούτε προβλήθηκε απ’ αυτά κάποια συγκεκριμένη θετική πρόταση προς την κυβέρνηση ή προς την εργοδοσία για να αποφευχθεί η όξυνση της ανεργίας.
* Ο Ιωάννης Λυξουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής Εργατικού Δικαίου Παντείου Πανεπιστημίου
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο