Η ιστορία δείχνει ότι οι τιμές στην αντλία εύκολα ανεβαίνουν όταν αυξάνεται το πετρέλαιο, αλλά δύσκολα πέφτουν όταν αυτό υποχωρεί. Το βλέπουμε να συμβαίνει και τις τελευταίες μέρες.
Η ελαφρά μείωση του μπρεντ από τα 91 στα 89 δολάρια το βαρέλι, συνοδεύεται από ελαφρά αύξηση των τιμών στην αντλία. Οι επίσημες τιμοληψίες βρίσκουν την αμόλυβδη βενζίνη στα 1,969 ευρώ/ λίτρο, μέση πανελλαδική τιμή, από 1,965 ευρώ χθες, από 1,962 το Σάββατο και 1,960 πριν μια εβδομάδα. Στις Κυκλάδες φτάνει σε κάποια νησιά ακόμη και στα 2,20 - 2,30 ευρώ.
Η Ελλάδα παραμένει σταθερά 2η ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη, πίσω από τη Δανία, έχει μια από τις υψηλότερες φορολογίες πανευρωπαϊκά και το ερώτημα είναι τι θα συμβεί σε τρεις εβδομάδες από τώρα, δηλαδή τις ημέρες της μεγάλης εξόδου του Πάσχα.
Ανεξαρτήτως του γνωστού θεωρήματος «εύκολα ανεβαίνουν οι τιμές, δύσκολα πέφτουν» που συνοδεύει μονίμως κάθε συζήτηση για την αγορά καυσίμων στην Ελλάδα, υπάρχουν κι άλλες αιτίες που θα κρατήσουν από εδώ και πέρα ψηλά τη βενζίνη: Αυξημένη ζήτηση καυσίμων για μετακινήσεις διεθνώς ενόψει καλοκαιριού, διατήρηση των γεωπολιτικών κινδύνων, ελλείψεις στα ευρωπαϊκά διυλιστήρια λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία και όλα αυτά ενώ μιλάμε για ένα υπερφορολογημένο προϊόν.
Το περιβάλλον είναι ιδανικό για παραβατικές συμπεριφορές, αφού το κίνητρο μεγαλώνει (όσο διατηρείται ή αυξάνεται η τιμή) σε συνθήκες υψηλής ζήτησης.
Το πρατήριο που πουλάει φθηνά, πχ 1,85 - 1,90 ευρώ - όσο περίπου σήμερα και το διυλιστήριο, όταν η μέση πανελλαδική τιμή είναι στα 1,965 - δεν περνά απαρατήρητο από τον καταναλωτή, όταν αυτός αναζητά την οικονομικότερη λύση. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να του κοστίσει πολλαπλάσια, είτε γιατί η αντλία ήταν πειραγμένη και γέμισε με λιγότερο καύσιμο απ’ ότι παρήγγειλε, είτε γιατί η βενζίνη είχε προσμίξεις με άλλα συστατικά, που κάνουν ζημιά στο αυτοκίνητο. Δεν είναι ο απόλυτος κανόνας, μπορεί ένας πρατηριούχος να έχει επιλέξει να πουλάει με χαμηλό περιθώριο κέρδους, αλλά αυτό προφανώς δεν μπορεί να γίνεται συνεχώς.
Πρόβλημα φυσικά υπάρχει και με το πρατήριο στο νησί που πουλάει σταθερά στα 2,20 - 2,30 ευρώ, όχι μόνο επειδή αυτές είναι οι τιμές που παίρνει από την εταιρεία του και εκείνη από τα διυλιστήριο, μαζί με τα μεταφορικά, αλλά γιατί απλώς είναι ένα από τα λιγοστά στη συγκεκριμένη περιοχή και άρα δεν κινδυνεύει από τον σκληρό ανταγωνισμό.
Η συζήτηση των τελευταίων ημερών για τις επιπτώσεις από την κρίση στη Μ. Ανατολή, επαναφέρει εκ των πραγμάτων την κουβέντα για την παραβατικότητα, παραμονές του Πάσχα.
Από την 1η Μαΐου, κάθε εταιρεία εμπορίας πετρελαιοειδών, όπως και τα διυλιστήρια, οφείλουν πλέον να ενημερώνουν την ΑΑΔΕ όταν το πρατήριο με το οποίο συνεργάζονται, «...δεν παρέχει στοιχεία φορολογικού μητρώου, άδεια λειτουργίας, πιστοποιητικά και λοιπά προβλεπόμενα στοιχεία, δεν επιτρέπει τη λήψη δείγματος καυσίμων που διακινεί για έλεγχο, δεν έχει εγκαταστήσει σύστημα εισροών - εκροών..».
Κάποιος θα αναρωτηθεί, μα καλά, είναι δυνατόν μια εταιρεία να συνεργάζεται με πρατήριο που δεν έχει άδεια λειτουργίας; Είναι δυνατόν να μη γνωρίζει, να μην έχει ελέγξει το ποιόν του συνεργάτη της;
Ερωτήσεις, που προφανώς δεν έχουν απάντηση. Εκτός από τα παραπάνω, από την 1η Μαίου, οι εταιρείες εμπορίας και τα διυλιστήρια οφείλουν επίσης να ενημερώνουν την ΑΑΔΕ αν οι πρατηριούχοι - συνεργάτες τους, όχι έχουν μόνο εγκαταστήσει σύστημα εισροών - εκροών, αλλά και αν αυτό λειτουργεί. Εδώ, ο ελεγκτικός μηχανισμός καθιστά συνυπεύθυνη την εταιρεία κατά πόσο ο πρατηριούχος που φέρει το σήμα της και πουλά τα προϊόντα της, εφαρμόζει αυτό που αποτελεί υποχρέωση για τον κλάδο του εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Ενδιαφέρον θα έχει να μάθουμε πόσες εταιρείες ανταποκρίθηκαν στις υποχρεώσεις της νέας αυτής ρύθμισης. Τι θα αποφέρει αυτή, κατά πόσο οι πρατηριούχοι που πειράζουν τις αντλίες δεν θα βρουν κάποια νέα κόλπα για να ξεπεράσουν και αυτή τη διάταξη, που υποτίθεται ότι σφίγγει το κλοιό, καθώς καθιστά συνυπεύθυνους και τους άλλους κρίκους της αλυσίδας για τα πρατήρια με τα οποία συνεργάζονται.
Η ελληνική αγορά καυσίμων παραμένει είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα κλάδου που δεν λέει να αυτορυθμιστεί. Εδώ και χρόνια, ψηφίζονται μέτρα, ανακοινώνονται ρυθμίσεις, προστίθενται διατάξεις, ο χώρος λειτουργεί με πλαφόν στο περιθώριο κέρδους από το 2021 (άλλη στρέβλωση κι αυτή, αφού όλοι πλέον εφαρμόζουν το ίδιο περιθώριο) και η εικόνα στην αγορά δείχνει σαν να έχει «παγώσει» στο χρόνο. Ελάχιστα έχουν αλλάξει επί της ουσίας εδώ και δεκαετίες, από το 2010, το 2012 (τότε ψηφίστηκε ο βασικός νόμος 4072 για το λαθρεμπόριο) μέχρι σήμερα.
Είναι άραγε τυχαίο ότι στην ελληνική αγορά καυσίμων δεν δραστηριοποιείται καμία ξένη εταιρεία;