Μία από τις πλέον στρατηγικές και πιο ακριβές υποδομές της χώρας, τα δίκτυα διανομής ενέργειας, έρχονται αντιμέτωπα με μια σειρά προκλήσεων στο νέο ενεργειακό τοπίο.
Η διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών στα δίκτυα διανομής ηλεκτρισμού έχει αναδιαμορφώσει το σκηνικό, το οποίο περιπλέκεται ακόμα περισσότερο με την έντονη παρουσία της ηλεκτροκίνησης αλλά και με την ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση για ενέργεια.
Οι νέοι αυτοί όροι στην αγορά οδηγούν με τη σειρά τους στην υιοθέτηση ενός καινούργιου τρόπου διαχείρισης των δικτύων διανομής ενέργειας. Σκοπός των τελευταίων, άλλωστε, είναι η οικονομική σταθερότητα και η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας. Για αυτό και η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων είναι κομβικής σημασίας, για τη διατήρηση μιας αξιόπιστης και αποδοτικής διανομής ενέργειας.
Τα δίκτυα διανομής αποτελούν βασικό συντελεστή στην ενεργειακή μετάβαση και υφίστανται σημαντικές αλλαγές ακριβώς επειδή οι περισσότερες μονάδες ΑΠΕ αλλά και οι φορτιστές ηλεκτροκίνησης συνδέονται σε αυτά. Εκτός των μεγάλων εγκαταστάσεων ΑΠΕ και της ηλεκτροκίνησης, που συνδέονται στα δίκτυα μεταφοράς Υψηλής Τάσης, στα δίκτυα διανομής συνδέονται και αρκετές διεσπαρμένες μονάδες μικρού και μεσαίου μεγέθους, αλλά ακόμα και ενεργοί καταναλωτές που παράγουν τη δική τους ηλεκτρική ενέργεια.
Οι προκλήσεις και η λύση του εκσυγχρονισμού του δικτύου
Η αυξανόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδιαίτερα η έντονη συμμετοχή των φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων, επιφέρει νέες αλλαγές με τα δίκτυα να πρέπει να προσαρμοστούν σε αυτές.
Η ενσωμάτωση τους εγείρει διάφορα ζητήματα στα δίκτυα προκαλώντας «σύγχυση» στην ποιότητα ρεύματος, όπως διακυμάνσεις τάσης, μεταβολές συχνότητας και αρμονικές παραμορφώσεις. Αυτά τα ζητήματα προκύπτουν από τη χρήση ηλεκτρονικών μετατροπέων ισχύος και τη μεταβλητή φύση της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Η παρουσία τους έχουμε δει πολλές φορές να επηρεάζει τη σταθερότητα, την αξιοπιστία αλλά και την ποιότητα της παροχής ενέργειας στο δίκτυο.
Το φαινόμενο των περικοπών ενέργειας έχει, επίσης, απασχολήσει εντόνως τον κλάδο. Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι οι περικοπές έχουν εξαλειφθεί αυτήν την περίοδο, λόγω της ενισχυμένης ζήτησης σε ρεύμα και των αυξημένων εξαγωγών. Από τις αρχές της άνοιξης, όμως, αναμένεται να εκτιναχθούν και πάλι. Το υπουργείο Ενέργειας έχει στα «σκαριά» και τον Μηχανισμό Αντιστάθμισης Περικοπών, ένα νέο μέτρο που αναμένεται να κάνει πιο δίκαιη την κατανομή των ΑΠΕ στο δίκτυο διανομής.
Επιπλέον, τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας αναμένεται να βοηθήσουν σημαντικά στο παραπάνω «αγκάθι» των ΑΠΕ, ως μια σταθερή και αξιόπιστη λύση παροχής ενέργειας. Η εφαρμογή τέτοιων συστημάτων μπορεί να βοηθήσει στον μετριασμό της μεταβλητότητας των ΑΠΕ, αποθηκεύοντας την πλεονάζουσα ενέργεια και απελευθερώνοντάς την όταν είναι απαραίτητο.
Ταυτόχρονα, ανεβάζουν ταχύτητα τα έργα για νέες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Με διαδικασίες fast track θα υλοποιούνται οι επενδύσεις στο δίκτυο ηλεκτρισμού, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα συμφόρησης που προκάλεσε η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και τα οποία απειλούν τη βιωσιμότητα νέων επενδύσεων.
Όσον αφορά, τώρα, στην ενσωμάτωση των ηλεκτρικών οχημάτων στα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, οδηγεί και αυτή με τη σειρά της σε ορισμένες ακόμα προκλήσεις. Η αυξημένη ζήτηση φορτίου ενδέχεται πολλές φορές να προκαλέσει λειτουργικά και υποδομικά προβλήματα.
Η φόρτιση, ιδιαίτερα σε σταθμούς ταχείας φόρτισης, αυξάνει σημαντικά τη ζήτηση αιχμής, κάτι που μπορεί να προκαλέσει αστάθεια τάσης και ζητήματα αξιοπιστίας στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό μπορεί να προκληθεί και από την απλή τοποθέτηση σταθμών φόρτισης, ιδιαίτερα σε πιο αδύναμα σημεία του δικτύου. Φυσικά, οι ενεργειακές απώλειες, ιδιαίτερα κατά τις ώρες εκτός αιχμής, είναι κάτι που μπορεί, επίσης, πολύ εύκολα να προκύψει, αυξάνοντας συνολικά το κόστος λειτουργίας και επένδυσης του δικτύου.
Η αποτελεσματική διαχείριση μέσω στρατηγικής τοποθέτησης σταθμών φόρτισης και έξυπνων στρατηγικών φόρτισης είναι ζωτικής σημασίας για την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων και τη βελτιστοποίηση της απόδοσης του δικτύου.
Είναι, λοιπόν, προφανές πως για μια πετυχημένη προσαρμογή σε ένα τέτοιο πολύπλοκο σύστημα απαιτείται η μετατροπή των δικτύων σε «έξυπνα δίκτυα» (smart grid). H χρήση ψηφιακών τεχνολογιών και εκμετάλλευση ενός τεράστιου όγκου δεδομένων που θα συλλέγονται μέσω έξυπνων μετρητών και πλήθους αισθητήρων εγκατεστημένων στο δίκτυο κρίνεται πλέον απαραίτητη. Συν τοις άλλοις, η ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων τεχνολογιών μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη μείωση του κόστους λειτουργίας των δικτύων και στη βελτίωσης της εκμετάλλευσης τους με σκοπό τον εξορθολογισμό και αναβολή ή και μείωση των επενδύσεων στις υποδομές τους.
Επιπλέον, ο εκσυγχρονισμός των δικτύων προσφέρει δυνατότητες ανάπτυξης εγχώριας τεχνολογίας και επιχειρηματικότητας, δημιουργεί ευκαιρίες για νέες θέσεις εργασίας για υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μοχλό για την ανάπτυξη της χώρας.