Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε την Τρίτη τους δείκτες που αφορούν στην ενεργειακή απόδοση της κατοικίας και τις δυσκολίες στέγασης, όπως προκύπτουν από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC), έτους 2023, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2022.
A. Ενεργειακή απόδοση κατοικιών
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την ενεργειακή απόδοση της κατοικίας, από της στοιχεία της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι:
• σύστημα κεντρικής θέρμανσης (καλοριφέρ πετρελαίου ή φυσικού αερίου) χρησιμοποιεί το 46,6% του συνολικού πληθυσμού για να θερμάνει την κατοικία του, 48,1% χρησιμοποιεί κάποιο σύστημα ατομικής θέρμανσης (σόμπες ξύλου ή υγραερίου, ηλεκτρικά κλιματιστικά, θερμοσυσσωρευτές, ατομικοί λέβητες πετρελαίου), 4,2% χρησιμοποιεί μη σταθερή συσκευή θέρμανσης (ηλεκτρικό καλοριφέρ, αερόθερμο, σόμπα αλογόνου κ.λπ.), 0,4% χρησιμοποιεί τηλεθέρμανση ενώ ποσοστό 0,8% διαβιεί σε κατοικία που δεν θερμαίνεται (Γράφημα 1, Πίνακας Α.1).
Αναφορικά με τα αποτελέσματα της έρευνας, με βάση τη διάκριση σε φτωχό και μη φτωχό πληθυσμό, προέκυψαν τα ακόλουθα:
• 38,7% του φτωχού πληθυσμού χρησιμοποιεί σύστημα κεντρικής θέρμανσης για την θέρμανση της κατοικίας του, 53,9% ατομική θέρμανση, 6,0% μη σταθερή θέρμανση, 0,2% τηλεθέρμανση, ενώ το 1,3% διαβιεί σε κατοικία που δεν θερμαίνεται (Γράφημα 1, Πίνακας Α.1).
• 48,4% του μη φτωχού πληθυσμού χρησιμοποιεί σύστημα κεντρικής θέρμανσης για την θέρμανση της κατοικίας του, 46,7% ατομική θέρμανση, 3,8% μη σταθερή θέρμανση, 0,4% τηλεθέρμανση και 0,6% διαβιεί σε κατοικία που δεν θερμαίνεται (Γράφημα 1, Πίνακας Α.1).
• Το μεγαλύτερο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού (47,1%) δηλώνει ως κύρια πηγή ενέργειας για θέρμανση το πετρέλαιο. Το ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού που δηλώνει την συγκεκριμένη πηγή ενέργειας εκτιμάται σε 48,3%, ενώ για τον φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 42,2% (Γράφημα 2, Πίνακας Α.2).
• Το 21,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι θερμαίνεται με καυσόξυλα. Το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 10,3% (Γράφημα 2, Πίνακας Α.2).
• Το 20,6% του συνολικού πληθυσμού δήλωσε σαν κύρια πηγή ενέργειας θέρμανσης της κατοικίας του την ηλεκτρική. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 21,1% και 20,5% (Γράφημα 2, Πίνακας Α.2).
• Το 17,3% του συνολικού πληθυσμού δηλώνει ως κύρια πηγή ενέργειας για θέρμανση της κατοικίας το φυσικό αέριο. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 13,1% και 18,2% (Γράφημα 2, Πίνακας Α.2).
Το μεγαλύτερο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού (88,0%) δήλωσε ότι δεν έχει πραγματοποιήσει καμία βελτίωση στην κατοικία τα τελευταία πέντε χρόνια που αφορά στη θερμομόνωση ή στο σύστημα θέρμανσης. Ανάλογα εκτιμάται το ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό (87,3%) και τον φτωχό πληθυσμό (91,2%) (Γράφημα 3, Πίνακας Α.3).
Β. Δυσκολίες στέγασης
• Το 98,1% του πληθυσμού 16 ετών και άνω δήλωσε ότι δεν έχει βιώσει δυσκολίες στέγασης, ενώ το ποσοστό που δήλωσε ότι έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης, ανέρχεται σε 1,9%. Από αυτούς, το 89,0% φιλοξενήθηκε προσωρινά σε συγγενείς ή φίλους, το 6,3% διέμεινε σε καταλύματα έκτακτης ανάγκης ή σε προσωρινά καταλύματα, το 3,6% διέμεινε σε μέρος (καλύβα, παράγκα κ.ά.) που δεν προορίζεται για μόνιμη κατοικία και το 1,1% κοιμήθηκε στο δρόμο ή σε δημόσιο χώρο.
• Οι οικονομικές δυσκολίες αναφέρονται ως κυριότερος λόγος για το 52,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω που έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης και ακολουθεί η ανεργία (13,8%)
• Η εύρεση εργασίας επέτρεψε/βοήθησε το 41,8% του πληθυσμού 16 ετών και άνω που έχει βιώσει, χωρίς να το θέλει, δυσκολίες στέγασης να μετακομίσει σε μόνιμη κατοικία
Δείτε παρακάτω αναλυτικά ολόκληρη την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ