Αυτό που συμβαίνει με τη ΔΕΗ είναι αυτό που θα έπρεπε να κάνει συνολικά η ελληνική οικονομία στην ευρύτερη περιοχή της, να επεκταθεί, να διεκδικήσει ρόλο ενός ισχυρού περιφερειακού παίκτη.
Διεισδύοντας ο ελληνικός όμιλος στις γειτονικές αγορές, και πατώντας τον ενεργειακό διάδρομο των Βαλκανίων, όχι μόνο κτίζει μια ισχυρή σχέση με τους γείτονες, ελέγχει δίκτυα και έργα ΑΠΕ, αλλά αυξάνει την επιρροή του και γίνεται ο πιο επιδραστικός οικονομικός πρεσβευτής της χώρας.
Αν δει κανείς το χάρτη της νέας ΔΕΗ, με τις χώρες όπου μπαίνει, από την Αδριατική μέχρι τα Βαλκάνια, από την Ιταλία και την Κροατία έως τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, αποτυπώνεται το πώς μια επιχείρηση αυξάνει το γεωπολιτικό αποτύπωμα της χώρας απ’ όπου προέρχεται.
Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα που αναδύεται μέσα από τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου για τη ΔΕΗ και τη παρουσίαση προς τους αναλυτές του CEO Γιώργου Στάσση.
Αλλά πέρα από τα όσα έχουν γραφτεί για τις συνέργειες, η ανάλυση του οικονομικού εγχειρήματος στην οποία μπήκε χθες ο κ. Στάσσης, εξηγώντας προς τους αναλυτές τις ανάγκες γεωγραφικής, αλλά και τεχνολογικής διαφοροποίησης των επενδυτικών κινήσεων της ΔΕΗ, έχει τη σημασία του.
Αθροιστικά μιλάμε για ένα πολύ μεγάλο pipeline 20 GW κυρίως φωτοβολταικών και δευτερευόντως αιολικών. Απ' αυτά, το 56% (11,3 GW) αφορούν έργα αμιγώς της ΔΕΗ, και το 44% (8,9 GW) έργα που προωθεί από κοινού με άλλους partner, χωρίς φυσικά να σημαίνει ότι θα υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω. Στατιστικά από το pipeline μια επιχείρησης είθισται να μετουσώνονται σε έργα ένα 25%.
Από την ανάλυση προκύπτει ότι η επιχείρηση αναζητά νέες ευκαιρίες στη περιοχή για εξαγορές και σε αιολικά πάρκα, εξηγεί γιατί ένα πράσινο χαρτοφυλάκιο πρέπει να είναι ισορροπημένο, να ποντάρει τόσο στον ήλιο, όσο και στον άνεμο, και γιατί αυτό ενισχύει τη προβλεψιμότητα στο trading.
Κυρίως όμως απαντά στο ερώτημα γιατί η ΔΕΗ αποφάσισε να μπει στην Ιταλία, μια από τις ακριβότερες αγορές χονδρικής στο ρεύμα σε όλη την Ευρώπη.
Ακριβώς επειδή είμαστε διασυνδεδεμένοι με καλώδιο, και συζευγμένοι στο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, οι γείτονες μας «τραβούν» προς τα πάνω από πλευράς τιμών.
Από τη μια λοιπόν η ΔΕΗ, όσο πιο πολλές επενδύσεις ΑΠΕ κάνει στην Ελλάδα, που είναι φθηνότερη αγορά, τόσο μικρότερη ανάγκη έχει να εισάγει ρεύμα από την ακριβή ιταλική αγορά για να καλύψει τις ανάγκες των πελατών της.
Από την άλλη όμως, εκτός από το «καπέλο», του utility, φοράει και εκείνο του επενδυτή. Αυτός είναι και ο λόγος που μπαίνει στην ιταλική αγορά και να αγοράσει εκεί έργα ΑΠΕ, καθώς σε μια ακριβή αγορά ενέργειας, προσφέρουν και υψηλότερες αποδόσεις.
Στη πράξη η χθεσινή ανάλυση του επικεφαλής του ομίλου «φωτογραφίζει» το πως θα συνεχίσει να κινείται από εδώ και πέρα η ΔΕΗ. Τη στρατηγική του να εξαπλώνεται γεωγραφικά, να διαφοροποιείται τεχνολογικά, να σκέφτεται με το διπλό «καπέλο» του utility και του trader και να αναζητά αποδοτικά έργα στη ΝΑ Ευρώπη για να φτιάξει ένα ποιοτικό χαρτοφυλάκιο με όσο πιο ψηλές αποδόσεις.
Τα highlights των αποτελεσμάτων
Από τα highlights των αποτελεσμάτων του πρώτου φετινού τριμήνου της επιχείρησης, αναδεικνύεται αυτό που είχε φανεί και στα ετήσια αποτελέσματα του 2023. Ο μετασχηματισμός αρχίζει και αποδίδει καρπούς, με επαναλαμβανόμενα EBITDA στα €459 εκατ., (+64%) και την επιχείρηση να αναθεωρεί τον ετήσιο στόχο στα 1,8 δισ. ευρώ (από 1,5 δισ πέρυσι).
Κινητήριος μοχλός για όλα αυτά, οι επενδύσεις. Στο πρώτο τρίμηνο έφτασαν τα 500 εκατ. ευρώ, έναντι 250 εκατ. ευρώ πέρυσι (+100%) με τη μερίδα του λέοντος να αφορά τις ΑΠΕ και τα δίκτυα. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας απορρόφησαν 192 εκατ. (68 εκατ. πέρυσι) και τα δίκτυα 228 εκατ. (114 εκατ. πέρυσι). Διαβάζοντας τα νούμερα της εγκατεστημένης ισχύος της επιχείρησης σε ΑΠΕ, αυτές μέσα σε ένα χρόνο αυξήθηκαν φτάνουν τα 4,7 GW, με επιπλέον 2,8 GW έτοιμα προς κατασκευή έργα ή σε στάδιο υλοποίησης.
Εδώ το σημαντικό είναι ότι έχει ήδη εξασφαλίσει σχεδόν το 70% της ισχύος από ΑΠΕ που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου που η ίδια έχει θέσει για το 2026, περιορίζοντας έτσι τους όποιους κινδύνους.
Διότι το φυσικό αέριο και τα χρηματιστήρια ενέργειας δεν θα κινούνται εσαεί πτωτικά, επιτρέποντάς της να διαθέτει την τεράστια ρευστότητα, ύψους 5 δισ. ευρώ (2,5 δισ μετρητά, 2,5 δισ. σε πιστωτικές γραμμές) για να εξαπλωθεί κι άλλο σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Σκαμπανεβάσματα αργά ή γρήγορα θα έρθουν στις διεθνείς αγορές, το αποτυπώνει και η παρουσίαση προς τους αναλυτές, που μιλά για πτωτικές μεν ενεργειακές τιμές, οι οποίες ωστόσο επηρεάστηκαν από τους γεωπολιτικούς κινδύνους. Επομένως, το να έχει ένας ενεργειακός όμιλος δρομολογήσει από τώρα, που τα «νερά» είναι ακόμη ήρεμα, τα 2/3 του «πράσινου» χαρτοφυλακίου που έχει θέσει ως στόχο, του μειώνει σημαντικά τον όποιο κίνδυνο.
Στο ερώτημα πάντως αν θα δούμε και άλλες εξαγορές, η απάντηση έρχεται από τα όσα είπε χθες στους αναλυτές ο CEO Γιώργος Στάσσης. Σχεδιάζει να προτείνει στη ΓΣ ένα νέο πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών, ώστε από το 5,6% σήμερα, η ΔΕΗ να φτάσει να κατέχει το 10% του μετοχικού της κεφαλαίου. Ένα 30% θα δοθεί ως μπόνους στο προσωπικό, ένα 30% των τίτλων θα ακυρωθεί και το υπόλοιπο 30% θα διατεθεί για νέες εξαγορές.
Το «πρασίνισμα» της ΔΕΗ δεν αφορά μόνο το επενδυτικό σκέλος, αλλά πολλούς ακόμη δείκτες, κρίσιμους για την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και το rating από τους οίκους αξιολόγησης. Αν δούμε το ενεργειακό της μείγμα, το πρώτο τρίμηνο του 2023 τον πρώτο λόγο είχε ο λιγνίτης με 34%, και ακολουθούσαν το φυσικό αέριο με 28%, οι ΑΠΕ με 23% και το πετρέλαιο με 16%. Στο φετινό πρώτο τρίμηνο, η αναλογία έχει αντιστραφεί πλήρως: Το μείγμα απαρτίζουν οι ΑΠΕ με 34% και ακολουθούν φυσικό αέριο (29%), λιγνίτης (23%), πετρέλαιο (15%). Αυτά επηρεάζουν με τη σειρά τους ένα άλλο δείκτη, τις εκπομπές CO2. Από 2,8 τόνους που εξέπεμπε πέρυσι, φέτος στο ίδιο διάστημα το νούμερο έπεσε στους 2,3 τόνους (-18%).
Και το χρέος; Ναι μεν έχει αυξηθεί από τα 3,17 δισ. στα 3,38 δισ. ευρώ, ωστόσο ο δείκτης καθαρού χρέους προς EBITDA παραμένει ακόμη στο 2χ.