Από την ημέρα των αμερικανικών εκλογών και όσο οι αγορές ενημερώνονταν για τις προθέσεις του Ντόναλντ Τραμπ σε μία σειρά κρίσιμων ζητημάτων, οι επενδυτές προσπαθούσαν να καταλάβουν αν τελικά θα υπερίσχυε η θετική ή η αρνητική πλευρά του λεγόμενου «Trump effect». Η θετική για τις αγορές πλευρά των πολιτικών που θα εφαρμόσει ο Αμερικανός πρόεδρος σχετίζεται κυρίως με μία πιο φιλική προς την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις προσέγγιση, όπως οι μειώσεις φόρων και η χαλάρωση των ρυθμιστικών κανόνων. Η αρνητική πλευρά, έχει να κάνει κυρίως με τους δασμούς, τον κίνδυνο ύφεσης και τον πληθωρισμό.
Μέσα σε δύο συνεδριάσεις ο βιομηχανικός Dow έχασε 1.200 μονάδες ή 2,7%, με την πτώση της Παρασκευής να είναι η χειρότερη επίδοση του 2025. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο S&P 500, ο οποίος υποχώρησε κατά 2,15% από το ιστορικό υψηλό της Τετάρτης και κινδυνεύει να χάσει όλα τα κέρδη που έχει καταγράψει από τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου. Ο S&P 500 ενισχύεται μόλις κατά 0,28% από την ημέρα της ορκωμοσίας Τραμπ και κατά 1,4% από την επομένη των εκλογών. Μπορεί, λοιπόν, τα χρηματιστήρια να παραμένουν σε απόσταση αναπνοής από τα ιστορικά τους υψηλά, αλλά οι θετικές επιδράσεις του Trump effect εξασθενούν.
Η πτωτική αντίδραση των τελευταίων δύο συνεδριάσεων της Wall Street υποδηλώνει πως αυτή τη στιγμή οι επενδυτές εστιάζουν περισσότερο στον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού. Διότι τα στοιχεία για την αμερικανική οικονομία που είδαν το φως της δημοσιότητας μέσα στην εβδομάδα είναι ανησυχητικά. Ο δείκτης PMI υποδηλώνει ότι η οικονομική δραστηριότητα του κλάδου των υπηρεσιών συρρικνώνεται (διαμορφώθηκε στο 49,7), την ώρα που οι πωλήσεις κατοικιών υποχωρούν και στοιχεία του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν δείχνουν άνοδο των πληθωριστικών προσδοκιών.
Βέβαια, τα εν λόγω στοιχεία από μόνα τους δεν είναι ικανά να αλλάξουν την τάση στις αγορές. Αυτό που κάνουν είναι ότι αυξάνουν τις ανησυχίες πως οι πολιτικές του Τραμπ θα παρασύρουν την αμερικανική οικονομία σε μία περίοδο αυξημένου πληθωρισμού και στάσιμης ανάπτυξης.
Την ίδια ώρα, ο χρυσός συνεχίζει να ξεπερνάει τις προσδοκίες ακόμα και των πιο αισιόδοξων, με αποτέλεσμα πολλοί αναλυτές να σπεύδουν να αναθεωρήσουν τις εκτιμήσεις για την πορεία της τιμής του. Το πολύτιμο μέταλλο συμπληρώνει οκτώ διαδοχικές εβδομάδες με θετικό πρόσημο. Τόσο η Goldman Sachs, όσο και η UBS προβλέπουν ότι το πολύτιμο μέταλλο να φτάσει σε νέες κορυφές, με την Goldman να βλέπει άνοδο έως τα 3.300 δολάρια, με φόντο φυσικά την αγοραστική μανία των κεντρικών τραπεζών. Με βάση αυτή την εκτίμηση, ο χρυσός εμφανίζει περιθώριο ανόδου της τάξης του 11,75% από το κλείσιμο της Παρασκευής στα 2.953 δολάρια/ουγγιά.
Ο χρυσός έγραψε δύο νέα ιστορικά υψηλά μέσα στην εβδομάδα καθώς η αβεβαιότητα σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη καθώς και την πολιτική και γεωπολιτική σταθερότητα ωθούν τους επενδυτές προς ασφαλή καταφύγια και το πολύτιμο μέταλλο σε κέρδη της τάξης του 11,5% μέσα στο 2025.
Οι κεντρικές τράπεζες παραμένουν ο βασικός καταλύτης για την τιμή του χρυσού. Οι αγορές χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες ευθύνονται σχεδόν για το 9% της ανόδου των τιμών μέσα στο 2025, ενισχύοντας σημαντικά το ρόλο του πολύτιμου μετάλλου ως το απόλυτο ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο. Από κει και πέρα, στο σενάριο που το οικονομικό κλίμα επιδεινωθεί, είναι εύλογο να καταγραφεί νέο ράλι λόγω της τάσης των επενδυτών να καταφεύγουν στον χρυσό όταν αυξάνονται οι πιθανότητες ύφεσης.
Σε ό,τι αφορά το χρηματιστηριακό ράλι, δεν είναι παράλογο οι επενδυτές να φοβούνται να τοποθετηθούν όταν τα χρηματιστήρια βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά. Όμως αν αυτό ήταν κανόνας τότε οι περισσότεροι θα έχαναν το διετές ράλι και τα 57 ιστορικά υψηλά του 2024. Με άλλα λόγια, οι επενδυτές δεν πρέπει να ανησυχούν μόνο και μόνο επειδή οι μετοχές καταρρίπτουν προηγούμενα ρεκόρ, αλλά σε κάθε περίπτωση πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και μάλιστα σοβαρά, τους κινδύνους που υπάρχουν και τις πολλαπλές εστίες αβεβαιότητας.
Βλέπουμε επίσης, ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές υπεραποδίδουν των αμερικανικών, παρά το γεγονός ότι ο S&P 500 έγραψε δύο διαδοχικά νέα ιστορικά υψηλά μέσα στην περασμένη εβδομάδα. Ένα στοιχείο που υποδηλώνει πως το ράλι πλέον έχει «στενέψει» είναι ότι το 60% των μετοχών του S&P 500 διαπραγματεύεται πάνω από τον κινητό μέσο όρο 50 ημερών. Επιπλέον, το γενικότερο κλίμα δείχνει κάπως να αλλάζει και σε αυτό οφείλονται οι εκροές ύψους 11 δισ. δολαρίων που σημειώθηκαν από τα equity funds μέσα στον Ιανουάριο, σε πλήρη αντίθεση με τις ισχυρές εισροές του Δεκεμβρίου.