Η ενέργεια στο μέλλον θα είναι φθηνή. Όλος ο πλανήτης δουλεύει προς αυτή την κατεύθυνση. Σκαμπανεβάσματα προφανώς και θα υπάρξουν αρκετά, όσο όμως η παραγωγή καθαρής ενέργειας θα αυξάνεται, οι τιμές θα πέφτουν.
Οι ανακαλύψεις στην πυρηνική ενέργεια, οι νέες τεχνολογίες στις ανανεώσιμες πηγές, η μείωση κόστους στις μπαταρίες, τα νέα έξυπνα δίκτυα, όλα προς τα εκεί δείχνουν.
Κυρίως οδηγούν στην αποκέντρωση της παραγωγής ενέργειας, η οποία δεν θα παράγεται σε μεγάλα εργοστάσια, παρά στον ίδιο τον οικιστικό ιστό. Τις ανάγκες των πόλεων θα καλύπτουν σε μεγάλο βαθμό τα φωτοβολταϊκά στη στέγη, η περίσσεια ενέργεια θα αποθηκεύεται σε οικιακές μπαταρίες και ο καταναλωτής θα την πουλά πίσω στο δίκτυο.
Αυτά σε μια ενιαία αγορά, όπως τα Βαλκάνια, όπου η αγορά λειτουργεί δίχως περιορισμούς, με την ηλεκτρική ενέργεια να πωλείται ελεύθερα μεταξύ των χωρών, δημιουργεί τεράστιες προκλήσεις για ένα περιφερειακό παίκτη, όπως η ΔΕΗ. Απαιτεί μια άλλη στρατηγική προσέγγιση και επενδύσεις δισεκατομμυρίων για έναν ενεργειακό όμιλο, που μετά την εξαγορά στη Ρουμανία, έχει πρόσβαση σε μια ενιαία αγορά κοντά στα 30 εκατομμύρια καταναλωτών.
Την εικόνα αυτή από το όχι και τόσο μακρινό μέλλον περιέγραψε σήμερα, μιλώντας στο μεγαλύτερο ετήσιο ενεργειακό συνέδριο της Ρουμανίας, ως βασικός ομιλητής, ο CEO της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης και επικεφαλής ενός από τους μεγαλύτερους ενεργειακούς ομίλους στη ΝΑ Ευρώπη. Ένα εθνικής σημασίας deal, με το οποίο η Ελλάδα διεκδικεί ρόλο στο νέο τοπίο όπου ο έλεγχος ενεργειακών πόρων και διαδρόμων ισοδυναμεί με γεωπολιτική ισχύ.
Το γεγονός όμως ότι η ελληνική επιχείρηση από ένας μεσαίου μεγέθους παίκτης των Βαλκανίων έχει μεγαλώσει απότομα, με τρία επιπλέον εκατομμύρια πελάτες, νέα δίκτυα και χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ, ανεβάζει κατακόρυφα για την ίδια και τον πήχη.
Τη νέα αυτή εποχή θα κληθεί να διαχειριστεί τόσο για τα 6 εκατομμύρια των πελατών στην Ελλάδα, όσο και για τα 3 εκατ. των Ρουμάνων, μέσα από νέα ευφυή δίκτυα ικανά να εξυπηρετούν καταναλωτές - παραγωγούς (prosumers), αποκεντρωμένη παραγωγή, οικιακό ενεργειακό εξοπλισμό, έξυπνους μετρητές, αντλίες θερμότητας, φωτοβολταϊκά στέγης, με βάση το ρόλο του πρωταγωνιστή που διεκδικεί στη ΝΑ Ευρώπη.
Το έκανε σαφές και ο ίδιος ο Έλληνας μάνατζερ, όταν ερωτηθείς αν έχει στα σκαριά τυχόν νέες μεγάλες εξαγορές, απάντησε ότι βασική μέριμνα τώρα για τον όμιλο είναι να επικεντρωθεί στην Enel Romania, να ξετυλίξει τις επενδύσεις 2,5 δισ. ευρώ που σχεδιάζει για την επόμενη τριετία στη Ρουμανία (με ανάπτυξη 1,5 GW σε ΑΠΕ), να την ενσωματώσει στο ευρύτερο στρατηγικό πλάνο και κυρίως να εκμεταλλευτεί τις πάμπολλες συνέργειες, που συνεπάγεται το να πατά πλέον η ΔΕΗ πάνω στον στρατηγικό ενεργειακό διάδρομο των Βαλκανίων.
Αυτόν που ξεκινά από την Ελλάδα, διασχίζει τη Βουλγαρία και καταλήγει στη Ρουμανία, ένα σχέδιο win-win για τις δύο χώρες. Διότι η ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι ενιαία, οι περιορισμοί στις διασυνοριακές συναλλαγές έχουν αρθεί, οι εθνικές αγορές είναι συνδεδεμένες (coupling) και οι συνέργειες που διανοίγονται για τις δύο χώρες είναι τεράστιες.
Αντί η ελληνική και η ρουμανική ΔΕΗ να αγοράζουν ρεύμα από τις εγχώριες αγορές, αμφότερες θα μπορούν να καλύπτουν τις ανάγκες της πελατείας τους, πουλώντας η μία στην άλλη, γεγονός που οδηγεί σε χαμηλότερα κόστη. Στο hedging καθώς η αντιστάθμιση κινδύνου επιτυγχάνεται καλύτερα με ένα πολύ μεγαλύτερο και πιο σύνθετο portfolio.
Στις ανανεώσιμες, καθώς τις ημέρες που δεν φυσάει στη Ρουμάνια, θα φυσάει στην Ελλάδα, άρα η συμμετοχή των ανανεώσιμων γίνεται μονιμότερη στο ενεργειακό μείγμα του ομίλου, χαμηλώνοντας τα κόστη του.
Στο δίκτυο, αφού οι μεγαλύτεροι όγκοι επιτρέπουν χαμηλότερες τιμές μέσα από συντονισμένες προμήθειες υλικού από τον ελληνικό και τις τρεις ρουμανικές εταιρείες δικτύου διανομής, μήκους άνω των 133.000 χλμ, που έχει πλέον η ΔΕΗ, μεταξύ των οποίων και η πλέον σημαντική περιοχή, το Βουκουρέστι.
Ακόμη και στο φυσικό αέριο, όπου η μητρική ΔΕΗ θα έχει πρόσβαση στα πλούσια κοιτάσματα της Μαύρης Θάλασσας και αντίστοιχα η ρουμανική θυγατρική θα προμηθεύεται σε καλές τιμές ποσότητες LNG που φτάνει στα ελληνικά τέρμιναλς, τη Ρεβυθούσα και το τερματικό σταθμό της Αλεξανδρούπολης.
Έχοντας ως όπλα τέτοιες συνέργειες, η επιχείρηση καλείται στο εξής να εξυπηρετήσει συνολικά 9 εκατομμύρια καταναλωτές σε Ελλάδα και Ρουμάνια, όχι με τα παραδοσιακά λιγνιτικά φουγάρα που από το 2028 σβήνουν τελειωτικά, αλλά σε ένα πιο απαιτητικό τοπίο, όπου η παραγωγή θα είναι διάσπαρτη και αποκεντρωμένη.
Καλείται να διαχειριστεί χιλιάδες καταναλωτές που θα προσφέρουν καθημερινά στο σύστημα ενέργεια, προερχόμενη από φωτοβολταϊκά, φόρτιση ηλεκτρικών αυτοκινήτων ή άλλες τεχνολογίες. Τα δίκτυα θα πρέπει να είναι σε θέση να την υποδεχτούν, δηλαδή να αναβαθμιστούν ώστε να τη διαχειριστούν, και να μην προκαλούνται επιπλέον αιχμές φορτίου, επομένως η ανάγκη για νέες επενδύσεις καθιστούν τον ρόλο τους κομβικό.
Στην πράξη, η επιχείρηση έχοντας ολοκληρώσει πρώτα την εξυγίανση και μετά ένα πρώτο γύρο μεγέθυνσης και διεθνοποίησης, ούσα συντονισμένη με το σφυγμό της εποχής, περνά τώρα στην τρίτη και εξίσου δύσκολη φάση του project: Του πώς θα χτίσει τον όμιλο της επόμενης 20ετίας σε ένα κόσμο που αλλάζει ταχύτατα.